Η τρίτη Κυριακή κάθε Ιανουαρίου έχει καθιερωθεί ως η Εθνική Ημέρα Μνήμης για τα Θύματα της Τρομοκρατίας στην Ελλάδα. Το τελευταίο όμως διάστημα βιώνουμε διάφορα περιστατικά που προκαλούν προβληματισμό για την υποστήριξη της πολιτικής βίας στην Ελλάδα, όπως η προσβολή της μνήμης του Παύλου Μπακογιάννη.
Από τα πρώτα γραπτά κείμενα της ανθρωπότητας, πριν καν την οργανωμένη καταγραφή της ιστορίας, υπάρχει μία κοινή συνισταμένη, ο σεβασμός στο νεκρό. Όταν αυτός δεν υπήρχε η ύβρις, ακόμη και αν αυτή προερχόταν από τον θρυλικό Αχιλλέα, τιμωρούνταν σκληρά από τους θεούς. Με το πέρασμα των αιώνων και την εξέλιξη του πολέμου, μπορεί ο άνθρωπος να ανέπτυξε όπλα τρομερά θανατηφόρα, ωστόσο, ακόμη και οι ένοπλες συρράξεις έχουν κανόνες, το δίκαιο των συγκρούσεων. Βέβαια, έχουν διαχρονικά υπάρξει θηριωδίες, με χαρακτηριστική περίπτωση τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τους Ναζί. Μία ειδική κατηγορία συγκρούσεων όπου οι κανόνες υποχωρούν και η αγριότητα κυριαρχεί είναι οι εμφύλιες. Τα σκληρά, τραυματικά αποτελέσματα του Εμφυλίου τα έχει γνωρίσει η Ελλάδα. Η πολιτική διάσταση της σύγκρουσης, άρα και της βίας δημιουργεί άλλα δεδομένα.
Στην τρομοκρατία, ανά τους αιώνες, η αντιμετώπιση των θυμάτων (νεκρών και τραυματιών) είναι τελείως διαφορετική. Το θύμα τρομοκρατικής βίας, στις περισσότερες των περιπτώσεων, γνώριζε και έναν συμβολικό «θάνατο», μία προσπάθεια απανθρωπισμού, ως μέρος της πρόκλησης τρόμου. Τα τελευταία χρόνια, την περίοδο που στην παγκόσμια τρομοκρατία κυριάρχησε η ωμή βία της Daesh, είδαμε πολλές φορές τέτοιες εικόνες (σταυρώσεις, αποκεφαλισμοί, κάψιμο σε πυρά κτλ.).
Οι χώρες της Δύσης έχουν αναδείξει την απόδοση τιμής στη μνήμη των θυμάτων της τρομοκρατίας ως ιερό καθήκον της Πολιτείας, αλλά και ως συστατικό στοιχείο των αντί- τρομοκρατικών πολιτικών. Κρατώντας ζωντανή τη μνήμη των θυμάτων δυναμώνουν την ανθεκτικότητα της κοινωνίας έναντι της τρομοκρατικής απειλής. Οι χώρες έχουν επιλέξει διαφόρους τρόπους για να τιμήσουν τη μνήμη των θυμάτων. Ημέρες μνήμης, μνημεία, μουσεία, ονοματοδοσίες δρόμων και πλατειών και εκδηλώσεις είναι μόνο μερικοί από αυτούς.
Η Ε.Ε. δίνει επίσης ιδιαίτερη βαρύτητα στο ζήτημα της μνήμης των θυμάτων της τρομοκρατίας. Η 11η Μαρτίου έχει καθιερωθεί ως η Ευρωπαϊκή Ημέρα Μνήμης των Θυμάτων της Τρομοκρατίας (η ημέρα που έγιναν οι επιθέσεις στη Μαδρίτη το 2004). Παράλληλα, έχει δημιουργήσει ομάδες εργασίας, διοργανώνει, μέσω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και υποστηρίζει εκδηλώσεις μνήμης σε όλη την Ευρώπη και έχει καθιερώσεις ως προτεραιότητα των πολιτικών πρωτοβουλιών της για την αντιμετώπιση του βίαιου εξτρεμισμού και της τρομοκρατίας τα θύματα.
Επιπρόσθετα, οι τρομοκρατικές επιθέσεις των τελευταίων ετών που άφησαν πίσω τους εκατοντάδες θύματα, δημιούργησαν μεγαλύτερη ανάγκη για να ενισχυθεί το πλαίσιο υποστήριξης των θυμάτων. Σε αυτή την κατεύθυνση η Ε.Ε. προωθεί πολλές πρωτοβουλίες (Στρατηγική για τα Θύματα, Οδηγίες, προγράμματα εκπαίδευσης για επαγγελματίες, Ευρωπαϊκό Κέντρο Αριστείας κτλ.).
Πρέπει να τονιστεί πως η υποστήριξη και η διατήρηση της μνήμης των θυμάτων, η δημιουργία δηλαδή Κοινοτήτων Μνήμης, πέρα από τα κράτη και τους περιφερειακούς ή διεθνείς οργανισμούς, βασίζεται σε σημαντικό βαθμό στις Οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών και στις συλλογικές πρωτοβουλίες των συγγενών και των θυμάτων που επέζησαν των επιθέσεων.
Στην Ελλάδα αυτή η συζήτηση είναι αμήχανη, σπασμωδική και οι πρωτοβουλίες του κράτους λίγες (Νόμος Γιαννάκου για την Εθνική Ημέρα Μνήμης το 2007, Εκδήλωση του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη το 2020). Αντίστοιχα, λίγες ήταν και οι πρωτοβουλίες από την Κοινωνία των Πολιτών. Επί της ουσίας, πολίτες ως άτομα υποστήριξαν την μία από τις δύο ομάδες- Κοινότητες Μνήμης που δημιούργησαν συγγενείς των θυμάτων- την ΩΣ ΕΔΩ! Η άλλη πρωτοβουλία είναι ο «Σύλλογος Θυμάτων Τρομοκρατίας Θάνος Αξαρλιάν».
Το πρόβλημα όμως δεν περιορίζεται στις ελάχιστες πρωτοβουλίες. Είναι βαθύτερο και αφορά τη στάση μέρους της κοινωνίας έναντι της τρομοκρατίας και της πολιτικής βίας. Δυστυχώς, δεν μπορούμε ακόμη να συμφωνήσουμε ούτε στο ζήτημα της τιμής στη μνήμη των θυμάτων. Είναι άλλη μια απόδειξη, η θλιβερότερη ίσως, πως στην Ελλάδα, υπάρχουν ακόμη αρκετοί άνθρωποι που διαχωρίζουν ιδεοληπτικά μεταξύ καλής και κακής βίας και διαλέγουν θύματα. Δεν είναι λίγες οι φορές που ακόμη και πολιτικά πρόσωπα έχουν προσπαθήσει να αιτιολογήσουν τη βία. Να την ντύσουν με μία κάποια «ιδεολογία» ή να την χαρακτηρίσουν «μορφή αντίδρασης στη βία του κράτους». Δυστυχώς, υπάρχουν ακόμη νοσταλγοί της δολοφονικής δράσης της 17 Νοέμβρη.
Συνολική απάντηση στη βία και στην τρομοκρατία δεν θα υπάρξει όσο δεν μπορούμε να λύσουμε έστω αυτό το ζήτημα. Το απολύτως αυτονόητα. Το ιερό καθήκον απόδοσης τιμής στη μνήμη των θυμάτων.
Δεν χρειάζονται πολλά λόγια. Το δυστοπικό πανό υποστήριξης του τρομοκράτη και παράλληλα προσπάθεια βεβήλωσης της μνήμης του Παύλου Μπακογιάννη που αναρτήθηκε στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς αρκεί για να αποδώσει την κατάσταση στην Ελλάδα.
Μόνο που αυτές οι θλιβερές μειοψηφίες δεν μπορούν να βεβηλώσουν τη μνήμη του Παύλου Μπακογιάννη, ούτε κανενός άλλου θύματος της τρομοκρατίας.
Τα πράγματα είναι απλά: α) οι τρομοκράτες έχουν μόνο μία ιδεολογία- το θάνατο, β) οι στυγεροί δολοφόνοι δεν είναι πολιτικοί αγωνιστές- η πολιτική αντιπαράθεση δεν έχει σχέση με πυροβόλα όπλα και ρουκέτες, γ) δεν υπάρχουν αθώα και ένοχα θύματα και δ) δεν υπάρχει καλή και κακή βία.
Δυστυχώς όμως, αυτές τις αντιλήψεις και τις μειοψηφίες που τις αναπαράγουν τις κρατούν στη «ζωή» όλοι αυτοί που δεν καταδικάζουν, που διαλέγουν θύματα. Είναι αυτοί που προσπαθούν να δικαιολογήσουν την «καλή» βία.
Αυτή είναι η δυστοπία μας!
* O Δρ. Ευρωπαϊκής Ασφάλειας και νέων απειλών. Επιστημονικός Συνεργάτης ΕΛΙΑΜΕΠ.