Μια ομάδα ανεξάρτητων δημοσιογράφων, το δίκτυο European Investigative Collaborations, γύρισε ένα ντοκιμαντέρ για το πολύ σοβαρό ζήτημα της συμβολής της διεθνούς Ναυτιλίας στη ρύπανση του πλανήτη και την κλιματική αλλαγή. Οι Έλληνες δημοσιογράφοι της ομάδας επέλεξαν να το διαφημίσουν δίνοντας στη δημοσιότητα αποσπάσματα από τη συζήτηση που είχαν με τον Υπουργό Ναυτιλίας και τον Έλληνα εφοπλιστή Πάνο Λασκαρίδη.
«Ποιος θα θέλει να δει ένα ντοκιμαντέρ για τη ρύπανση της θάλασσας και την κλιματική αλλαγή;», θα σκέφτηκαν οι δημοσιογράφοι. Ούτε το κομμάτι της κοινής γνώμης «στα αριστερά» που αυτοπροσδιορίζεται ως ιδιαίτερα ευαίσθητο στα θέμα περιβάλλοντος δεν ενδιαφέρθηκε να σχολιάσει οτιδήποτε άλλο στο ντοκιμαντέρ πέραν των ατυχών δηλώσεων δύο φορέων εξουσίας.
Ο τρόπος που οι ίδιοι οι Έλληνες δημοσιογράφοι επέλεξαν να διαφημίσουν τη δουλειά τους, μικραίνοντάς την για να χωρέσει στην πολιτική αντιπαράθεση με ειδησεογραφικό κύκλο ζωής εικοσιτετραώρου, ίσως να μην είναι και τόσο άσχετος με το ύφος των δηλώσεων των δύο παραγόντων.
Σε αυτή την ιστορία οι εξουσίες δεν είναι δύο αλλά τρεις. Και οι τρεις μορφές εξουσίας, η πολιτική, η επιχειρηματική και η πανίσχυρη Τέταρτη Εξουσία του Τύπου δεν φέρθηκαν με τρόπο που ταιριάζει της θέσης που απολαμβάνουν στην κοινωνία.
Συμβαίνει όλο και πιο συχνά τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, σε βαθμό που να μιλάμε πλέον για καθημερινό φαινόμενο: φορείς κύρους και εξουσίας συμπεριφέρονται με τρόπο ανάρμοστο για το κύρος και την εκτίμηση που απολαμβάνουν.
Στις κοινωνίες τις ιεραρχίες δεν τις ορίζουν τα προνόμια αλλά οι υποχρεώσεις.
Ένας βιομήχανος ή ένας εφοπλιστής είναι σημαντικοί παράγοντες στη χώρα όχι γιατί διαθέτουν τον πλούτο που παράγει η επιχειρηματική τους δραστηριότητα αλλά γιατί δίνουν δουλειά σε εκατοντάδες, συχνά σε χιλιάδες οικογένειες.
Οι δημοσιογράφοι είναι σημαντικοί όχι γιατί «βγαίνουν στο γυαλί» και μετά απολαμβάνουν μια αναγνωρισιμότητα αλλά γιατί κάνουν το μόνο επάγγελμα που προστατεύεται από το ίδιο το Σύνταγμα.
Όσο για τους αιρετούς; «Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από τον Λαό και ασκούνται υπέρ αυτού και του έθνους». Δεν είναι δυνατόν να μην αναλογίζονται, κάθε φορά με δέος, τι θα σκεφτεί ο λαός που θα διαβάσει ή θα δει τις δηλώσεις τους. Υπάρχουν χάρις στο λαό και για το λαό, δεν γίνεται να μην χάνουν ευκαιρία να τον προσβάλλουν επειδή είναι ανίκανοι να κρατήσουν τη θέση τους.
Δεν είναι μόνο οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι, οι επιχειρηματίες, το πρόβλημα. Όλοι μας: καθηγητές ΑΕΙ, δικαστικοί, δικηγόροι, γιατροί, ελεύθεροι επαγγελματίες, αδυνατούμε να συνειδητοποιήσουμε ότι στην κοινωνία που δραστηριοποιούμαστε έχουμε μια θέση, ένα ρόλο τον οποίο πρέπει να τον υπηρετούμε προς όφελος του συνόλου, αν θέλουμε να εισπράττουμε τον σεβασμό που μας αναλογεί.
Κάποια στιγμή θα πρέπει να σκεφτούμε σοβαρά να κάνουμε ξανά «μόδα» τη σοβαρότητα. Έχετε παρατηρήσει ότι αυτό, το αυτονόητο, κάποιοι ήδη το έχουν απαξιώσει ως «πολιτική ορθότητα»;
Δεν είναι πολιτική ορθότητα να είμαστε ευπρεπείς, να σεβόμαστε τους αιρετούς θεσμούς που εμείς οι ίδιοι τους έχουμε παραδώσει στους συμπολίτες που ζήτησαν την ψήφο μας. Δεν είναι πολιτική ορθότητα να σεβόμαστε τον πλούτο που παράγουμε για τη χώρα, τις θέσεις εργασίας που διατηρούμε. Δεν είναι πολιτική ορθότητα να υπερασπιζόμαστε τα δικαιώματα του ανθρώπου, να παράγουμε καθαρό και γενναίο λόγο, αν ανήκουμε στις πνευματικές ελίτ της χώρας, αντί να καταθέτουμε τα εργαλεία μας στα πόδια της κάθε εξουσίας.
Κάποια στιγμή να σκεφτούμε σοβαρά να κάνουμε ξανά «μόδα» τη σοβαρότητα.