Του Κωνσταντίνου Βέργου*
Πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι η Ευρώπη πλέον φεύγει από την εποχή της «παγκοσμιοποίησης» και εισέρχεται σε μια νέα εποχή όπου τα έθνη ελέγχουν τον πλούτο που παράγουν. Πού όμως οδηγεί αυτή η εξέλιξη; Υπάρχει κίνδυνος νέας ανάφλεξης στην Ευρώπη;
Παραδόξως, οι εξελίξεις είναι ευρωπαϊκές, αλλά δεν ξεκίνησαν από φτωχά κράτη, αλλά από πλούσια, από την Ελβετία, πριν δυο χρόνια! Η Ελβετία, αν και δεν αποτελεί μέλος της Ε.Ε., αλλά είναι τμήμα της Ευρωπαϊκής Ελεύθερης Ζώνης Εμπορίου (EFTA - European Free Trade Area), έχει ελεύθερη πρόσβαση στην αγορά της Ε.Ε., διότι εις αντάλλαγμα υπέγραψε... πάνω από 100 διμερείς συμφωνίες συμμόρφωσης προς την πολιτική της Ε.Ε. στον ανταγωνισμό, μεταφορές, ενέργεια, οικονομική και νομισματική συνεργασία. Με την απόφαση το 2014 να απορρίψει τη μια από τις 4 ελευθερίες (ελεύθερη μετακίνηση εργαζομένων) οδήγησε στο πάγωμα των άλλων τριών, μεταφορά αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίου. Αυτό φαίνεται τώρα να γίνεται και με την Αγγλία.
Ενώ η έξοδος της Αγγλίας από την Ε.Ε. αποτελεί την πρώτη μεγάλη γροθιά, τα τελευταία 40 χρόνια, στο πρόσωπο της παγκοσμιοποίησης και οδηγεί σε μείωση του ρόλου των πολυεθνικών εταιρειών, είτε αυτές είναι αμερικάνικες, είτε γερμανικές, είτε ολλανδικές, ταυτόχρονα οδηγεί και σε αύξηση των τιμών, όπως για παράδειγμα του ενεργειακού κόστους, υποστηρίζουν ειδικοί του ινστιτούτου IEEFA, όπως ακριβώς συνέβη και στην Ελβετία. Η πρόσφατη επίθεση της Άνγκελα Μέρκελ προς την αγγλική κυβέρνηση στο «να κρατήσει ανοιχτές και τις 4 αγορές, κεφαλαίου, εργασίας, αγαθών και υπηρεσιών», αν και φαίνεται να εξυπηρετεί τις μεγάλες γερμανικές εταιρείες και έχει εκδικητική χροιά, έχει προηγούμενο, είναι απλή εφαρμογή εκείνου που εφαρμόστηκε στην Ελβετία! Οι εξελίξεις στην Αγγλία, με την κυβέρνηση να καταρτίζει «λίστες» με «ξένους» στα σχολεία και τις εταιρείες, οδηγεί σε μια άνευ προηγουμένου εφαρμογή ξενοφοβίας και ρατσισμού σε ευρωπαϊκή χώρα, έχει τύχει την κατακραυγής από τον επιχειρηματικό χώρο και αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά το κόστος και την ποιότητα των υπηρεσιών, αλλά και γενικά το επιχειρείν, στη μεγάλη αυτή και ιστορικά δημοκρατική χώρα.
Το αντάρτικο όμως στην Ε.Ε. φαίνεται ότι πλέον ξεκινάει και σε χώρες της πρώην ανατολικής Ευρώπης. Και δεν μένει μόνο στην αμφισβήτηση της εισόδου εργατικού δυναμικού. Πάει πολύ μακρύτερα. Με τον τίτλο «Οικονομικός πατριωτισμός», ο Βίκτορ Όρμπαν, Ούγγρος πρωθυπουργός, σε κοινή συνέντευξη με τον Πολωνό ηγέτη, Γιαροσλάβ Καζίνσκι, περιγράφει το όραμα των δύο χωρών για τα επιχειρηματικά κεφάλαια. Ενώ πριν 6 χρόνια η κυβέρνηση του Ούγγρου ηγέτη μείωσε τη φορολογία στον κλάδο ενέργειας, λιανεμπορίου,και τηλεπικοινωνιών, επιβάρυνε τις ξένες τράπεζες, αλλά και τις υποχρέωσε στη μετατροπή δανείων σε εγχώρια ισοτιμία, μεταφέροντας το κόστος συναλλαγματικών ασταθειών από τους καταναλωτές στις τράπεζες. Η κίνηση αυτή οδήγησε σε χρεοκοπία κάποιες τράπεζες που πέρασαν σε εθνικά χέρια, εκπληρώνοντας τον στόχο να ελέγχονται πλειοψηφικά οι τράπεζες από εθνικά κεφάλαια, αλλά σώθηκαν οι πολίτες. Αντίστοιχες κινήσεις προσπάθησε να κάνει το καλοκαίρι η πολωνική κυβέρνηση, προσωρινά υποχώρησε, αλλά αναμένεται να επανέλθει. Ο Ούγγρος ηγέτης φαίνεται να εστιάζεται στον τομέα των τραπεζών, των ΜΜΕ, ενέργειας και λιανεμπορίου.
Οι εξελίξεις αυτές δείχνουν ότι οι 4 βασικές ελευθερίες της Ε.Ε. αυξανόμενα αμφισβητούνται. Όμως το μείγμα ξενοφοβίας και οικονομικού «πατριωτισμού» έχει αμφίβολη οικονομική βάση και μακροπρόθεσμα θα οδηγήσει, κρίνοντας από ιστορικά δεδομένα, σε έξοδο των διεθνών κεφαλαίων. Αυτό όμως, όπως έχουν δείξει άλλες μελέτες, ίσως κοστίσει σε ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ των χωρών αυτών. Το κλείσιμο, επίσης, από την ουγγρική κυβέρνηση της μεγαλύτερης αντιπολιτευτικής εφημερίδας στην Ουγγαρία και η απαγόρευση πολιτικής δράσης δημοκρατικών κομμάτων στην Πολωνία δείχνουν ότι ο φασισμός βρίσκεται με το ένα, τουλάχιστον, πόδι στην εξουσία, κάτι εξαιρετικά ανησυχητικό, θυμίζοντας τις εξελίξεις στη γείτονα, τριτοκοσμική Τουρκία.
Όταν όμως ο «οικονομικός πατριωτισμός» παντρεύεται με τη φίμωση της πολιτικής, των αντιπάλων φωνών και τη φτώχεια, ίσως τότε είμαστε αρκετά κοντά σε ό,τι θύμιζε τον μεσοπόλεμο στην Ευρώπη. Είναι επομένως σωστό να πούμε ότι η παγκοσμιοποίηση φεύγει, αλλά αυτό που έρχεται στη θέση της ίσως είναι κάτι που επίσης προκαλεί προβληματισμό. Όχι μόνο γιατί γκρεμίζεται ο θεσμός των ελευθέρων αγορών, που επέτρεψε ταχεία ανάπτυξη. Αλλά και επειδή επανέρχεται ένα μείγμα ξενοφοβίας, δίωξης των πολιτικών ιδεών, πείνας. Όχι μόνο σε κάποιες χώρες της Ε.Ε., αλλά και σε μεγάλες, όπως δείχνουν οι πρόσφατες εξελίξεις με την άνοδο ακροδεξιών ή ξενοφοβικών κομμάτων στη Γερμανία και Γαλλία αλλά και αλλού.
Ατυχώς, οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν από τη Γερμανία μέσα στην Ε.Ε. τα τελευταία χρόνια κατέστρεψαν τον ιστό κοινωνικής προστασίας στην Ε.Ε., διέλυσαν τις μικρές εταιρείες, ενίσχυσαν τις φυγόκεντρες τάσεις, από το γερμανικό «νταχάου» με τα στημένα Eurogroup. Όμως το μείγμα ξενοφοβίας, δίωξης των πολιτικών ιδεών, φτώχειας που συμβαίνει στις χώρες - αντάρτες ιστορικά προηγείται εκείνου των αλυτρωτικών απόψεων, του ιμπεριαλισμού, του πολέμου, όπως δείχνει η Ευρώπη του μεσοπολέμου. Η Γερμανία, με την κοντόφθαλμη τακτική, θυσίασε την Ευρώπη, την παγκόσμια ισορροπία, στον βωμό του βραχυπρόθεσμων κερδών μιας χούφτας εταιρειών της, άνοιξε τις πύλες της κολάσεως στην Ε.Ε. Ο Σόιμπλε ίσως εκπαραθυρωθεί το 2018, στις γερμανικές εκλογές, όμως η ζημιά στην Ευρώπη έγινε. Ας ελπίσουμε να μην δούμε τα χειρότερα. Όμως πολλά δείχνουν ότι τίποτα καλό δεν προοιωνίζεται για την Ευρώπη...
* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία.
Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.