Στον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να βολοδέρνουν παραζαλισμένοι για την δημοσκοπική καθήλωση, αλλά επί τέλους βρήκαν την χρυσή οδό να ασκήσουν αντιπολίτευση. Καταιγιστική και αφοριστική η Αυγή επιτέθηκε… στα σουπερμάρκετ «Μασούτης», γιατί υπέπεσαν στο μέγιστο ολίσθημα. Από τα μεγάφωνά τους ακούστηκε ο εθνικός Ύμνος!
Από πότε ανήκει στην αποστολή ενός κομματικού οργάνου, και δη αξιωματικής αντιπολίτευσης, να σχολιάζει, να κρίνει και να επικρίνει -δηλαδή να επιχειρεί να επιτηρήσει- το τι θα ακουστεί από τα μεγάφωνα μιας ιδιωτικής επιχείρησης;
Θα είχε, όχι μόνο δικαίωμα αλλά και δημοκρατικό καθήκον, αν από τα μεγάφωνα οιουδήποτε χώρου, δημοσίου ή ιδιωτικού, ακουγόταν ένας ναζιστικός ύμνος, σαν το “Horst-Wessel-Lied ” ας πούμε, και άλλα παρόμοια (βέβαια αν ακουγόταν η Διεθνής δεν θα τους πείραζε. Ίσως επέκριναν και τους πελάτες που δεν σήκωσαν το χέρι γροθιά).
Ο Εθνικός Ύμνος, τιμής ένεκεν παραμονή της επετείου των διακοσίων χρόνων, εναπόκειται στη διάθεση του κάθε πολίτη- ιδιοκτήτη. Αρκεί να μην είχε βέβαια παρέμβει στην ελεύθερη βούλησή τους, να μην είχε διατάξει τους εργαζόμενους να κάτσουν προσοχή κατά την ανάκρουσή του - κάτι που δεν τεκμαίρεται.
Δηλαδή ο Εθνικός Ύμνος, τμήμα από τον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν», που τον έγραψε ο Διονύσιος Σολωμός με το μυαλό στο τραγικό Μεσολόγγι («Βάστα καημένο Μεσολόγγι»), και είναι η συμπύκνωση αιμάτινης θυσίας για την ελευθερία μας -υπάρχουμε μέσα από μακελέματα και ανατάσεις- για την καλή εφημερίδα που εκφράζει απόψεις ΣΥΡΙΖΑ (γι’ αυτό και την σχολιάζουμε), δεν είναι παρά έναν μιλιταριστικό άκουσμα που πρέπει να ακούγεται μόνο σε στρατόπεδα;
Έχυσαν όξος και χολήν τις ημέρες της εθνικής επετείου, για μια από τις πιο μετριοπαθείς παρελάσεις που έχουν διεξαχθεί. Και το έκαναν απέναντι σε μια κοινή γνώμη εθνικώς ευαισθητοποιημένη, ακριβώς γιατί γιορτάσαμε την διακοσιοστή επέτειο -οι στρογγυλοί αριθμοί των επετείων είναι τομές στον χρόνο, για την ιστορία των λαών.
Όσο για το κιτς που θέλουν να υποστηρίζουν ότι εκδηλώθηκε, αμβλεία η μνήμη τους. Αρκεί να θυμηθεί κανείς τα νταούλια του Καμμένου στο Σύνταγμα. Τσιμουδιά τότε οι λεπταίσθητοι, που είχαν προσδώσει στην Εθνική Επέτειο, αισθητική εμποροπανήγυρης.
Ούτε στα νταούλια του Πάνου είχε δει κάποιο κιτς άλλος δημοσιογράφος, πρώην βουλευτής, με ισχυρή μνήμη για την… ΕΡΕ, που μας μας ενημερώνει ότι «έλαμψε το Kitsch στο πανοσήκωμα της Πινακοθήκης, έλαμπε η γιγάντια ταμπέλα που μνημείωνε τον χορηγό».
Ω τον αμνήμονα! Δεν… ήξερε παρότι πέρασε από αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού (!), ότι η σύμβαση για τη Πινακοθήκη (και η μνημείωση του ονόματος του χορηγού με συγκεκριμένο τρόπο) υπεγράφη επί ΣΥΡΙΖΑ! Τέτοια λήθη!
(Σημείωση: Αναφερόμαστε σε δημοσιεύματα μόνο δημοσιογράφων που έχουν θεσμική σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Φίλιους της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν σχολιάζει η στήλη. Αυτοί κρίνονται, όπως όλοι μας, από τους αναγνώστες).
Το πιο ωραίο της εμπαθούς ελαφρότητας, ήταν χθες που βουλευτής Κώστας Ζαχαριάδης, θέλοντας να σχολιάσει τη «σχεδόν διάγγελμα» όπως χαρακτήρισε τη δήλωση Μητσοτάκη για την επαναφορά του «Ράλλυ Ακρόπολις» στην χώρα μας. Έγραψε: «Όταν μου το είπανε νόμιζα ότι ήταν ο Mr. Bean, τελικά ήταν όντως ο Μητσοτάκης»!
Μένεις ενεός! Κατ’ αρχάς επί της κοινοβουλευτικής ηθικής: Είναι δυνατόν βουλευτής αξιωματικής αντιπολίτευσης, να αναφέρεται έτσι στον εκλεγμένο Πρωθυπουργό της χώρας; Και μάλιστα την στιγμή που ο Μητσοτάκης δεν έκανε κάποια γκάφα (άλλοι έκαναν κατά την παρέλαση), αλλά απλώς ανακοίνωσε την επαναφορά μας στην παγκόσμια γεωγραφία του «Ράλλυ», από την οποία είχαμε σβηστεί λόγω αφραγκίας, τον καιρό των μνημονίων; Δικαιούται να διαφωνεί. Ας το εκφράσει πολιτικά.
Επί πραγματιστικού: Δεν έχουν συναίσθηση; Είναι δυνατόν όταν ο Πρωθυπουργός «ρίχνει στο κεφάλι», υπερδιπλάσια ποσοστά πρωθυπουργικής καταλληλότητας στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να χρησιμοποιεί βουλευτής -και μάλιστα θεωρούμενος εκ των σοβαρών- τέτοιους ευτελείς χαρακτηρισμούς;
Και με τέτοιες συμπεριφορές νομίζουν ότι θα προσελκύσουν τους «νοικοκυραίους», που τώρα στα στερνά θυμήθηκε ο κ. Τσίπρας; Μα οι νοικοκυραίοι έχουν μια στοιχειώδη δημόσια αισθητική. Μπορεί να τα λένε στην παρέα τους στο καφενείο, αλλά δεν επιδοκιμάζουν να ακούγονται από επίσημα χείλη, με τη γλώσσα των χυδαίων τρολ – γλώσσα την οποία κατάντησαν να υιοθετήσουν στη απελπισία τους, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.