Μοναδική ευκαιρία να μειώσει μέσα στην επόμενη πενταετία την ψαλίδα με τον πλούσιο Βορρά έχει η Ελλάδα, με όπλο την μεγαλύτερη επενδυτική εισροή κεφαλαίων στην πρόσφατη ιστορία της, δηλαδή τα 32 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, εφόσον συνδυαστούν και με στρατηγικές μεταρρυθμίσεις, επισημαίνει στο Liberal o Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Γενικός Διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ, Γιώργος Παγουλάτος.
Με αφορμή την χθεσινή «Ημέρα της Ευρώπης», σημειώνει ότι ο δρόμος προς μια ισχυρή Ευρώπη περνάει μέσα από στενότερη ενοποίηση που θα επιτρέψει στην Ευρωζώνη να αντιμετωπίζει αποτελεσματικότερα τις κρίσεις και όσον αφορά το ευρώ, μέσα από εκτενή έκδοση μεγάλης κλίμακας κοινού ευρωπαϊκού χρέους (όπως με το Ταμείο Ανάκαμψης), ώστε να καταστεί παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα δίπλα στο δολάριο.
Σε ό,τι πάντως αφορά το κοινωνικό μοντέλο της ΕΕ τονίζει ότι δεν είναι μακροπρόθεσμα διατηρήσιμο «εάν η Ευρώπη δεν αντιμετωπίσει την δημογραφική γήρανση ή δεν αυξήσει σημαντικά την παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητά της, κινητοποιώντας μαζικές επενδύσεις και κατευθύνοντάς τις σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας».
Ενώ για το ευρύτερο μήνυμα που οφείλει να στείλει η Ευρώπη, τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «η ΕΕ πρέπει να δείξει ότι μπορεί να είναι εξίσου αποτελεσματική στην ασφάλεια και την προστασία των πολιτών της, όσο έχει υπάρξει στο άνοιγμα των αγορών της. Μόνο έτσι θα αντιμετωπίσει τους εχθρούς της».
Συνέντευξη στην Ευφροσύνη Παυλακούδη
- Χτες ήταν η Ημέρα της Ευρώπης. Οσονούπω συμπληρώνονται 40 χρόνια από την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ως δέκατο μέλος αρχικά στην ΕΟΚ. Πώς άλλαξε η φυσιογνωμία της χώρας μας όλα αυτά τα χρόνια; Χάσαμε κάποιες ευκαιρίες ή όχι;
Χάρη στην ΕΕ, η Ελλάδα είναι μια διαφορετική χώρα. Αλλάξαμε κατηγορία, από Γ’ Εθνική (δικτατορία μέχρι το 1974, υποανάπτυκτοι θεσμοί) παίζουμε στην Α’ Εθνική. Δεν είναι μόνο τα καθαρά έσοδα της Ελλάδας από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, που κυμάνθηκαν από 1,5% μέχρι ακόμα και 2,5% του ΑΕΠ ετησίως κατά το μεγαλύτερο διάστημα των τελευταίων 40 ετών. Η ΕΕ είχε καίρια συμβολή στην εμπέδωση της πληρέστερης δημοκρατίας που γνώρισε ποτέ η Ελλάδα. Η προσαρμογή μας στο ευρωπαϊκό κεκτημένο οδήγησε έναν ευρύτατο θεσμικό και οικονομικό εκσυγχρονισμό της χώρας.
Η όσμωση με τα πιο ανεπτυγμένα κράτη της Δυτικής Ευρώπης λειτούργησε ως διαρκής πίεση ποιοτικής αναβάθμισης του ελληνικού κράτους και του επιπέδου δικαιωμάτων των πολιτών του, χωρίς βέβαια να αρθούν πλήρως τα στοιχεία της σχετικής υστέρησης. Η ελεύθερη κυκλοφορία των Ελλήνων πολιτών στην ΕΕ, μια από τις θεμελιώδεις τέσσερις ελευθερίες της ΕΕ, άνοιξε πρωτόγνωρους ορίζοντες ιδίως για τους νέους ανθρώπους των γενιών Erasmus.
Χάρη στην ΕΕ, η Ελλάδα, μια αναπτυσσόμενη οικονομία κατά το μεγαλύτερο μέρος του εικοστού αιώνα, ανήκει πλέον θεσμικά, πολιτικά, και οικονομικά στην πιο αναπτυγμένη ένωση κρατών στον κόσμο. Οι ευρωπαϊκοί πόροι αναζωογόνησαν την ελληνική περιφέρεια, τον αγροτικό τομέα, τις υποδομές, την κατάρτιση και εκπαίδευση, και υποστήριξαν την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Δεν έγινε πάντα η καλύτερη αξιοποίηση, κυριότατα με εθνική μας ευθύνη. Οι σωρευμένες αδυναμίες του ελληνικού μοντέλου οικονομικής διακυβέρνησης, σε συνδυασμό με τις δομικές ελλείψεις της ΟΝΕ κατά την πρώτη δεκαετία του ευρώ, οδήγησαν μετά το 2009 στη δεινότερη ύφεση της μεταπολεμικής περιόδου, αλλά και σε μεταρρυθμίσεις τις οποίες η Ελλάδα θα έπρεπε προ πολλού να είχε μόνη της υιοθετήσει. Αλλά η χώρα άντεξε και η δημοκρατία μας βγήκε ανθεκτικότερη. Και σήμερα η χώρα μας έχει να λάβει από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης το μεγαλύτερο πρόγραμμα επενδυτικών πόρων στην σύγχρονη ιστορία της.
- Το έτος 2016 ήταν για πολλούς λόγους ένα «annus horribilis» για το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Εξαιτίας του δημοψηφίσματος για το «Brexit», των τρομοκρατικών επιθέσεων, της συνεχιζόμενης υψηλής ανεργίας σε πολλά κράτη-μέλη μας και της προσφυγικής κρίσης, η Ευρώπη τέθηκε υπό αμφισβήτηση. Οι ευρωπαϊκές αξίες και οι δημοκρατίες μας δοκιμάστηκαν, καθώς παράλληλα με την αυξανόμενη γεωπολιτική αβεβαιότητα αφυπνίστηκαν λαϊκίστικες δυνάμεις, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ωστόσο, αποδείχτηκε περισσότερο ανθεκτική απ’ ό,τι πίστευαν πολλοί επικριτές της. Πού οφείλετε αυτό πιστεύετε;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια ατελής, μη ολοκληρωμένη ένωση, με συναίσθηση των ορίων της. Αυτό έχει καλλιεργήσει ένα αυξημένο ένστικτο αυτοσυντήρησης απέναντι στις κρίσεις -και από το 2009 κι έπειτα η ΕΕ, με πολύ σύντομα διαλείμματα, είναι σχεδόν διαρκώς σε mode αντιμετώπισης κρίσεων. Εκεί που δεν αρκεί το θεσμικό της οπλοστάσιο, έρχεται η επινοητικότητα της πολιτικής και της ηγεσίας για να καλύψει τα κενά. Πολλοί υποτίμησαν το τεράστιο πολιτικό κεφάλαιο που επενδύθηκε ιστορικά στην ανάπτυξη και εμπέδωση της ευρωπαϊκής ενοποίησης -ορισμένοι έχασαν και τα λεφτά τους στοιχηματίζοντας εναντίον της. Μέσα από τέτοιες κρίσεις η ΕΕ όχι μόνο έχει δείξει ότι επιβιώνει, αλλά οδηγείται σε στενότερη ενοποίηση, δημιουργώντας νέους θεσμούς, κανόνες και πολιτικές που προωθούν το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
- Τα τελευταία χρόνια η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με σειρά προκλήσεων σε οικονομικό, γεωπολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Ορισμένοι μίλησαν για πολυκρίση (poly-crisis), πολλές ταυτόχρονες κρίσεις, που σε συνδυασμό με το Brexit έθεσαν σε δοκιμασία την εσωτερική συνοχή, ακεραιότητα και συνέχεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ποιο είναι εντέλει το περίφημο ευρωπαϊκό διακύβευμα;
Εάν έπρεπε να το συνοψίσω σε μια πρόταση θα έλεγα: το κεντρικό ευρωπαϊκό διακύβευμα είναι η υπεράσπιση του ευρωπαϊκού τρόπου ζωής, που είναι το κορυφαίο επίτευγμα του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Ο ευρωπαϊκός τρόπος ζωής, είναι η δυνατότητα να απολαμβάνεις τις εγγυήσεις ενός φιλελεύθερου κράτους δικαίου, και να ζεις σε μια ανοιχτή κοινωνική οικονομία της αγοράς που προάγει εξίσου την επιχειρηματικότητα, την οικονομική ελευθερία και τις ευκαιρίες όσο και την ασφάλεια και κοινωνική προστασία, σε μια Ευρώπη πρωτοπόρο στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Κάθε κρίση συνιστά μια απειλή προς συγκεκριμένες εκφάνσεις και προϋποθέσεις του ευρωπαϊκού τρόπου ζωής: Η κρίση της Ευρωζώνης για την οικονομική και νομισματική σταθερότητα και την κοινωνική συνοχή. Η κρίση του προσφυγομεταναστευτικού για την πολιτική συνοχή στις ευρωπαϊκές κοινωνίες απέναντι στην πρόκληση της ακροδεξιάς δημαγωγίας. Το Brexit και ο Τραμπ για τη δυνατότητα της ΕΕ να υπερασπίζεται τα συμφέροντα και τις αξίες της στον κόσμο.
- Ποια η μεγαλύτερη πρόκληση για την Ευρώπη σήμερα δεδομένων των δημογραφικών, κλιματικών και τεχνολογικών εξελίξεων;
Σχετίζεται με το παραπάνω. To 2012 η Μέρκελ συνόψισε την πρόκληση διαπιστώνοντας ότι η Ευρώπη έχει το 7% του παγκόσμιου πληθυσμού, παράγει το 25% του παγκόσμιου ΑΕΠ και χρηματοδοτεί το 50% των παγκόσμιων κοινωνικών δαπανών. Με άλλα λόγια το κοινωνικό μοντέλο της ΕΕ δεν είναι μακροπρόθεσμα διατηρήσιμο εάν η Ευρώπη δεν αντιμετωπίσει την δημογραφική γήρανση, ή δεν αυξήσει σημαντικά την παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητά της, κινητοποιώντας μαζικές επενδύσεις και κατευθύνοντάς τις σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας, με κύρια έμφαση τις ψηφιακές και άλλες τεχνολογίες αιχμής. Συναφής είναι ο στόχος αυτού που συχνά ονομάζεται «στρατηγική αυτονομία», δηλαδή η ενισχυμένη δυνατότητα της ΕΕ να διαφεντεύει τα του οίκου της και να υπερασπίζεται αποτελεσματικά τα συμφέροντά της στο διεθνές και περιφερειακό σύστημα.
- Η συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης, που άρχισε με τη Λευκή Βίβλο τον Μάρτιο του 2017, αφορά το ερώτημα «περισσότερη» ή «λιγότερη» Ευρώπη υποστηρίζουν ορισμένοι. Μήπως όμως πρόκειται για λάθος δίλημμα; Πολλοί για παράδειγμα λένε ότι το ζήτημα σήμερα είναι ανάμεσα σε μια αδύναμη Ευρώπη των 27 με αναποτελεσματικότητες, τριβές και φυγόκεντρες δυνάμεις και σε μια ισχυρή Ευρώπη. Εσείς τι προκρίνετε: ποια Ευρώπη τελικά χρειαζόμαστε;
Ο δρόμος προς μια ισχυρή Ευρώπη περνάει από περισσότερη Ευρώπη. Αυτό σημαίνει στενότερη ενοποίηση (οικονομική, δημοσιονομική, χρηματοπιστωτική) που θα επιτρέψει στην Ευρωζώνη να αντιμετωπίζει αποτελεσματικότερα τις κρίσεις και στο ευρώ, μέσα από εκτενή έκδοση μεγάλης κλίμακας κοινού ευρωπαϊκού χρέους (όπως με το Ταμείο Ανάκαμψης) να καταστεί παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα δίπλα στο δολάριο. Δηλαδή στην ΕΕ να αποκτήσει μεγαλύτερη χρηματοοικονομική αυτονομία.
Επίσης περισσότερη ενοποίηση στους τομείς της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας, που θα επιτρέπει στην ΕΕ να μιλάει με μια φωνή προς τους διάφορους αυταρχικούς ηγέτες της περιοχής της, είτε πρόκειται για τον Πούτιν είτε για τον Ερντογάν, κι ο λόγος της να έχει βάρος. Γιατί σήμερα η ΕΕ δεν έχει καταφέρει να επενδύσει την ήπια ισχύ της με τη σκληρή ισχύ που χρειάζεται όταν έχεις να κάνεις με μιλιταριστικά, αναθεωρητικά και επεκτατικά κράτη.
- Αρκετοί υποστηρίζουν ότι η ενότητα και η ευημερία της Ευρωζώνης πλήττονται σήμερα από βαθιές οικονομικές αποκλίσεις μεταξύ των μελών της αλλά και στους κόλπους αυτών. Θεωρείτε ότι μπορούν αυτές οι αποκλίσεις να ξεπεραστούν; Και με ποιο τρόπο;
Οι αποκλίσεις είναι μια πραγματικότητα, σε μεγάλο βαθμό μεταξύ «Βορρά» και Νότου της Ευρωζώνης. Αυτές οι αποκλίσεις βέβαια προϋπήρχαν του ευρώ, αλλά επιτάθηκαν μετά την κρίση της Ευρωζώνης. Η ίδρυση του πολύ σημαντικού Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, μαζί με όλα τα άλλα εργαλεία που έχουν επιστρατευθεί από το 2020, κατευθύνουν πόρους στήριξης της απασχόλησης και γενναίους επενδυτικούς πόρους κατεξοχήν προς τις οικονομίες του Νότου.
- Τελικά θα καταφέρουμε να μειώσουμε το χάσμα;
Είναι στο χέρι μας να έχουμε μειώσει ως το 2025 το χάσμα με τον πλούσιο Βορρά. Η Ελλάδα με την κινητοποίηση 32 δισ. ευρώ επενδυτικών πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, θα έχει για τα επόμενα χρόνια την μεγαλύτερη εισροή επενδυτικών κεφαλαίων στην πρόσφατη ιστορία της. Το ότι αυτές οι επενδύσεις συνδυάζονται με σημαντικές μεταρρυθμίσεις δημιουργεί προσδοκίες πραγματικής διαρθρωτικής σύγκλισης.
Η ΕΕ, μετά την εμπειρία των δυο οικονομικών κρίσεων προτάσσει ευθέως την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή, όπως κατέστη σαφές και στην προχθεσινή Κοινωνική Διάσκεψη Κορυφής στο Πόρτο. Το πρόβλημα είναι ότι τόσο οι αρμοδιότητες όσο και οι πόροι για αυτά ανήκουν κυρίως στις εθνικές κυβερνήσεις, αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ορθώς και φιλόδοξα προσπαθεί διαρκώς να διευρύνει το πεδίο πρωτοβουλιών της.
- Ουσιαστικά, υπάρχουν δύο κύρια πρότυπα για τη μελλοντική οργάνωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης: (α) το υπερεθνικό πρότυπο (supranational model) και (β) το διακυβερνητικό πρότυπο (intergovernmental model). Ποιο από τα δύο πιστεύετε ότι συμφέρει τη χώρα μας;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι για μια μεσαία χώρα της ΕΕ, που υφίσταται απειλή στην εθνική της ασφάλεια, που συνιστά αναπόφευκτη πύλη εισόδου προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών, μια πιο ενοποιημένη, πιο υπερεθνική και «ομοσπονδιακή» αν θέλετε ΕΕ, θα παρείχε ισχυρότερες εγγυήσεις ασφάλειας και επιμερισμού των βαρών.
Παράλληλα, η Ελλάδα είναι διαχρονικά καθαρός αποδέκτης πόρων του ενωσιακού προϋπολογισμού, και με προφανές συμφέρον στην μετεξέλιξή του προς την κατεύθυνση ενός ομοσπονδιακού προϋπολογισμού. Το ίδιο ακριβώς ισχύει με την Ευρωζώνη, στη μετατροπή της οποίας σε πραγματική οικονομική ένωση η Ελλάδα έχει ισχυρό συμφέρον.
- Να περάσουμε όμως λίγο και στο ζήτημα των ευρωατλαντικών σχέσεων. Έχουμε μια επιστροφή των ΗΠΑ στην εξωστρέφεια, στο διεθνές σύστημα δικαίου, κανόνων, θεσμών, στη στενή σχέση με τους εταίρους. Κρίνετε πως η εκλογή του Τζο Μπάντεν ευνοεί την Ευρώπη και σε ποιους τομείς συγκεκριμένα;
O Mπάιντεν έχει καταστήσει σαφές ότι επιστρέφει τις ΗΠΑ τόσο στην παράδοση της στενής ευρωατλαντικής συνεργασίας όσο και στο διεθνές σύστημα κανόνων και συμφωνιών, όπως η υψηλής για την Ευρώπη προτεραιότητας Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα. Η ΕΕ ακμάζει σε ένα διεθνές περιβάλλον πολυμερών θεσμών, οργανισμών και κανόνων, και επομένως ο κόσμος του Μπάιντεν είναι ένας κόσμος κατ’ αρχήν ευνοϊκός για την Ευρώπη.
Επίσης το μείγμα οικονομικής πολιτικής που έχει ενεργοποιήσει η διακυβέρνηση Μπάιντεν (αυξημένες κοινωνικές και επενδυτικές δαπάνες, προοδευτικότερη φορολογία) είναι κοντά στο ευρωπαϊκό πρότυπο. Η εγκατάλειψη τέλος του εμπορικού προστατευτισμού του Τραμπ, με την επανενεργοποίηση μεταξύ άλλων του ΠΟΕ, είναι ευνοϊκή για την ΕΕ που είναι μια παγκόσμια υπερδύναμη στο εμπόριο.
Όμως δεν πρέπει να υπερβάλουμε τα θετικά: σε πολλούς τομείς τα συμφέροντα και η οπτική ΗΠΑ και ΕΕ εξακολουθούν να διαφοροποιούνται και να λειτουργούν ανταγωνιστικά. Το “Buy American” του Μπάιντεν πλήττει ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Επίσης η «ψυχροπολεμική» αντιμετώπιση Ρωσίας και Κίνας από τις ΗΠΑ δεν ενθουσιάζει την Ευρώπη, που θα προτιμούσε μια προσέγγιση ηπιότερων τόνων και περισσότερης έμφασης στη συνεργασία παρά στην αντιπαράθεση.
- Έχετε δηλώσει προσφάτως ότι «αυτή η χώρα διέπραξε πλήθος σφαλμάτων, αλλά στις κομβικές, στρατηγικές επιλογές στάθηκε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Προσδέθηκε στη Δύση, εισάγοντας θεσμικό πολιτισμό και το έρμα της στρατηγικής σταθερότητας που απουσίαζε από τον ευμετάβολο κοινωνικό και πολιτικό της κορμό». Ποιο είναι το στοίχημα για τη χώρα μας πλέον, τόσο στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων, όσο και ως μέλος της Ε.Ε.;
Καταρχάς η κατοχύρωση της εθνικής ασφάλειας, στη δύσκολη γειτονιά μας. Είναι ευτύχημα ότι βάλαμε σε πορεία επίλυσης τα διμερή μας ζητήματα με τους βόρειους γείτονες, με τη διευθέτηση του ονόματος της Βόρειας Μακεδονίας και την παραπομπή στη Χάγη της οριοθέτησης με την Αλβανία. Έτσι μπορούμε να επικεντρώνουμε όλο το διπλωματικό μας κεφάλαιο στην αντιμετώπιση της τουρκικής πρόκλησης, αντί να το σπαταλάμε σε δευτερεύοντα ζητήματα όπως στο παρελθόν. Είναι σαφές ότι η εθνική μας ασφάλεια προϋποθέτει στρατιωτική αποτρεπτικότητα, και σωστά η χώρα ανανεώνει και ενισχύει το αμυντικό της οπλοστάσιο.
Όμως το κύριο κεφάλαιό μας είναι πολιτικοδιπλωματικό, έχει να κάνει με τα ερείσματά μας ως μέλος του ΝΑΤΟ και ως μέλος της ΕΕ, στην οποία η Τουρκία δεν ανήκει αλλά από την οποία εξαρτάται πολλαπλώς στο οικονομικό και εμπορικό πεδίο. Έχουμε την τάση να δηλώνουμε μονίμως απογοητευμένοι από αυτό που θεωρούμε ως ελλιπή στήριξη των Ευρωπαίων εταίρων μας απέναντι στην Τουρκία.
Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ΕΕ είναι ένα σταθερό έρεισμά μας, ακόμα κι αν η κοινή Ευρωπαϊκή εξωτερική και αμυντική πολιτική δεν είναι επαρκώς ενοποιημένη και ανεπτυγμένη για να μας προσφέρει τους υψηλότερους βαθμούς προστασίας που θα επιθυμούσαμε.
Θα πρέπει να συμβάλουμε στην ενίσχυσή της. Παράλληλα η Ελλάδα πρέπει να εμβαθύνει την στρατηγική εταιρική σχέση με τις ΗΠΑ σε όλο το εύρος των τομέων (στρατιωτικό, ενεργειακό, οικονομικό) και βέβαια να διατηρήσει τα διπλωματικά ερείσματα που επιτυχώς ανέπτυξε τα τελευταία χρόνια με χώρες της Μέσης Ανατολής, του Κόλπου και της Βόρειας Αφρικής.
Τέλος, θα πρέπει να επιστρέψουμε στα Βαλκάνια, προνομιακή περιοχή επιρροής μας, λόγω ΕΕ, την οποία λόγω της κρίσης εγκαταλείψαμε την προηγούμενη δεκαετία.
- Έχετε, επίσης, επισημάνει ότι η κρίση που βιώνουμε, επιταχύνει τα πάντα, ότι «διαλύει πλάνες, αδράνειες και αναβολές». Πώς φαντάζεστε λοιπόν την Ευρώπη και δη τη χώρα μας μετά το πέρας αυτής;
Την Ευρώπη περισσότερο αποφασισμένη και περισσότερο ενοποιημένη, άρα και ισχυρότερη. Την Ελλάδα με μεγαλύτερη αυτογνωσία, ωριμότερο πολιτικό σύστημα, και έτοιμη να ξανοιχτεί με εξωστρέφεια και αυτοπεποίθηση στον διεθνή ανταγωνισμό.
- Επιπροσθέτως, έχετε πει ότι «η αναφορά στις ευρωπαϊκές αξίες δεν είναι αυτάρεσκος ευρωπαϊκός ιδεαλισμός. Είναι μια επένδυση στο άυλο ιστορικό κεφάλαιο ισχύος της Ευρώπης. Η φιλελεύθερη δημοκρατία έχει ακόμα τη δύναμη να εμπνέει, αλλά ο κλοιός σφίγγει γύρω της». Ποιος είναι ο χειρότερος εχθρός της εντέλει;
Οι εχθροί της Ευρώπης είναι οι αντίπαλοι των ευρωπαϊκών πολιτικών αξιών. Όσοι αγνοούν και περιφρονούν το μέγιστο ιστορικό επίτευγμα της ΕΕ, την ειρήνη, τη δημοκρατία, την υπέρβαση των εθνικισμών που αιματοκύλισαν δύο φορές στον εικοστό αιώνα την κατά Μαζάουερ «σκοτεινή ήπειρο». Η Ευρώπη περιβάλλεται από καθεστώτα αυταρχικά και εθνικιστικά, κοιτάξτε στη γειτονιά μας. Ζούμε ιδίως κατά την τελευταία δεκαετία την επιστροφή του απολυταρχισμού ως προτύπου διακυβέρνησης, και μάλιστα με αξιώσεις αποτελεσματικότητας, όπως στην περίπτωση της Κίνας.
Και έχουμε και στο εσωτερικό της ΕΕ πολιτικές δυνάμεις, δυστυχώς και κυβερνήσεις, αυταρχικής, ανελεύθερης και εθνικιστικής ιδεολογίας, που απεχθάνονται το φιλελεύθερο κράτος δικαίου και το πρότυπο της ανοιχτής κοινωνίας, και ονειρεύονται κλειστές στρατοπεδικές κοινωνίες και τη διάλυση της ΕΕ. Έχουν απήχηση αυτές οι αντιευρωπαϊκές δυνάμεις σε στρώματα που αισθάνονται ανασφαλή και απροστάτευτα.
Γι’ αυτό η ΕΕ πρέπει να δείξει ότι μπορεί να είναι εξίσου αποτελεσματική στην ασφάλεια και την προστασία των πολιτών της όσο έχει υπάρξει στο άνοιγμα των αγορών της. Μόνο έτσι θα αντιμετωπίσει τους εχθρούς της.
- Δεν θα μπορούσα να αποφύγω και μια πιο προσωπική ερώτηση. Έχετε δεχτεί πολλές κακόβουλες κριτικές από το περίφημο φαιοκόκκινο μέτωπο, το τελευταίο διάστημα, για τις δραστηριότητες και τις πρωτοβουλίες του ΕΛΙΑΜΕΠ. Πώς τις αντιμετωπίζετε;
Είμαστε ενεργοί στο δημόσιο διάλογο και θεωρώ φυσιολογικό να υπάρχει αντίλογος στις απόψεις και αναλύσεις που δημοσιεύουν πανεπιστημιακοί ερευνητές και διακεκριμένοι συνεργάτες του ΕΛΙΑΜΕΠ -εκφράζοντας ελεύθερα τις απόψεις τους κι όχι κάποια «γραμμή» του Ιδρύματος. Καλωσορίζουμε τον καλόπιστο διάλογο και την κριτική, γιατί εμπλουτίζουν τη δημόσια σφαίρα.
Δεν πρόκειται βέβαια να εμπλακούμε σε διάλογο με τους ακραίους που μας βρίζουν –και θα χρησιμοποιήσουμε τα νομικά μέσα που διαθέτει το κράτος δικαίου για να υπερασπιστούμε το κύρος του ΕΛΙΑΜΕΠ προς όσους συστηματικά το συκοφαντούν. Επί της ουσίας θα ήθελα να επισημάνω ότι το εμπόριο του υπερπατριωτισμού και της πλειοδοσίας ήταν πάντα ένα δημοφιλές άθλημα -άλλωστε από την κατάχρησή του προέκυψαν μερικές από τις δεινότερες εθνικές καταστροφές στην ιστορία. Πιστεύω ότι ο κόσμος πλέον δεν τρώει κουτόχορτο.
Είμαστε περήφανοι διότι το έργο που παράγουμε (εκδίδουμε πλέον 1-2 Κείμενα Πολιτικής τη βδομάδα, με εκτενή αρθρογραφία συνεργατών μας, διαδικτυακές συζητήσεις που μπορείτε να βρείτε στο κανάλι μας στο youtube, podcasts και συνεντεύξεις) έχει μεγάλη θεματική ευρύτητα: ΕΕ, Βαλκάνια, Μετανάστευση, Μεσόγειος, Πράσινη Ανάπτυξη, Ελληνική και Ευρωπαϊκή Οικονομία, είναι ορισμένοι από τους τομείς που έχουμε αναπτύξει, πέραν της Ασφάλειας και Εξωτερικής Πολιτικής. Το 2020 ξεκινήσαμε το ερευνητικό πρόγραμμα Τουρκίας –ορισμένοι από τους διαπρεπέστερους διεθνείς επικριτές του Ερντογάν είναι συνεργάτες του προγράμματός μας.
Απευθυνόμαστε σε σκεπτόμενους ανθρώπους, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, και είναι πολύ σημαντικό για μας να διατηρεί το ΕΛΙΑΜΕΠ το υψηλό κύρος που διαθέτει ως ένα από τα εγκυρότερα think tanks στην Ευρώπη. Γιατί αυτό το κύρος κι η αξιοπιστία είναι που μας επιτρέπουν να λειτουργούμε ως παράθυρο καλύτερης κατανόησης της χώρας μας από τον έξω κόσμο, αλλά και ως φορέας επίδρασης της Ελλάδας στο διεθνή διάλογο.
Για να σας δώσω ένα παράδειγμα, την ημέρα της επίσκεψης των Ευρωπαίων ηγετών στην Άγκυρα, ημέρα που κατέληξε στο περίφημο “Sofagate”, το επιδραστικότερο ΜΜΕ των Βρυξελλών, το ευρωπαϊκό Politico, μας αφιέρωσε εκτενή συνέντευξη και παρουσίαση της Έκθεσής μας για την Τουρκία, μια έκθεση καταπέλτη.
Άσκησε έτσι το ΕΛΙΑΜΕΠ επίδραση στο σύστημα διαμόρφωσης εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, με επιχειρήματα που έχουν απήχηση στην Ευρώπη, διότι προέρχονται από ένα ερευνητικό ίδρυμα που έχει κερδίσει σκληρά την αξιοπιστία και ανεξαρτησία του. Και του οποίου, να σημειώσω, η χρηματοδότηση κατά τα 3/5 προέρχεται από εξαιρετικά ανταγωνιστικά ευρωπαϊκά προγράμματα ερευνητικής αριστείας -και χωρίς κρατικές επιδοτήσεις.
*Ο Γιώργος Παγουλάτος είναι Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Γενικός Διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ.