Του Γιάννη Κουτσομύτη
H προχθεσινή σύνοδος Ρωσίας-Αφρικής στο Σότσι της Μαύρης Θάλασσας έφερε στη μνήμη την παλαιά ισχύ της Σοβιετικής Ένωσης στην αφρικανική ήπειρο στις δεκαετίες του ''60 και του ''70 και σηματοδότησε και επίσημα την επιστροφή της Ρωσίας ως υπερδύναμης στη ραγδαία αναπτυσσόμενο ήπειρο. Ούτε ένας, ούτε δυο, αλλά 43 ηγέτες αφρικανικών κρατών προσήλθαν στο Σότσι για δυο ημέρες για τη Σύνοδο που συγκάλεσε ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν με τον Αιγύπτιο Πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ ελ-Σίσι και υπογράφηκαν συνολικά δεκάδες συμφωνίες και μνημόνια συνεργασίας με το ρωσικό κράτος, με ρωσικές κρατικές αλλά και ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Η εκστρατεία επιστροφής της Ρωσίας στην Αφρική είναι πολύ πρόσφατη. Μόλις τα τελευταία δυο χρόνια ξεκίνησε η Μόσχα να επενδύει σε χτίσιμο σχέσεων με χώρες της Αφρικής και η νέα αυτή ρωσική στρατηγική δεν έχει περάσει απαρατήρητη στις ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Κίνα. Ειδικά για την Ουάσιγκτον και την Κίνα, η δυναμική είσοδος της Ρωσίας στην αφρικανική ήπειρο έχει δημιουργήσει σοβαρό σκεπτικισμό.
Η Μόσχα βέβαια δεν είναι σε θέση να ανταγωνιστεί τα δεκάδες δισεκατομμύρια που ξοδεύει το Πεκίνο σε δεκάδες αφρικανικές χώρες σε προγράμματα ανάπτυξης και ενίσχυσης των υποδομών, αλλά η Ρωσία έχει άλλα πλεονεκτήματα τα οποία είναι περιζήτητα, ειδικά από ορισμένες χώρες της Αφρικής που αντιμετωπίζουν ζητήματα ασφάλειας.
Η ρωσική παρέμβαση στη Συρία από το 2015 και μετά έχει αποτελέσει μια τεράστια διαφήμιση της ρωσικής “σκληρής ισχύος” και της συνέπειας και αξιοπιστίας με την οποία υπερασπίζεται η Μόσχα τους συμμάχους της. Η Ρωσία κατάφερε να σώσει κυριολεκτικά τον Μπασάρ αλ-Άσαντ και το καθεστώς του και επιβάλει πλήρη κυριαρχία στη Συρία χωρίς να προσβάλει ή να φέρει σε δύσκολη θέση τη Δαμασκό.
Αυτή η ιστορία έχει εντυπωσιάσει πολλούς Αφρικανούς ηγέτες, οι οποίοι βλέπουν στη Μόσχα την μοναδική υπερδύναμη που έχει και την δυνατότητα και την εμπειρία να κάνει χρήση hard power και να στηρίξει καθεστώτα, τα οποία κλονίζονται και δεν έχουν καμία πιθανότητα να βρουν στρατιωτική στήριξη από άλλες υπερδυνάμεις ή τις πρώην αποικιοκρατικές δυνάμεις όπως η Γαλλία. Η Ρωσία έχει ήδη παρέμβη στρατιωτικά στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, όπου η τοπική κυβέρνηση κινδυνεύει από διάφορες ανταρτικές δυνάμεις και συμμορίες.
Η Μόσχα ακολουθεί μια έξυπνη πρακτική, αποφεύγοντας την αποστολή τακτικών στρατευμάτων αλλά αποστέλλει “στρατιωτικούς συμβούλους” και τη γνωστή από τη Συρία παραστρατιωτική οργάνωση “Wagner”, η οποία ανήκει στον στενό συνεργάτη του Βλαντίμιρ Πούτιν Γιεβγκένι Πριγκόζιν, γνωστό και από την περίφημη “φάρμα των χάκερς της Αγίας Πετρούπολης”, η οποία εξαπέλυσε την επιχείρηση παραπληροφόρησης και επιρροής στις αμερικανικές εκλογές του 2016 και το δημοψήφισμα για το Brexit. Σε μια εντυπωσιακή δε κίνηση υψηλού συμβολισμού κατά τη διάρκεια της Συνόδου στο Σότσι, η Μόσχα έστειλε σε φιλική επίσκεψη στην Νότια Αφρική δυο βομβαρδιστικά Tu-160, τα οποία έχουν την επιχειρησιακή δυνατότητα να μεταφέρουν πυρηνικούς πυραύλους.
Στην Αφρική η Μόσχα αναζητά συνεργασίες με πολλαπλούς στόχους. Στρατιωτική και πολιτική επιρροή, εξασφάλιση σπάνιων πρώτων υλών όπως κοβάλτιο, χρώμιο και βωξίτη και εξαγωγή ρωσικής τεχνολογίας. Ρωσικές κρατικές εταιρείες πραγματοποιούν εξορύξεις βωξίτη στη Γουινέα, συμμετέχουν σε ορυχεία διαμαντιών στην Αγκόλα και έκλεισαν συμβόλαια για εξόρυξη φυσικού αερίου στη Μοζαμβίκη.
Ο ρωσικός ενεργειακός γίγαντας Lukoil που έχει κλείσει σημαντικά συμβόλαια στο Καμερούν, τη Γκάνα και τη Νιγηρία, ενώ διαπραγματεύεται μερίδιο της κρατικής ενεργειακής εταιρείας του Κονγκό. Ειδικά στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας η Μόσχα φαίνεται πως έχει βρει στην Αφρική ένα τεράστιο πεδίο ανάπτυξης μεγάλων deals για την κατασκευή πυρηνικών σταθμών. Η αρχή έγινε με το μεγάλο deal πυρηνικού σταθμού στην ελ-Ντάμπα στην Αίγυπτο από την Rosatom, αξίας πάνω από 25 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ στο Σότσι έκλεισε συμφωνία για την κατασκευή δύο πυρηνικών σταθμών στην Αιθιοπία ισχύος 12.000 megawatt.
Ένας σημαντικός λόγος που οδήγησε ή ανάγκασε τη Ρωσία να στραφεί στην Αφρική ήταν οι οικονομικές κυρώσεις που επέβαλαν οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2014 και μετά, λόγω της προσάρτησης της Κριμαίας και της συνεχιζόμενης εισβολής φιλορωσικών δυνάμεων στην ανατολική Ουκρανίας. Στην αρχή οι περισσότερες αφρικανικές χώρες ήταν ιδιαίτερα διστακτικές στο να συνεργαστούν με τη Ρωσία, αλλά στην πορεία είδαν ότι οι προτάσεις που τους έκαναν οι Ρώσοι ήταν σχεδόν win-win, αφού η Μόσχα δεν επέβαλε πολιτικούς όρους για την έναρξη συνεργασίας.
“Δυσάρεστα” ζητήματα, όπως καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και χρήση βίας κατά των πολιτών είναι αμελητέοι παράγοντες για τη Ρωσία, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, που σε πολλές περιπτώσεις γίνονται “ενοχλητικές” με τη διασύνδεση ζητημάτων κράτους δικαίου με τη χορήγηση βοήθειας ή τη διακρατική συνεργασία.