Της Μαρίας Χούκλη
Εκτός απροόπτου, η αξιολόγηση θα κλείσει, έστω κι αν οι δανειστές χρειάστηκε να κάνουν «στραβά μάτια» για ορισμένες από τις επισφαλείς προβλέψεις του προγράμματος.
Χρειάζονται και εκείνοι χρόνο, αλλά θα μας περιμένουν στη γωνία, το φθινόπωρο.
Αντιθέτως, δύσκολα φαίνεται ότι θα υπάρξει μαζί με την αξιολόγηση και συμφωνία για το χρέος. Τουλάχιστον αυτό προκύπτει από κραυγές και ψιθύρους που εκπορεύονται από την πλευρά των θεσμών. Δεν είναι, δηλαδή, πολύ πιθανό να δούμε τον πρωθυπουργό με γραβάτα, όμως, ποτέ δεν ξέρεις.
Μπορεί για την κυβέρνηση και μια διατύπωση προθέσεων - ένα γενικό περίγραμμα μελλοντικής εξέτασης του ζητήματος ελάφρυνσης του χρέους - να ονομαστεί «λύση» οπότε να αιτιολογηθεί ο λαιμοδέτης.
Το «έτσι είναι εφόσον έτσι νομίζουμε» έχει γίνει δεύτερη φύση για την κυβέρνηση, αλλά όχι μόνο για εκείνην. Γεμίσαμε ονοματολάτρες. Σε όλο το πολιτικό φάσμα συναντάμε μιμητές των ρώσων μοναχών που εγκαταβιούσαν στον Άγιον Όρος στις αρχές του 20ού αιώνα και θεωρούνται αιρετικοί. Επιδίδονταν στην λατρεία του Ονόματος, πίστευαν ότι λατρεύοντας το όνομα του Θεού, τον καθιστούσαν πραγματικό. Το ταύτιζαν με τις θεϊκές ιδιότητες.
Έτσι και οι πολιτικές δυνάμεις που υποστηρίζουν ότι μόνες εκείνες διαθέτουν την σωτήρια συνταγή για να βγάλουν την χώρα από την παρατεταμένη κρίση.
Κάθε κόμμα αυτο-ονοματίζεται η «μόνη δύναμη που θέλει, ξέρει και μπορεί», κάθε κόμμα αυτο-προβάλλεται σαν «το μόνο που έχει πραγματική ανάγκη ο τόπος», κάθε κόμμα της συγκυβέρνησης, της αντιπολίτευσης αλλά και τα νεόκοπα ή όσα δεν κατόρθωσαν να μπουν στην Βουλή στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, υποστηρίζει το καθένα για τον εαυτό του ότι αν δεν υπήρχε έπρεπε να το δημιουργήσουμε για την σωτηρία ημών και του έθνους.
Θεωρούν ή προσπαθούν να μας πείσουν ότι αρκεί η επίκληση των αρετών τους για να καταστούν πραγματικές. Σαν τους ρώσους αιρετικούς. Το ενδιαφέρον είναι ότι την ίδια στιγμή που είναι Ονοματολάτρες είναι και Ονοματοδιώκτες για τους πολιτικούς αντιπάλους τους.
Στα σοβαρά τώρα. Ο χρόνος που όπως φαίνεται κερδίζει η Ελλάδα είναι δώρο πληρωμένο με «αίμα».
Οι νέες θυσίες θα πεταχθούν στον πίθο των Δαναϊδων αν η κυβέρνηση δεν αξιοποιήσει τους επόμενους μήνες για να κάνει όσα δεν έκανε τους προηγούμενους δεκαπέντε. Να σοβαρευτεί, να εφαρμόσει όσα δεσμεύθηκε και όσα δεν της βγαίνουν να τα διορθώσει μόνη της, να κάνει γενναία αυτοκριτική και να δουλέψει ειλικρινώς για να έλθουν επενδύσεις που θα αποτελματώσουν την οικονομία. Όπως και να τους ονοματίσεις, 1,5 εκατομμύριο άνεργοι και 3 εκατομμύρια συνταξιούχοι, δεν μπορούν να βρουν εργασία ούτε να πέφτουν συντάξεις από τα δένδρα.
Τα κυβερνητικά στελέχη ας αφήσουν τους λεονταρισμούς «όσο είμαι εγώ υπουργός δεν θα κοπούν μισθοί και συντάξεις ή δεν θα γίνουν ομαδικές απολύσεις» και ας δουλέψουν - προς Θεού σιωπηλά - για να μην συμβεί ό,τι υπόσχονται. Με τα λόγια, δεν γίνεται όπως άλλωστε πλειστάκις η ζωή.
Αλλά και η αξιωματική αντιπολίτευση ας σταματήσει το φωναχτό τροπάρι «Ο Τσίπρας καταστρέφει τη χώρα» και το ψιθυριστό αίτημα για εκλογές. Λέγοντας τα, ούτε η χώρα καταστρέφεται λιγότερο , ούτε εκείνοι γίνονται η αξιόπιστη εναλλακτική δύναμη διακυβέρνησης με το σύνθημα «Φύγετε».
Τον χρόνο που όπως φαίνεται κερδίζει η Νέα Δημοκρατία - αν θέλει να είναι ο επόμενος κυβερνητικό κορμός - πρέπει να τον αξιοποιήσει για να παρουσιάσει συγκεκριμένο, κοστολογημένο συνολικό σχέδιο ανάταξης της οικονομίας με δεδομένη την ύπαρξη των μνημονιακών δεσμεύσεων. Να το κάνει σαν να μην υπάρχουν οι «άλλοι» απέναντι. Η χώρα δεν χρειάζεται τους αντι- ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ αλλά χρειάζεται σύγχρονο οδικό χάρτη υπέρβασης της στασιμο-μιζέριας, πρόσωπα ικανά και άφθαρτα. Όχι να τα ονομάσουμε έτσι, αλλά να είναι.
Το ίδιο ισχύει για το Ποτάμι και για την Δημοκρατική Συμπαράταξη. Όχι, άλλα λόγια και έξυπνες ατάκες, αυτάρεσκες αυτο-εξαιρέσεις, πτωχο-αλλαζονικές συμπεριφορές και μικρο-μεγαλισμοί. Το να οματίζεται «πολιτικός καταλύτης» και «η αυθεντικά προοδευτική, δημοκρατική και πατριωτική παράταξη» ούτε δουλειά στους ανέργους δίνει, ούτε τις συντάξεις πληρώνει, ούτε φέρνει ανάπτυξη.
Προτάσεις σοβαρές και συνεργασία, χωρίς λόγια, λόγια, λόγια.
Πρέπει να μπει από όλους - ξαναλέω κυβέρνηση και αντιπολίτευση - τέλος στην πολιτική αίρεση της φλυαρίας άνευ ουσίας.
Βαρεθήκαμε να τους ακούμε, δεν βαρέθηκαν να λατρεύουν να ακούν τη φωνή τους;