«Αν δεν πιστεύεις στα θαύματα, τότε δεν είσαι ρεαλιστής», είχε πει κάποτε ο Μπεν Γκουριόν, ο άνθρωπος που, το 1948, ανακήρυξε την ίδρυση του Ισραήλ, όντας και ο πρώτος πρωθυπουργός του νεοσύστατου κράτους.
Εβδομήντα δύο χρόνια από τότε, οι Ισραηλινοί, με οδηγό τον ρεαλισμό, συνεχίζουν να εκπλήσσουν, κάνοντας σύγχρονα «θαύματα». Μια χώρα με έκταση περίπου όσο η Πελοπόννησος, με σχεδόν μηδενικό φυσικό πλούτο, σε μια εξαιρετικά προβληματική περιοχή, όχι μόνο εξαιτίας των κλιματολογικών συνθηκών, έχοντας περάσει από κύματα ανάλογα με τα βιβλικά, θεωρείται η τρίτη σταθερότερη οικονομία του κόσμου και μία από τις χώρες σηματωρούς παγκοσμίως στην καινοτομία, στην έρευνα και την τεχνολογία.
Πώς όμως αυτή η μικρή χώρα έφτασε σε αυτό το σημείο; Αν κανείς δεν καταφύγει σε θεωρίες συνωμοσίας και τους γνωστούς στερεοτυπικούς αφορισμούς, ποια μαθήματα μπορεί να αντληθούν από το παράδειγμα της χώρας που μετέτρεψε την έρημο σε startup nation; Το «πείραμα» παρουσιάζει ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον αν λάβει κανείς υπ' όψιν ότι πριν από τη σημερινή άνοιξη το εβραϊκό κράτος πέρασε μέσα από μια τεράστια οικονομική κρίση, η οποία ταρακούνησε όλο το οικοδόμημα.
Το Ισραήλ κατάφερε να κάνει τη διαφορά επενδύοντας, εκτός από την ασφάλεια, στο ανθρώπινο κεφάλαιο, στη βιομηχανοποίηση -στην εξελικτική της διάσταση- και τους θεσμούς. Παρά το γεγονός ότι (ή μήπως εξαιτίας αυτού;) πρόκειται για μια χώρα χωρίς επίσημο Σύνταγμα και με μόνο έντεκα Βασικούς Νόμους για τη δομή του κράτους, τους θεσμούς και τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών. Δίπλα σε αυτά, όμως, όποιος θελήσει να προσεγγίσει το «σύγχρονο θαύμα» του Ισραήλ, πρέπει να συνυπολογίσει την απίστευτη θέληση και την αδιάλειπτη πίστη του λαού και της ηγεσία του στον αγώνα της επιβίωσης, στην πειθαρχία και την έμφαση στην (εφαρμόσιμη) παιδεία. Φυσικά, γεωπολιτικούς λόγους, αλλά και μια βαθιά κουλτούρα σε θέματα επιχειρηματικότητας. Την ευελιξία και την προσαρμοστικότητα που αναγνωρίζονται ως πρωτογενείς παράγοντες στις (επιχειρηματικές) επιδόσεις.
«Διπλή Οικονομία»
Η δημιουργικότητα, η ευελιξία και ο υψηλός βαθμός ανταπόκρισης στα μεταβαλλόμενα περιβάλλοντα αποτελούν το «καύσιμο» της καινοτομίας και τον καταλύτη της ευημερίας στην παγκοσμιοποιημένη αγορά (η ικανότητα του Ισραήλ να μεταφράζει γρήγορα τις απαιτήσεις της αγοράς σε οργανωτικές ενέργειες αντανακλάται στην τρίτη θέση παγκοσμίως στον σχετικό παγκόσμιο δείκτη ευελιξίας).
Ομως, αυτό από μόνο του δεν θα αρκούσε αν δεν συνοδευόταν από δομικές μεταρρυθμίσεις. Οπως αυτές που ξεκίνησαν στη χώρα μετά τη μεγάλη οικονομική κρίση που οδήγησε στην κατάρρευση του παλαιού μοντέλου. Μεταρρυθμίσεις που εκκίνησαν από τη δεκαετία του 1980-1990 και απέφεραν καρπούς σταδιακά.
Οπως, το άνοιγμα των αγορών, οι ιδιωτικοποιήσεις, κυρίως εταιρειών οι οποίες ανήκαν στο πολύπλοκο σύστημα των ισραηλινών συνδικάτων (Histadrut) και οι αλλαγές στο σύστημα των αγροτικών κοινοτήτων (Kibbutzim). Πάνω απ’ όλα, όμως, το πέρασμα από τις βιομηχανίες και τις επιχειρήσεις έντασης εργασίας, στις hi-tech εταιρείες. Το οποίο, με τη σειρά του, οδήγησε σε αυτό που οι οικονομολόγοι αποκαλούν «διπλή οικονομία», δηλαδή, η οικονομία που χαρακτηρίζεται από υψηλή παραγωγικότητα και ανάλογους μισθούς στους τομείς της υψηλής τεχνολογίας και χαμηλή παραγωγικότητα και μικρότερους μισθούς στους παραδοσιακούς κλάδους και υπηρεσίες. Ενδεικτικά, μόνο την τετραετία 2014- 2018, οι μισθοί των στελεχών σε εταιρείες υψηλής τεχνολογίας αυξήθηκαν κατά 16%. Ενώ, μέσα σε ένα χρόνο, ιδρύθηκαν 458 νέες startups, που ήρθαν να προστεθούν στις περίπου 4.500 που παραμένουν ενεργές και ανθούσες. Την ώρα που ο αριθμός των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας («πατέντες») ανά κάτοικο είναι ο υψηλότερος στις χώρες του ΟΟΣΑ.
Τεχνολογία αιχμής
Οι επενδύσεις στην καινοτομία και τις τεχνολογίες αιχμής -περίπου το 5% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, το υψηλότερο στις χώρες του ΟΟΣΑ και μόνο 0,1% «πίσω» από την Κορέα παγκοσμίως- η αλλαγή στην ουσία του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, στηρίχθηκαν στις έδρες ενός δημιουργικού τριγώνου: του κράτους, το οποίο μεταξύ άλλων έδωσε φορολογικά κίνητρα και έκανε πράξη τη δέσμευση ότι για κάθε δολάριο που επενδύει κάποιος στην υψηλή τεχνολογία, το ίδιο θα έβαζε άλλο ένα, και των συνεργειών ανάμεσα στο εκπαιδευτικό σύστημα και τη νέα επιχειρηματικότητα.
Γιατί αυτό κάνει τα ισραηλινά πανεπιστήμια να ξεχωρίζουν: η σύνδεση της εφαρμοσμένης έρευνας με την αγορά. Τόσο σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Δείκτη Καινοτομίας όσο και με τον Παγκόσμιο Δείκτη Ανταγωνιστικότητας του World Economic Forum, το Ισραήλ κατατάσσεται στην 3η θέση ως προς τη συνεργασία πανεπιστημίων - επιχειρηματικού τομέα σε θέματα έρευνας και ανάπτυξης. Και είναι τα ίδια τα εκπαιδευτικά ιδρύματα που έχουν ιδρύσει εταιρείες μεταφοράς τεχνολογίας, είναι αυτά που επιτρέπουν την εμπορευματοποίηση -χωρίς εισαγωγικά- του ερευνητικού προϊόντος.
Το «πάντρεμα» αυτό, σε απόλυτη σύνδεση βεβαίως και με την αμυντική βιομηχανία της χώρας, εδώ και χρόνια, πέρα από τις πωλήσεις αξίας δισ. σε ολόκληρο τον κόσμο, αποφέρει ευρύτερες υπεραξίες. Αλλά, το κυριότερο, ανατροφοδοτεί τον «ενάρετο κύκλο», καθώς ένα μέρος των κερδών επιστρέφει στα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα, που με τη σειρά τους αναχρηματοδοτούν, μόνα τους πλέον, την έρευνα και τη λειτουργία τους, σε στενή συνεργασία με τις επιχειρήσεις.
Στην κορυφή
Οι… ξεροκέφαλοι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Οπως αποδεικνύουν τα στοιχεία του Startup Blink Global Ecosystem Report για το 2020, που χαρτογραφεί και αξιολογεί τα startups οικοσυστήματα 1.000 πόλεων σε 100 χώρες, το Ισραήλ συνεχίζει να ανήκει στους Big 4 του κόσμου, μαζί με τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και τον Καναδά, τον οποίο έχει προσπεράσει! Με τους συντάκτες της σχετικής έκθεσης να αναγνωρίζουν, όπως και οι ίδιοι οι Ισραηλινοί, ότι «ο μεγαλύτερος startup επιταχυντής στον κόσμο δεν είναι άλλος από τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας».
Το Τελ Αβίβ κονταροχτυπιέται ψηφιακά με το Πεκίνο, σε επίπεδο πόλεων. Η Ιερουσαλήμ και η Χάιφα, επίσης ανεβαίνουν ραγδαία στην αντίστοιχη παγκόσμια κατάταξη. Αλλά και άλλες μικρότερες πληθυσμιακά πόλεις μπαίνουν στον τεχνολογικό χορό, αυξάνοντας τα φορολογικά κίνητρα και μειώνοντας τα κόστη για τις επιχειρήσεις. Υπάρχουν δεκάδες τομείς στους οποίους το Ισραήλ πρωταγωνιστεί, όπως τα οχήματα με αυτόνομη οδήγηση (Mobileye, Waze), η διαφήμιση (Taboola), οι υπηρεσίες (Fiverr) και φυσικά η κυβερνοασφάλεια. Μάλιστα, η Mobileye, αποτελεί «πνευματικό παιδί» του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ και εξαγοράστηκε από την Intel προς 15,3 δισ. δολάρια.
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο που κυκλοφορεί 20 - 21 Ιουνίου