Του Κωνσταντίνου Βέργου*
Κατά το προηγούμενο διάστημα, η ανάκαμψη των τιμών εμπορευμάτων (commodities) έδωσε, όπως εξάλλου περιμέναμε, σημαντική ώθηση στην αγορά μετοχών και ομολόγων. Όμως τα νέα στατιστικά δεδομένα από ΗΠΑ και Αγγλία δείχνουν επιβράδυνση της ανάπτυξης στις δύο σημαντικές αυτέ χώρες. Προμηνύει όμως αυτή η εξέλιξη την αρχή της πτώσης στα χρηματιστήρια παγκοσμίως;
Από τις 11 Φεβρουαρίου, με τη συμφωνία Ρώσων και Σαουδαράβων, υπήρξε εκρηκτική αύξηση της τιμής του πετρελαίου, κατά 35%. Αύξηση που πυροδότησε ράλι σε σειρά εμπορευμάτων, αλλά κυρίως τιμών μετοχών και ομολόγων εταιρειών που εμπλέκονται σε παραγωγή πετρελαίου, ενέργειας και μετάλλων. Αυτό το ράλι διέλυσε τα σύννεφα που υπήρχαν στα χρηματιστήρια, επιτρέποντας τη στροφή του επενδυτικού ενδιαφέροντος σε σειρά εταιρειών που θεωρούνταν πλέον βαθιά υποτιμημένες. Επέτρεψε επίσης, αυτό το ράλι, και την αναθέρμανση του ενδιαφέροντος για σειρά τραπεζών που είχαν «σημαντική έκθεση κινδύνων» σε εταιρείες του χώρου της ενέργειας ή των μετάλλων, πολλές από τις οποίες κατά τους τελευταίους μήνες είδαν τα κέρδη τους να εξαφανίζονται λόγω της εξαιρετικά αρνητικής πορείας των τιμών μετάλλων και πετρελαίου στο προηγούμενο εξάμηνο διάστημα. Πρόσφατα στοιχεία επίσης είχαν εν τω μεταξύ δείξει ότι η ανάπτυξη στις ΗΠΑ ήταν καλύτερη από ο,τι αναμένονταν στο τελευταίο τρίμηνο του 2015, ενώ επίσης η Αγγλία, χώρα της οποίας οι ρυθμοί ανάπτυξης συχνά «προβλέπουν» τι θα συμβεί στις ΗΠΑ, είχε πάει σχετικά ικανοποιητικά στο τέλος του προηγούμενου έτους.
Νέα στοιχεία στις ΗΠΑ και Αγγλία, όμως, από την αρχή του 2016 δείχνουν ότι η ανάπτυξη του ΑΕΠ και των δύο αυτών χωρών μάλλον δεν θα έχει την «ορμή» του 2015. Οι Πωλήσεις λιανικής στις ΗΠΑ, μάλιστα, τον Φεβρουάριο έπεσαν κατά 0,1% και φανερώνουν ότι η καταναλωτική ζήτηση στις ΗΠΑ, που είναι η σημαντικότερη του πλανήτη, δεν πάει καθόλου καλά. Σε τι βαθμό αυτό μπορεί να δείχνει αλλαγή τάσης είναι δύσκολο να προβλεφτεί με ακρίβεια, όμως η αύξηση των «αποθεμάτων» εμπορευμάτων, που έφτασαν τα επίπεδα του 2009, είναι αναμφισβήτητα ένας ακόμη παράγοντας που πρέπει να μας ανησυχεί. Αύξηση αποθεμάτων, μείωση πωλήσεων και αύξηση κόστους (μισθοί, ενέργεια), όλα συνηγορούν προς υπερπαραγωγή χωρίς κατανάλωση και με συνέπεια την πτώση των εταιρικών κερδών. Αν και θα πρέπει κανονικά να περιμένουμε για διάστημα τουλάχιστον 3 ως 4 μηνών για να βγάλουμε ένα σοβαρό συμπέρασμα, αντίστοιχες τάσεις στην Αγγλία δείχνουν ότι ίσως πλέον πλησιάζουμε ένα «σημείο καμπής». Σημείο στο οποίο αντιστρέφονται οι τάσεις της αγοράς και γίνεται μετακύλιση θέσεων.
Η απόφαση κορυφαίων διαχειριστών, όπως η HSBC, στις προηγούμενες δύο εβδομάδες, να τριπλασιάσουν τις τοποθετήσεις σε μετρητά μειώνοντας την τοποθέτηση σε ομόλογα και μετοχές, είναι αρκετά ενδεικτική προς τα πού οδεύει το «έξυπνο χρήμα». Όπως είχαμε πει και στο παρελθόν, η προσέγγιση του δείκτη Dow Jones κοντά στις 17.500 μονάδες κλείνει το κενό τιμών που είχε δημιουργηθεί στο παρελθόν και επιτρέπει, αν η κατάσταση είναι όντως άσχημη, τη ρευστοποίηση και απότομη πτώση της αγοράς από εκείνα τα επίπεδα. Καθώς σε αυτήν τη φάση παρατηρείται ήδη κούραση στις τιμές του πετρελαίου, ίσως αυτή η εξέλιξη όντως να σημάνει αποεπένδυση επίσης από τις μετοχές που ευνοήθηκαν στο προηγούμενο διάστημα και είναι εύκολοι στόχοι ρευστοποίησης όπως τράπεζες και μεταλλουργικές.
* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία.
Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.