Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Την 26η Δεκεμβρίου του 1991, την θυμάμαι σα να ήταν χθες. Ήταν η ημέρα της επίσημης διάλυσης της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ). Το προηγούμενο βράδυ, είχε αποχωρήσει ο Γκορμπατσόφ και είχε υποσταλεί για τελευταία φορά η Σοβιετική σημαία. Η παλαιά Ρωσική σημαία κυμάτιζε ξανά, μετά από σχεδόν 75 χρόνια στο Κρεμλίνο.
Εκείνη την ημέρα, η Άνω Βουλή του Ανώτατου Σοβιέτ ψήφιζε την κατάργηση της ύπαρξης της Σοβιετικής Ένωσης και Πρόεδρος της Ρωσίας ανακηρυσσόταν ο Μπορίς Γέλτσιν. Εκείνη την ημέρα, τέλειωνε η μακρά περίοδος της “περεστρόικα”, που ήταν το σύνολο των οικονομικών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ που άρχισαν να εφαρμόζονται στην ΕΣΣΔ, από τον Απρίλιο του 1985 μέχρι το Δεκέμβριο του 1991. Το παλαιό σοβιετικό σύστημα είχε όμως καταρρεύσει, χωρίς να υπάρχει ένα νέο συγκροτημένο σύστημα να το διαδεχθεί.
Η πολιτική της “περεστρόικα”, μαζί με την πολιτική της “γκλασνόστ”, που σήμαινε διαφάνεια και ελευθερία του λόγου, είχαν ως στόχο την μετατροπή της στάσιμης και αναποτελεσματικής σοβιετικής οικονομίας, στην κατεύθυνση της οικονομίας της αγοράς, αλλά υπό την αιγίδα, τον σχεδιασμό και τον έλεγχο του Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο Γκορμπατσόφ πίστευε ότι η ανάπτυξη και η αύξηση της παραγωγικότητας, θα έδιναν μια ώθηση στο σοβιετικό σοσιαλισμό και παράλληλα θα βοηθούσαν στην προσαρμογή του συστήματος στις αλλαγές που ζητούσε η κοινωνία και η εποχή.
Ο σχεδιασμός της “περεστρόικα”, προέβλεπε σε πολιτικό επίπεδο την μείωση του ρόλου του κράτους, την καθιέρωση πολιτικού πλουραλισμού, την θέσπιση προεδρικών λειτουργιών και ελεύθερων εκλογών. Σε οικονομικό επίπεδο, προέβλεπε την δημιουργία ιδιωτικών επιχειρήσεων, την μακροχρόνια μίσθωση της αγροτικής γης σε αγρότες, την μεταρρύθμιση του τρόπου λειτουργίας των κρατικών δομών σε ένα μοντέλο με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και την αποκρατικοποίηση μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων.
Σε αυτόν τον τελευταίο τομέα, είχα βρεθεί να εργάζομαι από το φθινόπωρο του 1991 στη Μόσχα, στο Βόλγογκραντ και στο Ροστόφ, για λογαριασμό ενός μεγάλου ελληνικού ομίλου επιχειρήσεων με πολυσχιδείς δραστηριότητες. Ο όμιλος, ο οποίος δυστυχώς δεν υπάρχει πλέον, συμμετείχε ενεργά στις διαδικασίες των ιδιωτικοποιήσεων της πρώην Σοβιετικής Ενώσεως, στον χώρο των ακινήτων, της βιομηχανίας και των κατασκευών.
Θυμάμαι, ότι το πρώτο πράγμα που είχαμε κάνει όταν είχαμε προσγειωθεί στην Μόσχα, ήταν να επισκεφθούμε τις εφημερίδες “Πράβντα” και “Ισβέστια”. Και αυτό διότι χωρίς το “ok” από τις εφημερίδες του καθεστώτος, δεν υπήρχε η παραμικρή πιθανότητα επιτυχίας του εγχειρήματος. Οι εφημερίδες αυτές ασκούσαν τον πλήρη έλεγχο της ενημέρωσης στην ΕΣΣΔ και οποιοδήποτε θετικό ή αρνητικό άρθρο, θα καθόριζε σε μεγάλο βαθμό την έκβαση των εξελίξεων, ειδικά στην επαρχία όπου οι τοπικές κυβερνήσεις είχαν απωλέσει κάθε μορφή ελέγχου των πραγμάτων.
Θυμάμαι, ότι δεν υπήρχε επάρκεια κηροζίνης για τις εσωτερικές πτήσεις και έτσι από την Μόσχα μέχρι το Βόλγογκραντ ταξιδεύαμε 36 ώρες με το τρένο, σε ειδικά απομονωμένα και ασφαλή τμήματα των αμαξοστοιχιών, ώστε να μην κινδυνεύουμε, καθώς διασχίζοντας τις αφιλόξενες στέπες υπήρχαν συμμορίες που λήστευαν τα βαγόνια με τα τρόφιμα και με τα ελάχιστα καταναλωτικά είδη.
Θυμάμαι, στην μονάδα τροφίμων του ομίλου που μόλις είχε εξαγοραστεί, τον Ρώσο διευθυντή να προσπαθεί να καταλάβει γιατί μια εταιρεία πρέπει να παρουσιάζει κέρδος και να μην αρκείται στην παραγωγή των τροφίμων και στην καταβολή της μισθοδοσίας των εργαζομένων.
Θυμάμαι, στις άτυπες επαφές με τα στελέχη της EBRD (European Bank for Reconstruction & Development), που χρηματοδοτούσαν σε σημαντικό βαθμό τις επενδύσεις στην Ρωσία, να σχεδιάζουμε εναλλακτικά επιχειρηματικά σχέδια και σενάρια, ανάλογα με το “κόστος” που επέβαλε η μαφία στην διακίνηση των προϊόντων.
Θυμάμαι, όταν ξαφνικά ο Πρόεδρος Γέλτσιν, είχε επιβάλει διατίμηση στο κρέας, απαγορεύοντας παράλληλα τις εξαγωγές κρέατος στο εξωτερικό και έπρεπε να φτιάξουμε εναλλακτικό σενάριο επιβίωσης της επιχείρησης. Έτσι είχαμε σκεφτεί να εκμεταλλευτούμε τον ηλιόσπορο που αποτελούσε μέρος της τροφής του ζωικού πληθυσμού. Με αποτέλεσμα να κατασκευάσουμε μονάδα παραγωγής ηλιέλαιου, το οποίο μπορούσε να εξαχθεί στο εξωτερικό, έτσι ώστε τα έσοδα των εξαγωγών να συμβάλλουν στην αποφυγή ζημιών στο εσωτερικό της Ρωσικής αγοράς.
Θυμάμαι, όταν με αγωνία περιμέναμε τα απογεύματα, στο λόμπυ του ξενοδοχείου “Οκτάμπρασκαγια” στη Μόσχα, τα αποτελέσματα των διαγωνισμών των ιδιωτικοποιήσεων. Τα οποία κατέληγαν τις περισσότερες φορές, σε πρώην μέλη του κόμματος και των μυστικών υπηρεσιών, παρ' όλο που οι συμμετέχοντες από το εξωτερικό, κατέβαλαν υψηλότερα τιμήματα.
Θυμάμαι, αυτό το χάος και το κενό που κυριαρχούσε, στην μετάβαση από ένα στυγνό καθεστώς, σε κάτι το καινούργιο, που δεν είχε ούτε μορφή, ούτε αρχή, ούτε τέλος. Αυτό το χάος και αυτό κενό, που γέμιζε από τις μαφιόζικες πρακτικές είτε με την μορφή της πρώην ταυτότητας του κόμματος, είτε της δύναμης των μυστικών υπηρεσιών, είτε του πηλήκιου κάποιου αξιωματούχου.
Θυμάμαι την παντελή απουσία χαμόγελου και αισιοδοξίας. Την απουσία ελπίδας και αναζήτησης. Σε πλήρη αντίθεση με τους λαούς των άλλων χωρών του πρώην ανατολικού μπλοκ. Έχουν αποτυπωθεί μέσα μου όλα αυτά τα ερωτήματα και οι ενστάσεις, που είχε μοιραστεί μαζί μου μαζί με την βότκα του, ο Ρώσος διευθυντής ενός κατασκευαστικού έργου στο Ροστόφ. “Δεν έχουμε καταλάβει τι έχει γίνει. Γιατί έπρεπε να αλλάξουν τα πράγματα; Γιατί διαλύθηκε το σύστημα; Κανείς δεν μας ρώτησε, γι' αυτό που γίνεται. Τι έχετε έρθει να κάνετε εδώ; Εδώ εμείς οι ντόπιοι και ζούμε με το ζόρι.”
Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης : Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.