«Ναι, έχω εμμονές. Είναι η ερωτική συνάφεια σ’ ένα ζευγάρι που πάντα καταλήγει σε ναυάγιο, είναι η επερχόμενη πλήξη, είναι η προδοσία στη σχέση, είναι η περιφρόνηση για τον άνθρωπο που κάποτε θαυμάζαμε. Γενικά, οι ήρωές μου είναι αποτυχημένοι, ηττημένοι, χαμένοι.» Ισχυρίζεται ο Φίλιππος Φιλίππου, ο συγγραφέας που εκτός από τα αστυνομικά του για μικρούς και μεγάλους, τόλμησε να γράψει «μυθιστορήματα με ήρωες τον Καβάφη, τον Καζαντζάκη, τον Ελύτη, τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο», επειδή του γεννήθηκε η ιδέα να γράψει γι’ αυτούς, καθώς και την εξαιρετική μελέτη «Ιστορία της ελληνικής αστυνομικής λογοτεχνίας».
«Στην ουσία, όλοι οι κεντρικοί ήρωες των μυθιστορημάτων μου είμαι εγώ, δηλαδή μεταφέρω σε αυτούς τον δικό μου τρόπο σκέψης και τα αισθητικά ή άλλα γούστα μου», θα μας πει στο Liberal.gr μιλώντας για τις ιστορίες του και τους ήρωές του, υποστηρίζοντας πως «οπωσδήποτε μια καλή ιστορία πρέπει να έχει έρωτα, εννοώ αυτό το μεγάλο αίσθημα που κινητοποιεί τις δυνάμεις του ανθρώπου και τον οδηγεί σε σπουδαία έργα, τον φτάνει στα ουράνια ή τον βυθίζει στα τάρταρα, που σε στιγμές αλλοφροσύνης τον κάνει αυτοκτόνο ή φονιά.»
Γεγονός που ισχύει και για το καινούργιο του μυθιστόρημα Ο κήπος με τις φράουλες, ένα ερωτικό και ψυχολογικό θρίλερ που θα κυκλοφορήσει εντός του Φθινοπώρου από τις εκδόσεις Πατάκη. «Μια ιστορία ερώτων και φόνων που διαδραματίζεται στη Σαρωνίδα».
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα
- Κύριε Φιλίππου, υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;
Α, όχι, δεν μπορώ να γράψω παντού. Γράφω μόνο στο σπίτι μου και μόνο μπροστά στον υπολογιστή. Πάει ο καιρός που κουβαλούσα μαζί μου ένα μπλοκάκι και σημείωνα σε αυτό ιδέες, φράσεις, διαλόγους, τοποθεσίες. Ξέρετε, ενώ είμαι μέγας θαυμαστής των νέων τεχνολογιών που κάνουν τη ζωή μας πιο εύκολη –και τη δουλειά μου ως συγγραφέα, βεβαίως––, δεν έχω φορητό υπολογιστή ή τάμπλετ, ούτε και κινητό τηλέφωνο. Αυτό σημαίνει με απλά λόγια πως δεν έχω γίνει σκλάβος αυτών των τεχνολογιών. Γράφω, πάντως, όλες τις ώρες της ημέρας, και πρωί, και μεσημέρι και βράδυ. Και μεσάνυχτα ενίοτε. Δηλαδή, αν υπάρχει κάποια ιδέα που μου τριβελίζει το μυαλό, σηκώνομαι από το κρεβάτι και στήνομαι μπροστά στον υπολογιστή. Ωστόσο, δεν είμαι πολλές ώρες καθηλωμένος σε αυτόν. Γράφω, μπαίνω σε σάιτ εφημερίδων, σε ιστοσελίδες, μαθαίνω τα νέα και κλείνω τον υπολογιστή. Ασφαλώς διαβάζω και εφημερίδες, δεν μπορώ να κόψω αυτή την ωραία συνήθεια για κανένα λόγο.
- Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;
Βεβαίως, υπάρχει πλάνο, αλλά αυτό δημιουργείται εκ των υστέρων, τα πάντα είναι θέμα έμπνευσης. Έχω γράψει μυθιστορήματα με ήρωες τον Καβάφη, τον Καζαντζάκη, τον Ελύτη, τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, επειδή μου γεννήθηκε η ιδέα να γράψω γι’ αυτούς. Το ίδιο συμβαίνει και με τα διηγήματα. Η αρχική ιδέα για το κάθε διήγημα είναι το θέμα, το οποίο γεννιέται στο μυαλό μου από παρατηρήσεις γύρω μου. Π.χ. έγραψα για μια γυναίκα με το σκυλάκι της, για μια σκέψη γι’ αυτοκτονία από εναέρια γέφυρα του ηλεκτρικού, για έναν ερασιτέχνη ψαρά που δεν πιάνει ψάρια. Και ούτω καθεξής.
- Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;
Το μυθιστόρημα Η γυναίκα ως έργο τέχνης (Κλειδάριθμος). Είναι απολύτως αυτοβιογραφικό, όχι απλώς βιωματικό, αλλά το έγραψα από τη μεριά της γυναίκας-ηρωίδας, η οποία μιλάει για τον άντρα-ήρωα. Έπρεπε να θυμηθώ τα βασικά στοιχεία και τα επεισόδια της προσωπικής μου ιστορίας και να μεταφέρω στο χαρτί ολόκληρα γράμματα που έλαβα ή έστειλα. Αυτό ήταν κάτι εξαιρετικά επώδυνο, όμως κατόρθωσα να το ολοκληρώσω.
- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;
Στην ουσία, όλοι οι κεντρικοί ήρωες των μυθιστορημάτων μου είμαι εγώ, δηλαδή μεταφέρω σε αυτούς τον δικό μου τρόπο σκέψης και τα αισθητικά ή άλλα γούστα μου. Τα πρώτα μου μυθιστορήματα ήταν γραμμένα στο τρίτο πρόσωπο. Δηλαδή, παρακολουθούσα τη δράση του ήρωα και την κατέγραφα. Αργότερα άρχισα να γράφω στο πρώτο πρόσωπο. Ο δημοσιογράφος Τηλέμαχος Λεοντάρης σε ορισμένα αστυνομικά μου είμαι εγώ, αφού γνωρίζω καλά τον χώρο της δημοσιογραφίας. Δεν υπάρχουν θέματα στα οποία επανέρχομαι, αφού έχω γράψει μυθιστορήματα με ποικιλία θεμάτων. Ναι, έχω εμμονές. Είναι η ερωτική συνάφεια σ’ ένα ζευγάρι που πάντα καταλήγει σε ναυάγιο, είναι η επερχόμενη πλήξη, είναι η προδοσία στη σχέση, είναι η περιφρόνηση για τον άνθρωπο που κάποτε θαυμάζαμε. Γενικά, οι ήρωές μου είναι αποτυχημένοι, ηττημένοι, χαμένοι.
Τεχνική; Δεν υπάρχει τεχνική. Τα πάντα σχετίζονται με τα διαβάσματά μου. Το πρώτο μου μυθιστόρημα είχε επιρροές από τον Πέτερ Χάντκε, το δεύτερο από τον Γιάννη Μαρή, τα υπόλοιπα από τον Ρέιμοντ Τσάντλερ, τον Κάφκα, τον Πόε, τον Μοράβια, τον Χέμινγουεϊ, δηλαδή από τους συγγραφείς που αγαπάω. Όχι, δεν έχω υπαρξιακούς γρίφους να επιλύσω, έχω δεχτεί την ουσία των πραγμάτων και ξέρω πως δεν μπορώ να την αλλάξω. Και ας μην είμαι μοιρολάτρης.
- Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;
Οπωσδήποτε μια καλή ιστορία πρέπει να έχει έρωτα, εννοώ αυτό το μεγάλο αίσθημα που κινητοποιεί τις δυνάμεις του ανθρώπου και τον οδηγεί σε σπουδαία έργα, τον φτάνει στα ουράνια ή τον βυθίζει στα τάρταρα, που σε στιγμές αλλοφροσύνης τον κάνει αυτοκτόνο ή φονιά.
- Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;
Αυτό που είπα πιο πάνω. Να είναι ικανός να σκοτώσει ή να σκοτωθεί για έναν έρωτα. Ή για μιαν ιδέα, υπάρχουν και τέτοιοι ήρωες και ηρωίδες.
- Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;
Ο Καβάφης. Έπρεπε να κάνω κάτι που δεν είχε ξαναγίνει στον ελληνικό χώρο. Τόσο ο κεντρικός ήρωας όσο και οι υπόλοιποι είναι υπαρκτά πρόσωπα –και δεν γράφω μυθιστορηματική βιογραφία. Είχα πολλές αμφιβολίες αν έπραττα το σωστό, αλλά ύστερα από αμφιταλαντεύσεις το τόλμησα, περιέγραψα τις τελευταίες ημέρες του με τρόπο που να μη θίγει τον ποιητή. Ευτυχώς, δεν υπήρξαν αρνητικές αντιδράσεις, τουλάχιστον δεν τις πληροφορήθηκα, αν υπήρξαν.
- Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;
Ο Μιχαήλ Στρογκόφ του Ιούλιου Βερν.
- Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;
Ναι, υπάρχει. Το Αφορισμοί για τη φρόνηση στη ζωή του Σοπενάουερ.
- Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;
Είναι πολλοί. Πόε, Σοπενάουερ, Κάφκα, Καζαντζάκης, Καβάφης, Ελύτης, Αναγνωστάκης, Καββαδίας, Τσίρκας, Αλεξάνδρου, Μάρκες και άλλοι και άλλοι.
- Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;
Μου αρέσει ν’ ακούω μουσική την ώρα που γράφω. Έχω ανοιχτό το ραδιόφωνο με ελληνική μουσική, λατρεύω τα τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι. Παλιά, έβαζα τους δίσκους του στο πικάπ. Τώρα τους ακούω στο YouTube, όπου ακούω και έργα άλλων Ελλήνων συνθετών. Μ’ αρέσει κι ο Τσιτσάνης, ακούω και Σοστακόβιτς, ακούω και τζαζ.
- Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;
Ετοιμάζω ένα ερωτικό και ψυχολογικό θρίλερ με τον τίτλο Ο κήπος με τις φράουλες που θα βγει το φθινόπωρο από τις εκδόσεις Πατάκη. Είναι μια ιστορία ερώτων και φόνων που διαδραματίζεται στη Σαρωνίδα. Σε αυτό υπάρχουν επιρροές από το Έγκλημα και τιμωρία του Ντοστογιέφσκι, ενώ πλανάται το ερώτημα: δικαιούται ένας άνθρωπος να αποδώσει δικαιοσύνη όταν δεν έχει εμπιστοσύνη στους ανθρώπους και στους νόμους της πολιτείας;