Συχνά αποπειρώμαι να μπω νοερά στα παπούτσια του Μητσοτάκη ή του Τσίπρα. Δεν θέλω να παραστήσω τον αντικειμενικό και τον ακριβοδίκαιο, έχω διαμορφωμένη άποψη και για τα πρόσωπα και για τις παρατάξεις, αλλά προσπαθώ να μην είμαι καταφανώς άδικος με κανέναν. Κι αν μπαίνοντας νοερά στη θέση του Κυριάκου μονολογώ «ούτε ψύλλος στον κόρφο μου», σας εξομολογούμαι ότι μπαίνοντας στην θέση του Τσίπρα λέω «μα γιατί διάολε, δεν τα κάνει αλλιώς;»
Ο Αλέξης έχει επιλέξει την δυναμική αντίδραση στο πεζοδρόμιο ως σπονδυλική στήλη της αντιπολιτευτικής του τακτικής. Ομολογώ ότι βρίσκω την επιλογή του λογική και αναμενόμενη για ένα αριστερό γκρουπούσκουλο που αναζητά μια μικρή θορυβώδη γωνιά στον πολιτικό χάρτη, αλλά μειοψηφική και παρακινδυνευμένη για μεγάλο πολυσυλλεκτικό κόμμα εξουσίας. Παρά ταύτα διάλεξε αυτή την τακτική, ίσως γιατί DNAϊκά η αριστερά (και όχι η σοσιαλδημοκρατία) είναι ανίκανη να ξεφύγει απ’ τις επαναστατικές και ανατρεπτικές εμμονές της.
Εντάξει λοιπόν οι πεζοδρομιακές τους εμμονές, εντάξει οι μαρξιστικές τους ονειρώξεις, εντάξει και τα επαναστατικά τους κολλήματα. Δεν μπορεί όμως μετά από μια πενταετή θητεία στα πρακτικά ζητήματα της διακυβέρνησης και μετά από μια βαρύτατη ήττα ακριβώς επειδή είχαν αυτές τις εμμονές, να μην έχουν διαγνώσει ότι η ταύτιση τους με τα άκρα και το πεζοδρόμιο αντιστρατεύεται τον βασικό τους στόχο που είναι η κατάκτηση της εξουσίας. Δεν γίνεται να μην έχουν αντιληφθεί αυτό που καταλαβαίνουν ακόμα και τα μικρά παιδιά.
Απορώ το λοιπόν, γιατί ο Τσίπρας αρνείται πεισματικά να κάνει το αυτονόητο για ένα αριστερό ριζοσπαστικό κόμμα. Άλλα να λέει κι άλλα να κάνει, άλλους να κινητοποιεί με την δράση του κι άλλους να καθησυχάζει με τα λόγια του. Θα ήταν τόσο μα τόσο απλό να κατεβάζει υπογείως τον κόσμο του στο πεζοδρόμιο για να τα κάνει λαμπόγυαλο και παραλλήλως δημοσίως να τους παροτρύνει να μην το κάνουν, διότι αυτό επιδεινώνει την επιδημιολογική κατάσταση της χώρας.
Μην παριστάνετε ότι φρίττετε με την πρόταση αυτή, διότι δεν υπάρχει κόμμα της αριστεράς σ’ ολόκληρη την υφήλιο που δεν έχει δοκιμάσει στην πράξη τέτοιες συνωμοτικές τακτικές. Και μη μου πείτε ότι ο Τσίπρας θα είχε συνειδησιακό πρόβλημα να πει τέτοια ψέματα, διότι ένας άνθρωπος που εν μέσω χρεωκοπίας υποσχέθηκε το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης ή έστησε το επικοινωνιακό σώου στο Μάτι, είναι ικανός να πει και να κάνει τα πάντα.
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ κατέβαζε συνωμοτικά τον κόσμο του στους δρόμους ενώ ο αρχηγός του έλεγε δημοσίως ότι «αυτά δεν με βολεύουν, μην κοιτάτε τις πλαστές δημοσκοπήσεις εγώ έρχομαι στην εξουσία και θέλω κοινωνική ειρήνη και ενιαίο κοινωνικό μέτωπο κατά της πανδημίας», τότε πράγματι θα έφερνε σε τρομερά δύσκολη θέση τον Κυριάκο. Ενώ τώρα με την φανερή πολιτική κάλυψη που δίνει στην αναταραχή και την επίσημη συνδιοργάνωση της μαζί με άλλους, κάνει καθημερινά κι από ένα δώρο στον αντίπαλο που θέλει να ανατρέψει. Γιατί αλήθεια;
Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα. Πιστεύω ότι πρώτον ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει την παραμικρή οργανωτική ικανότητα να κινητοποιήσει δικό του κόσμο, πολύ περισσότερο να κάνει άνω-κάτω την χώρα. Το στράτευμα του απλώς δεν υπάρχει. Πάντα θα είναι της προσκολλήσεως και του πολιτικού καπελώματος τυχάρπαστων, ακραίων και ποικιλόχρωμων κινημάτων ή ψευτοκινημάτων, τα οποία αξιοποιεί προς όφελος του. Μόνος του ο ΣΥΡΙΖΑ δεν γεμίζει ούτε τηλεφωνικό θάλαμο.
Δεύτερον, δεν μπορεί να ολοκληρώσει σωστά μια πολυπλοκότερη πολιτική τακτική συνδυάζοντας την «επαναστατική πράξη» με τον έξυπνο και πρόσκαιρο «καθησυχασμό» των μικροαστών, κάτι που αποτελεί πάγια τακτική κάθε αξιοσέβαστου μαρξιστικού κόμματος που ξέρει από συμμαχίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα έχει υπαρξιακό πρόβλημα αυτοπροσδιορισμού, πρόβλημα που τον παγιδεύει μονίμως σε τακτικές πολιτικής αυτοϊκανοποίησης. Ο Αλέξης πρώτα απ’ όλα και πάνω απ’ όλα κοροϊδεύει τον εαυτό του. Για να κερδίσει όμως πρέπει να καταφέρει να κοροϊδέψει και την κοινωνία. Μια φορά το ‘κανε, τώρα θα ‘θελε πλην δεν μπορεί πια.