Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Η αγωνία τόσο του Σύριζα, όσο και της εγχώριας έκδοσης της καταρρέουσας ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας που αλληθωρίζει όλο και πιο αριστερά, εστιάζεται υποκριτικά στο χώρο των εργασιακών σχέσεων, των ωραρίων και των μισθών. Και οι δυο πολιτικοί χώροι στα πλαίσια της εμμονικής τους ταύτισης με το παρελθόν και τη στασιμότητα, νομίζουν πως έχουν βρει το απόλυτο προεκλογικό όπλο.
Είναι προφανώς τόσο ικανοποιημένες οι ηγεσίες του Σύριζα και του Πασοκ από την παρούσα κατάσταση στο χώρο της εργασίας, που αδυνατούν να αντιληφθούν την ανάγκη βαθιών τομών, αλλαγών και μεταρρυθμίσεων προς όφελος της ανάπτυξης, της επιχειρηματικότητας και της εργασίας. Είναι η ίδια λογική, που επιθυμεί να κρατάει ως όμηρο την αριθμητικά σημαντική πληθυσμιακή ομάδα των συμπολιτών μας, που βασίζουν την επιβίωσης της στα πάσης φύσεως επιδόματα και στις κρατικές ενισχύσεις.
Ποια είναι λοιπόν αυτή η σημερινή “ικανοποιητική” κατάσταση των εργαζομένων, η οποία δήθεν απειλείται, από την αυριανή κυβέρνηση που ενστερνίζεται σε κάποιο βαθμό τις αρχές της οικονομικής ελευθερίας; Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος, το 11% των εργαζομένων στη χώρα μας αμείβεται μηνιαίως με κάτω από 250 ευρώ. Σε απόλυτο μέγεθος, ο αριθμός αυτών των εργαζομένων ανέρχεται στις 251.000. Το 25% του συνόλου των εργαζομένων έχει μισθό κάτω από 500 ευρώ και ανέρχεται στους 571.000 εργαζόμενους. Συνολικά το 50% των εργαζομένων, δηλαδή 1.127.000 συμπολίτες μας, αμείβονται με μισθό κάτω από 793 ευρώ.
Και φυσικά πριν αρχίσουν τα σχόλια του τύπου, πως έτσι ήταν τα πράγματα και πιο πριν, θα σημειώσουμε πως από το 2015 μέχρι το 2018, οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης (με αμοιβές έως 250 ευρώ) αυξήθηκαν κατά 31%. Σήμερα, ένας στους τρεις εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, δηλαδή 696.825 άτομα, εργάζονται με μερική απασχόληση και με μέσο μισθό στα 376 ευρώ. Θέσεις πλήρους απασχόλησης κατέχει το 71% των εργαζομένων της χώρας, με μέσο μισθό στα 1.111 ευρώ. Συνολικά στην Ελλάδα, το σύνολο των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα είναι 2.396.602, με μέσες μηνιαίες αποδοχές της τάξης των 898 ευρώ.
Αυτήν την εργασιακή ευδαιμονία που έκτισε το κυβερνητικό συνονθύλευμα των αριστερών, των βασιλοφρόνων, των ακροδεξιών και των παλαιοπασόκων, προσπαθούν να κρατήσουν με νύχια και δόντια, οι δυνάμεις που κοντράρουν την απλή λογική, την οικονομική θεωρία, την επιχειρηματική πρακτική και την κίνηση προς τα εμπρός.
Διαβάζω για την επόμενη κυβέρνηση, πως “αν και ευαγγελίζεται τη νέα οικονομία, είναι να απορεί κανείς με την πεποίθηση ότι η νέα επιχειρηματικότητα θα ανθήσει μόνο με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές, χωρίς εναλλακτικά μέσα χρηματοδότησης και συμπράξεις καινοτομίας με το πανεπιστήμιο και την Κοινωνία των Πολιτών”. Με τέτοιες ξύλινες θεωρητικούρες άνευ νοήματος και ουσίας, δηλητηριάζουν την σκέψη των σκεπτόμενων συμπολιτών μας. Διαβάζω ακόμα στελέχη του κινάλ που αναφέρουν, πως “μια επικίνδυνη ασάφεια υπάρχει και στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, αφού δεν προσδιορίζεται πόσο θα πληρώνει ο εργαζόμενος και πόσο ο εργοδότης” και ανησυχώ.
Όταν μετά από δέκα χρόνια κρίσης και τέσσερα χρόνια καιροσκοπικών πειραματισμών, η κεντροαριστερά δεν έχει καταφέρει να αποβάλει το επαναστατικό αμπέχονο, το τριτοδρομικό σύνδρομο του πρώιμου πασοκ και δεν έχει ενστερνιστεί ούτε ένα ίχνος από την λογική της πραγματικότητας της Ευρωπαϊκή Ένωσης, πως περιμένουμε να συμπράξει στο κτίσιμο της αυριανής Ελλάδας;
Δυστυχώς δεν έχουν αντιληφθεί, πως οι πολλές και οι καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, δεν πέφτουν από τον ουρανό, ούτε ξεφυτρώνουν με διορισμούς στο δημόσιο, αλλά δημιουργούνται μέσα από την επιχειρηματικότητα. Δυστυχώς δεν έχουν αντιληφθεί πως οι χαμηλοί φορολογικοί συντελεστές και το χαμηλό μη εργασιακό κόστος, συμβάλουν στο μεγάλωμα των επιχειρήσεων και στην αύξηση των θέσεων απασχόλησης.
Αυτά δεν είναι ούτε νεοφιλελεύθερες καταραμένες θεωρίες, ούτε εντολές του Σόρος, ούτε ντιρεκτίβες του Ρόθτσιλντ, ούτε οδηγίες της οικονομική νομεκλατούρας της Ευρώπης. Είναι η απλή λογική. Είναι η λογική της ανάπτυξης .Είναι η εμπειρία που έρχεται από όλον τον κόσμο. Φυσικά και δεν είναι το μοντέλο της Βενεζουέλας, που έχουν στο μυαλό τους οι συριζαίοι και οι ακροδεξιοί συμπορευτές τους, ούτε το μοντέλο του Μπάαθ του Ιράκ και του Καντάφι της Λιβύης που έχουν στο μυαλό τους οι άνθρωποι του κιναλ ή της ελιάς, ή δημοκρατικής συμπαράταξης ή του τριτοδρομικού πασόκ.
*Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.