Του Αλέξανδρου Σκούρα
Ένα μόνιμο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η αριστερά σε χώρες των οποίων η κουλτούρα είναι φιλική προς αυτήν, είναι η αποξένωση από τα προβλήματα του κόσμου. Ναι, ακόμα και σήμερα αν μιλάει κανείς πολιτικός για επιδόματα, κοινωνικό κράτος και αλληλεγγύη έχει περισσότερες πιθανότητες να εκλεγεί ή έστω να μην πολεμηθεί από κάποιον που δηλώνει ότι τα επιδόματα συχνά καταστρέφουν το κίνητρο της παραγωγικότητας και πως το καλύτερο κοινωνικό πρόγραμμα είναι μία καλή δουλειά (ο Ρήγκαν το είχε πει αυτό).
Πρόσφατα ο τέως πρωθυπουργός κ. Τσίπρας μας πρόσφερε ένα εξαιρετικό παράδειγμα αυτής της αποξένωσης όταν κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής συνέντευξης στον Αντώνη Σρόιτερ, απαντώντας στο γιατί τα παιδιά του πηγαίνουν σε ιδιωτικό σχολείο, δήλωσε ότι «Κάναμε μια επιλογή να πάνε σε ένα σχολείο που έχει κάποιες ιδιαιτερότητες σε ότι αφορά τον τρόπο που γίνεται η διδασκαλία.» Με αυτή του τη δήλωση ανέδειξε άθελά του αρκετά σημαντικά προβλήματα που χαρακτηρίζουν διαχρονικά την αριστερά.
Πρώτον, αγνοεί ότι η κυβέρνηση του διατήρησε και χειροτέρευσε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτού του είδους οι ιδιαιτερότητες μπορούν να αναπτυχθούν σε λιγότερο εκλεκτά και επιτυχημένα σχολεία από το Χιλλ ή το Κολέγιο. Ο τρόπος με τον οποίο είναι δομημένη η παιδεία των παιδιών μας αποθαρρύνει την εκπαιδευτική καινοτομία και τον ανταγωνισμό μεταξύ των σχολείων. Τα κεντρικά σχεδιασμένα προγράμματα σπουδών, το αυστηρό εκπαιδευτικό πρόγραμμα, και η έλλειψη αυτονομίας των σχολικών μονάδων αφήνουν τις ιδιαιτερότητες στις οποίες αναφέρεται ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ μόνο στα σχολεία που γνωρίζουν πως να κινηθούν σε ένα περίπλοκο γραφειοκρατικό σύστημα. Ένα ερώτημα που γεννιέται είναι το τί γίνεται με τα σχολεία που δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα, τις υποδομές ή το προσωπικό για να προσφέρουν το κάτι παραπάνω. Η απάντηση φυσικά, είναι ότι τα σχολεία αυτά θα παραμείνουν εγκλωβισμένα στη μετριότητα εκτός και αν οι εκπαιδευτικοί κάνουν την υπέρβαση.
Μιλάμε για υπέρβαση διότι ακόμα και στον τομέα της παραγωγικότητας, χάρη στην παντελή έλλειψη αξιολόγησης, τα δημόσια σχολεία δεν έχουν τη δυνατότητα να δώσουν μισθολογικά ή άλλου είδους κίνητρα προκειμένου να ανταμείψουν την έξτρα προσπάθεια. Επομένως, ακόμα και οι πιο συνειδητοί εκπαιδευτικοί να αισθάνονται ότι χτυπούν το κεφάλι τους στον τοίχο διαρκώς ενώ οι πιο ασυνείδητοι συνάδελφοί τους απολαμβάνουν τις ίδιες απολαβές και τα ίδια προνόμια.
Ο Χάγεκ είχε πει κάποτε ότι «ο σοσιαλισμός ποτέ και πουθενά δεν ήταν στις απαρχές του κίνημα της εργατικής τάξης» και ένας λόγος που αυτό πράγματι συμβαίνει είναι η διανοητική τεμπελιά των αριστερών διανοουμένων. Διότι περί αυτού πρόκειται όταν για κάθε πρόβλημα έχεις την ίδια λύση, δηλαδή περισσότερο κράτος, περισσότερα επιδόματα και περισσότερη κρατική παρεμβατικότητα. Όμως, αυτό που δεν λογάριασε ο κ. Τσίπρας είναι ότι όσο ωραία και αν ακούγονται στα αυτιά ενός γονιού τα λόγια του, την επόμενη μέρα το πρωί ο ίδιος γονιός θα πάει να αφήσει πάλι το παιδί του στο δυσλειτουργικό δημόσιο σχολείο που δεν έχει ιδιαιτερότητες.