του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη
Οι συγκαιρινοί του τον τιμούσαν και θεωρούσαν πως είναι ένας φυσικός, ένας επιστήμονας ισάξιος του Λεβ Λαντάου, ωστόσο, τον εκτέλεσαν σε ηλικία 32 χρονών, με μοναδικό του αμάρτημα την συγγραφή ενός παιδικού βιβλίου με θέμα τις ανακαλύψεις του ραδιοτηλέγραφου.
Ο φυσικός Ματβέι Μπρονστέιν, αρνήθηκε απλά να γράψει πως ο Ιταλός Μαρκόνι έκλεψε την εφεύρεσή του από τον Ρώσο Ποπόφ. Δικαίως, οι ιστορικοί της επιστήμες - και όχι μόνο - θεωρούν την απώλεια του για την παγκόσμια επιστήμη καταστροφή.
Ο Ματβέι Πετρόβιτς Μπρονστέιν (1906-1938) γεννήθηκε στην Βίνιτσα της Ουκρανίας. Ήταν γόνος επαρχιακής εβραϊκής οικογένειας, η οποία ζούσε στις ειδικές περιοχές για τους Εβραίους. Ο πατέρας του ήταν γιατρός, ο οποίος παρά την ταπεινή του καταγωγή, κατάφερε να σπουδάσει γιατρός στο Κίεβο. Η μητέρα του ήταν νοικοκυρά, αφοσιωμένη στις φροντίδες της οικογένειας με τα τρία παιδιά.
Με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου το 1914, ο πατέρα του επιστρατεύτηκε και επέστρεψε μετά από 4 χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων, η οικογένειά του υπέφερε, με αποτέλεσμα το 1915 η μητέρα να πάει τα τρία παιδιά της στο Κίεβο, στον πατέρα της, ο οποίος ήταν διαχειριστής στο σπίτι ενός πλούσιου εμπόρου.
Ο Ματβέι, φιλομαθής και βιβλιοφάγος από μικρός δεν πήγε στο σχολείο. Στην Βίνιτσα ήταν πολύ μικρός για να πάει στο γυμνάσιο, στο Κίεβο δεν κατάφερε να γίνει δεκτός γιατί υπήρχε ποσόστωση στον αριθμό των Εβραίων που μπορούσαν να σπουδάσουν, η οικογένεια του ήταν φτωχή και ο ίδιος δεν είχε την κατάλληλη ηλικία. Ακολούθησε η κατ’ οίκον εκπαίδευση και η συμμετοχή μόνο στις εξετάσεις του γυμνασίου. Το Κίεβο όμως, μετά την επανάσταση, ήταν το επίκεντρο των ταραχών, αλλάζοντας διαρκώς αφέντες: πρώτα το κατέλαβαν οι Γερμανοί και στη συνέχεια, διαδοχικά, έπεσε στα χέρια των στρατευμάτων του Σκοροπάντσκι, του Διευθυντηρίου, του στρατηγού Ντενίκιν και των Λευκών Πολωνών. Ουσιαστικά, το Κίεβο πέρασε οριστικά στα χέρια των Μπολσεβίκων, το καλοκαίρι του 1920. Έως τότε όμως ο Ματβέι και τα αδέλφια του είχαν μάθει να αφομοιώνουν μόνοι τους τις γνώσεις, διαβάζοντας καθημερινά με τις ώρες στην βιβλιοθήκη.
Το καλοκαίρι του 1924 ο Ματβέι έμαθε πως στο πανεπιστήμιο λειτουργεί ένας κύκλος εραστών της φυσικής και έγινε μέλος του. Ο κύκλος αυτός είναι την ονομασία «Τμήμα Φυσικής του πανεπιστημιακού φοιτητικού κύκλου ερευνητών της φύσης». Επικεφαλής και ιδρυτής του ήταν ο νεαρός φυσικός Πιότρ Σάβιτς Ταρτακόφσκι. Αν θα θέλαμε να φέρουμε κάποια αναλογία με την σημερινή κατάσταση, θα λέγαμε πως ο κύκλος αυτός είναι σαν τα «Σεμινάρια για προχωρημένους», τα οποία προετοίμαζαν τους φοιτητές για την επιστημονική τους δραστηριότητα, ενώ η επιλογή των μελών γινόταν με ιδιαίτερα αυστηρά κριτήρια.
Ο Μπρονστέιν, χωρίς να έχει το τυπικό απολυτήριο της μέσης εκπαίδευσης, μα με ικανό απόθεμα γνώσεων, συμμετείχε στον κύκλο αυτό μαζί με τους φοιτητές του πανεπιστημίου.
Ανάμεσα στα άλλα αντικείμενο των ενδιαφερόντων του κύκλου φοιτητών ήταν και τα σύγχρονα, εκείνη την εποχή, ζητήματα της φυσικής. Λίγους μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 1925, στο περιοδικό της Ρωσικής Φυσικο-Χημικής Εταιρείας, δημοσιεύτηκε το πρώτο άρθρο του Μπρονστέιν με τίτλο «Για μία από τις επιπτώσεις της υπόθεσης των κβάντα των φωτονίων». Την εποχή εκείνη απέρριπταν την υπόθεση αυτή σχεδόν όλοι οι φυσικοί, ανάμεσα τους και ο Νιλς Μπορς.
Την ίδια χρονιά, το γερμανικό περιοδικό «Zeitschrift für Physik», δημοσίευσε δύο ακόμη άρθρα του νεαρού Μπρονστέιν και την επόμενη χρονιά, το 1926 άλλα τρία. Αποκτάει μεγάλη δημοσιότητα και αναγνώριση στους κύκλους των φυσικών και αστρονόμων του του Κιέβου και γίνεται μέλος του τμήματος των ερευνητών στην Ένωση Εργαζομένων στην Παιδεία του Κιέβου. Ανάμεσα σε εκείνους που τον εκτιμούσαν ιδιαίτερα ήταν ο διευθυντής του Αστεροσκοπείου του Κιέβου Σ. Ντ. Τσιόρνι και οι επικεφαλής των σεμιναρίων Φυσικής Λ.Ι. Κορντίς και Γ. Γ. Ντε Μετς, οι συστατικές επιστολές των οποίων, αποδείχτηκαν ιδιαίτερα χρήσιμες για την είσοδό του στο πανεπιστήμιο.
Το 1926 ο Μπρονστέιν μετακόμισε στο Λένινγκραντ, το οποίο την εποχή εκείνη ήταν η επιστημονική πρωτεύουσα της Ε.Σ.Σ.Δ. όπου είχε μεταφερθεί η Ακαδημία Επιστημών και τα σημαντικότερα ινστιτούτα της. Αρχίζει τις σπουδές του στην Σχολή Φυσικής του τοπικού πανεπιστημίου και σύντομα απέκτησε την φήμη του εξαίρετου σπουδαστή, τον οποίο υπολόγιζαν ακόμη και οι καθηγητές, δεδομένων των δημοσιεύσεών του σε ευρωπαϊκά, επιστημονικά περιοδικά.
Ο Ματβέι Μπρονστέιν, μοίραζε τον χρόνο του, ανάμεσα στις δύο μεγάλες αγάπες του: την φυσική και την αστρονομία, παρακολουθώντας παράλληλα τα μαθήματα στις δύο αυτές σχολές. Στενός του φίλος, εκείνη την εποχή ήταν ο Βίκτωρ Αμπαρτσουμιάν, ο οποίος στο μέλλον θα γίνει μέλος της Ακαδημίας Επιστημών της Ε.Σ.Σ.Δ. και θα θεμελιώσει πρώτος την Θεωρητική Αστροφυσική στην χώρα του.
Το 1929 ο Μπρονστέιν δημοσίευσε ορισμένες επιστημονικές εργασίες με θέμα την Αστροφυσική, μία εκ των οποίων είχε σχέση με την θερμοκρασία στην επιφάνεια των αστέρων και είναι γνωστή σήμερα ως «Αλληλουχία Χοπφ-Μπρονστέιν».
Το 1930 ο Μπρονστέιν αποφοίτησε από την Σχολή Φυσικής του Πανεπιστημίου του Λένινγκραντ και αμέσως ξεκίνησε να εργάζεται στο Θεωρητικό Τμήμα στο Ινστιτούτο Θεωρητικής Φυσικής της ίδιας πόλης. Παράλληλα, συμμετείχε ενεργά στα σεμινάρια του Γ. Ι. Φράνκελ μέλους της Ακαδημίας Επιστημών, ο οποίος εκτιμούσε ιδιαίτερα τις αναλυτικές ικανότητες του νεαρού επιστήμονα.
Το 1931 ο Μπρονστέιν γνώριζε την Λυδία Τσουκόφσκαγια, την γυναίκα στην οποία η Ρωσία αλλά και η ανθρωπότητα οφείλει πολλά, γιατί ήταν εκείνη που έσωσε πολλά έργα μεγάλων Ρώσων λογοτεχνών από την καταστροφή, απομνημονεύοντας τα.
Η Λυδία ήταν παντρεμένη με τον ιστορικό της λογοτεχνίας Τσέζαρ Βόλπε και είχε μία κόρη. Το 1934 χώρισε και ύστερα από ένα διάστημα παντρεύτηκε τον Μπρονστέιν. Το 1935 ο νεαρός φυσικός υποστήριξε την διδακτορική του διατριβή με θέμα την ποσοτικοποίηση των βαρυτικών κυμάτων, η οποία ήταν η πρώτη σε αυτό το επιστημονικό πεδίο.
Στα τέλη Ιουλίου του 1938 ο Μπρονστέιν πήγε στον Καύκασο για θεραπεία και επιστρέφοντας, πέρασε από το Κίεβο για να επισκεφτεί τους γονείς του. Την νύχτα από την 5η προς την 6η Αυγούστου, τον συνέλαβαν στο σπίτι των γονιών του.
Απόσπασμα από την πρώτη ανάκριση
«...
- Έχετε συλληφθεί ως μέλος αντισοβιετικός οργάνωσης. Καταθέστε ειλικρινά ως προς την ουσία της κατηγορίας που σας βαρύνει.
- Μέλος αντισοβιετικής οργάνωσης δεν είμαι.
- Δεν λέτε την αλήθεια. Η ανάκριση διαθέτει επαρκή στοιχεία, τα οποία σας εμπλέκουν ως μέλος αντισοβιετικής οργάνωσης. Θα πείτε την αλήθεια;
- Για άλλη μία φορά σας λέω πως δεν ήμουν μέλος αντισοβιετικής οργάνωσης. Κάτι άλλο δεν έχω να πω, το πρακτικό κατέγραψε σωστά τα λόγια μου και μου αναγνώστηκε.
Μ. Μπρονστέιν.
...»
Μία εβδομάδα αργότερα, μην αντέχοντας τα απάνθρωπα βασανιστήρια, καταθέτει τελείως διαφορετικά πράγματα.
«...
- Κατά την πρώτη ανάκριση, αρνηθήκατε την συμμετοχή σας σε αντεπαναστατική οργάνωση. Θα πείτε τώρα την αλήθεια;.
- Στην προηγούμενη ανάκριση ψευδώς αρνήθηκα την κατηγορία που με βαρύνει. Εγώ, ο Ματβέι Μπρονστέιν, όντως είναι μέλος αντεπαναστατικής οργάνωσης της διανόησης, η οποία λειτουργεί στο Λένινγκραντ.
- Τι οργάνωση είναι αυτή; Ποιοι ήταν οι στόχοι της;
- Η οργάνωση, στην οποία ανήκα μέχρι την σύλληψή μου, είχε ως στόχο την ένωση της αντεπαναστατικής διανόησης, καθώς επίσης και την οργάνωση του αγώνα για την αποκαθήλωση της σοβιετικής εξουσίας και την εγκαθίδρυση ενός πολιτικού συστήματος, στο οποίο η διανόηση θα συμμετείχε στην διοίκηση του κράτους, μαζί με άλλα στρώματα του πληθυσμού, όπως γίνεται στις χώρες της Δύσης.
- Είχατε ως στόχο την εγκαθίδρυση στην Ε.Σ.Σ.Δ. φασιστικού καθεστώτος.
- Ουσιαστικά περί αυτού πρόκειται...
...»
Σύμφωνα με την καταδικαστική απόφαση από 24 Ιανουαρίου 1938, στην «καθημερινή αντισοβιετική του δουλειά», ο επιστήμονας «προετοίμαζε τρομοκρατικές ενέργειες» και οργάνωνε «φωλιές κατασκόπων».
Η δίκη έγινε στις 13 Φεβρουαρίου 1938 και διήρκησε μόλις 20 λεπτά, από τις 8.00 και 40 λεπτά μέχρι τις 09.00. Οι δικαστές καταδίκασαν τον Μπρονστέιν «για την ενεργό συμμετοχή του σε αντεπαναστατική οργάνωση, με βάση τα άρθρα 58-8 και 58-11 του Ποινικού Κώδικα στην εσχάτη των ποινών». Η ποινή εκτελέστηκε αυθημερόν.
Η Λυδία Τσουκόφσκαγια, είχε προλάβει να ζήσει μαζί του όλο κι όλο δυόμιση χρόνια. Αφιέρωσε όμως όλη της την ζωή, αρχικά για την απελευθέρωσή του και, στη συνέχεια, για να μάθει έστω και το παραμικρό για την τύχη και τον τάφο του. Πολύ αργότερα, κατάφερε να αποκαταστήσει το όνομά του. Το μόνο που απέμεινε ως μνήμη στα χέρια της ήταν ένα κομμάτι χαρτί που έγραφε:
«Η απόφαση του Στρατοδικείου του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ε.Σ.Σ.Δ. από 18 Φεβρουαρίου 1938 αναφορικά με τον Μιχαήλ Πετρόβιτς Μπρονστέιν, με βάση τα νέα στοιχεία που ήρθαν στο φως, ακυρώνεται και παύει η δίωξη του».
Αυτό έγινε 29 χρόνια μετά την εκτέλεση του συζύγου της.
Μέχρι σήμερα το μόνο που ξέρουμε, είναι πως το άψυχο κορμί του ταλαντούχου φυσικού, πετάχτηκε μαζί με άλλα αθώα θύματα, σε έναν ανώνυμο ομαδικό τάφο.