Της Ελεάνας Χουτέα*
Με αφορμή τις πρόσφατες αποκαλύψεις σχετικά με τη δράση της Cambridge Analytica και την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού κανονισμού περί προάσπισης και προστασίας προσωπικών δεδομένων (GDPR) είναι καλό να εξεταστεί η σημασία της διασφάλισης, όχι μόνο των προσωπικών, αλλά γενικότερα, δεδομένων που διακινούνται καθημερινά στο διαδίκτυο.
Η περίπτωση της Cambridge Analytica
H Cambridge Analytica είναι μια εταιρεία που ασχολείται με την ανάλυση δεδομένων. Το κύμα αντιδράσεων που προκλήθηκε βασίζεται στις κατηγορίες περί συλλογής προσωπικών δεδομένων από πάνω από 50 εκατομμύρια χρήστες του Facebook, χωρίς τη συναίνεσή τους. Το Facebook με τη σειρά του δήλωσε «σοκαρισμένο» καθώς «εξαπατήθηκε». Η Cambridge Analytica είναι η ίδια εταιρεία που δούλεψε στην προεκλογική καμπάνια του Donald Trump. Γεννά ερωτηματικά αυτή η πράξη της CA για το κατά πόσο επηρεάστηκε εν τέλει το τότε εκλογικό αποτέλεσμα. Το Facebook αναφέρει πως ζήτησε από την εταιρεία να καταστρέψει τα δεδομένα αυτά, με την εταιρεία να επιβεβαιώνει πως το έκανε – παρ' όλα αυτά όμως υπάρχουν υποψίες πως η CA κράτησε αντίγραφα. Για το θέμα τοποθετήθηκε και ο Edward Snowden ασκώντας έντονη κριτική εναντίον του Facebook. Αρχές σε ΗΠΑ, Βρετανία και Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν ήδη ξεκινήσει έρευνες, καλώντας και τον Marc Zuckerberg – ιδρυτή του Facebook- να δώσει εξηγήσεις. Στη Βρετανία, κοινοβουλευτική επιτροπή τον κάλεσε να παρουσιαστεί ενώπιών της για να δώσει εξηγήσεις ενώ και οι ευρωπαϊκές αρχές αρμόδιες για την προστασία των προσωπικών δεδομένων ασχολήθηκαν με το θέμα.
Τι είναι ο κανονισμός GDPR με λίγα λόγια
Η διαρκώς αυξανόμενη εμπορευματοποίηση των δεδομένων και το γεγονός ότι η κάθε δραστηριότητα συναρτάται με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων δημιούργησε την ανάγκη ύπαρξης ισχυρού νομικού πλαισίου για την προστασία των
δεδομένων. Έχοντας ως αρχή τη ρήση «ο,τι αξίζει να προσβληθεί, αξίζει και να προστατευθεί», την 25η Μαΐου 2018 θα τεθεί σε εφαρμογή ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία των Δεδομένων (GDPR: General Data Protection Regulation), ο οποίος θα εισάγει νέους κανόνες που θα επηρεάσουν εταιρείες σε όλο τον κόσμο, καθώς αναγκάζει τις επιχειρήσεις να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη για τα δεδομένα χρηστών τα οποία συλλέγουν και να εξασφαλίσουν ότι κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν για την προστασία των δεδομένων αυτών.
Η εφαρμογή του κανονισμού δηλώνει την εναρμόνιση και την αναβάθμιση των κανόνων και των θεσμών με τη νέα ψηφιακή εποχή, καθώς ταυτόχρονα προστατεύει και ενισχύει τα δικαιώματα. Το μεγάλο στοίχημα του κανονισμού, όπως θα έλεγε
κανείς, έγκειται στην εξεύρεση τρόπου επιβολής νόμου που αγγίζει τη δημόσια και ιδιωτική σφαίρα με απόλυτο σεβασμό σε 28 χώρες ταυτόχρονα. Επίσης, η εφαρμογή του φέρνει στο προσκήνιο και μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στη σχέση
ιδιωτικότητας και επιχειρηματικότητας, μιας και θεωρείται αντιθετική. Παρόμοιας φύσης διαφορά παρατηρείται μεταξύ Ε.Ε και ΗΠΑ, καθώς οι ΗΠΑ δεν έχουν ρύθμιση στον ίδιο βαθμό καθώς θεωρείται εμπόδιο στην οικονομική δραστηριότητα.
Πως επηρεάζει η εφαρμογή του κανονισμού τις επιχειρήσεις, τους πολίτες και τους καταναλωτές
Η αύξηση των πληροφοριακών ροών μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα συνεπάγεται αύξηση των υποχρεώσεων σε αμφότερες τις δημόσιες αρχές και τις επιχειρήσεις, καθώς επιβάλλει, θα λέγαμε, νέες υποχρεώσεις στους υπεύθυνους επεξεργασίας. Η εφαρμογή του GDPR οδηγεί στη θέσπιση ενός δικαίου όπου παρέχει προστασία και στο ίδιο το επιχειρείν – καθώς δημιουργεί σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ επιχείρησης και πελάτη, που πηγάζει από τη διασφάλιση των δεδομένων του
τελευταίου- αλλά και στα ίδια τα δικαιώματα των πολιτών και των καταναλωτών – μέσω της δυνατότητας ελέγχου των δεδομένων τους.
Εξίσου καινοτόμος είναι η φορητότητα δεδομένων που εισάγει, δηλαδή η διασυνοριακή ανταλλαγή δεδομένων. Το σκεπτικό πίσω από αυτό είναι το εξής απλό, αλλά ταυτόχρονα και δύσκολο, «όταν οι άνθρωποι ταξιδεύουν, πχ για την υγεία τους, το ίδιο πρέπει να κάνουν και τα δεδομένα αυτών».
Στον αιώνα που διανύουμε, το βασικό διακύβευμα για την τεχνολογία είναι η εμπιστοσύνη που παρέχεται τόσο από την πλευρά των πολιτών και καταναλωτών όσο και από την πλευρά των επιχειρήσεων. Ο συγκεκριμένος κανονισμός δεν αποτελεί πρόκληση μόνο για το κοινωνικό οικοδόμημα αλλά και το ίδιο το δίκαιο, το οποίο καλείται, υπό αυτό το πρίσμα, να εναρμονιστεί με τις υπάρχουσες συνθήκες, αλλά και για τις ίδιες τις επιχειρήσεις. Αποτελεί πρόκληση για το δίκαιο καθώς επιβάλλεται να προσαρμόζεται, αφού δεν μπορεί να ακολουθήσει την ταχύτητα της τεχνολογίας και εξίσου πρόκληση για τις επιχειρήσεις, ώστε να αποδείξουν το κατά πόσο καλά προσαρμόζονται στις νέες προκλήσεις που παρουσιάζονται.
* Η κα Ελεάνα Χουτέα είναι ΜΑ «Global Risks and Analytics».
Φωτογραφία: shutterstock