Του Σάκη Μουμτζή
Με την λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, ο Στρατός ανέλαβε τον εξωθεσμικό ρόλο της οπισθοφυλακής του κοινωνικού και πολιτικού καθεστώτος, κάτι απολύτως φυσιολογικό αν αναλογισθούμε το διεθνές κλίμα του Ψυχρού Πολέμου που συναρθρώνονταν στο εσωτερικό με τις μετεμφυλιοπολεμικές παρενέργειες.
Ο Στρατός ήταν ο εγγυητής των τριών σταθερών των νικητών του Εμφυλίου Πολέμου που εξέφραζαν μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 60 την συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Αυτές οι σταθερές ήταν: 1) η ένταξη της χώρας στον ελεύθερο κόσμο, 2) το στέμμα και 3) το οικονομικο- κοινωνικό σύστημα του καπιταλισμού με κρατική διεύθυνση.
Όταν οι τρείς αυτές σταθερές κινδύνευαν –κατά την κρίση του συνόλου σχεδόν των Ελλήνων αξιωματικών- μια ομάδα από αυτούς με την ανοχή ή την συναίνεση ή την αδράνεια των ΗΠΑ, κατέλυσαν το δημοκρατικό πολίτευμα. Ενα κοινό χαρακτηριστικό της ομάδας των πραξικοπηματιών ήταν ο βαθύτατος αντικομμουνισμός τους που πήγαζε από την συμμετοχή τους στις μάχες του Εμφυλίου Πολέμου 1943-1949 και που μετατράπηκε σε ψύχωση στην δεκαετία του 60.
Το κύριο χαρακτηριστικό της δικτατορικής περιόδου, που συστηματικά αποσιωπάται, είναι η καθολική αντίσταση σε αυτήν των αστών πολιτικών από την πρώτη μέρα της επιβολής της. Είναι ευνόητο πως αν οι αστικές πολιτικές δυνάμεις δεν εναντιώνονταν ή, πολύ περισσότερο, αν συνεργάζονταν με την δικτατορία, η διάρκεια της θα ήταν ανάλογη του φρανκικού και σαλαζαρικού καθεστώτος. Οι περισσότερες αντιστασιακές οργανώσεις με δράση, εκινούντο από την φιλοβασιλική Δεξιά ( Ιπ. Σαββούρας) ως την αριστερά του Κέντρου (Δημ.Άμυνα), ενώ οι φωνές διαμαρτυρίας των ηγετών των αστικών κομμάτων ακούγονταν σε όλη την Ευρώπη.
Φυσικά και η Αριστερά κινητοποιήθηκε από την πρώτη στιγμή και ήταν λογικό. Θεωρητικά, οι επίορκοι αξιωματικοί την αντικομμουνιστική ψύχωση τους εναντίον της την έστρεφαν. Όμως οι αντιστασιακές πράξεις των πολυποίκιλων οργανώσεων της πιο πολύ είχαν συμβολική μορφή και κυρίως επεδίωκαν να δηλώσουν την παρουσία τους στον κατακερματισμένο χώρο της αριστεράς, που δοκιμάζονταν από την πολυδιάσπαση του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος.
Αλώστε στις δύο ουσιαστικές απόπειρες ανατροπής του απριλιανού καθεστώτος- το κίνημα της 13ης Δεκεμβρίου 1967 και το κίνημα του Ναυτικού- πρωταγωνίστησαν αξιωματικοί και πολιτικοί που εκπροσωπούσαν τις αρχές και τις ιδέες του αστικού κόσμου. Χωρίς να θέλω να υποβαθμίσω την αντιδικτατορική παρουσία της Αριστεράς, οφείλω να αποδώσω στην αντίσταση του αστικού πολιτικού κόσμου την πολιτική απομόνωση της δικτατορίας που έφερε και την ταχεία πτώση της.
Όπως συμβαίνει σε όλες σχεδόν τις ανώμαλες καταστάσεις, η έξοδος από αυτές δεν μπορεί να είναι ομαλή. Το παραμικρό ρήγμα, λόγω της έλλειψης των βαλβίδων αποσυμπίεσης, παίρνει τεράστιες διαστάσεις, κλονίζει και τελικά ανατρέπει τα καθεστώτα. Το παράδειγμα της πτώσης της ελληνικής δικτατορίας αλλά και της κατάρρευσης του κομμουνισμού στην Ανατολική Ευρώπη αργότερα, επιβεβαιώνουν τα παραπάνω.
Η αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην χώρα μας έφερε και την πλήρη ανατροπή στο ιδεολογικό επίπεδο των αξιών που κυριαρχούσαν στην ελληνική κοινωνία. Ο κενός αντικομμουνιστικός λόγος των δικτατόρων σε συνδυασμό με την κακόγουστη αισθητική του επένδυση, ακύρωσε την ιδεολογική κυριαρχία των νικητών του Εμφυλίου Πολέμου, που πλέον έπρεπε να απολογηθούν για την κατάχρηση των ιδεολογημάτων τους από τους συνταγματάρχες.
Η ανασύσταση του λόγου των αστικών κομμάτων ήταν μια δύσκολη υπόθεση μετά την δικτατορία και ουδείς την ανέλαβε. Απεναντίας, οι διανοούμενοι της Αριστεράς με την αίγλη των ευρωπαϊκών πανεπιστημιακών τίτλων, μπόρεσαν και περιτύλιξαν την αριστερή αφήγηση σε μια καλόγουστη συσκευασία και την πούλησαν σε ένα κοινό που ήταν πρόθυμο να την αγοράσει.
Οι αστικές πολιτικές δυνάμεις κουβαλώντας ενοχικά –ως μη όφειλαν – το άγος της δικτατορίας , παρεδόθησαν άνευ αντιστάσεως. Κάπως έτσι, οι ηττημένοι θύτες του Εμφυλίου Πολέμου-ελέω της 21ης Απριλίου- εξαγνίστηκαν και κυριάρχησαν.