Στην Αθήνα ήξερα ότι ο φόβος φυλάει τα έρημα. Ειδικά σε πιάτσες που οι καφετέριες, τα μπαρ και τα εστιατόρια είναι στη σειρά, ήμουν βέβαιος ότι οι μαγαζάτορες θα τηρούσαν τον νόμο. Τα πέντε χιλιάρικα δεν είναι ποσό με το οποίο παίζει κανείς. Μουρμούρα βέβαια (καθώς θα τους ήθελαν όλους στα τραπέζια τους) αλλά και έλεγχος για την ύπαρξη πιστοποιητικού εμβολιασμού ή νόσησης. Αλλά στη βαθιά επαρχία;
Και όμως, αναγνώστες μου, το είδα με τα μάτια μου και δεν το πίστευα. Ταβέρνα στην κορυφή του βουνού, Δευτέρα μεσημέρι στη μέση του πουθενά, με μοναδικούς θαμώνες τρεις μαντραχαλέους να καθόμαστε κάτω απ’ το στέγαστρο (για να καπνίσουμε γαρ), πριν η κοπελίτσα στρώσει το χάρτινο τραπεζομάντηλο, μας ζήτησε ευγενικά να τσεκάρει με το κινητό της τα πιστοποιητικά μας. Έμοιαζε σχεδόν εξωπραγματικό.
Το ίδιο συνέβη και λίγες ώρες αργότερα σε καφετέρια ακροβολισμένη στην άκρη ενός γκρεμού, στον δρόμο του γυρισμού μας από το βουνό. Ο καφετζής δεν είχε εφαρμογή για να ελέγξει τη γνησιότητα των πιστοποιητικών μας, ζήτησε πάντως να τα δει με τα μάτια του. Ούτε ταυτότητα μας ζήτησε για να είμαι ειλικρινής για ταυτοποίηση των ονομάτων, όμως και μόνο η πρόθεση του να ελέγξει ήταν λιγάκι εξωπραγματική. Ένας εξηντάρης μουστακαλής καφετζής σ’ ένα χωριό, ζητούσε να δει τα πιστοποιητικά τριών πελατών του.
Επρόκειτο για ευχάριστη έκπληξη. Εκεί πέρα, δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει έλεγχος Δευτεριάτικα ούτε μία στο εκατομμύριο. Είχα βέβαια τον άπιστο Θωμά στην παρέα, που απεφάνθη αμέσως «σε γνώρισαν ρε από την τηλεόραση, γι αυτό τα ζητάνε μη βρουν κανά μπελά». Ενδέχεται και αυτό, όμως προτιμώ να παίρνω την αισιόδοξη εκδοχή των πραγμάτων. Ενδέχεται επίσης να υπάρξει συμμόρφωση τις δυο-τρεις πρώτες μέρες για τον φόβο των ελέγχων και μετά να έρθει σταδιακή διολίσθηση προς την παρανομία και την αδιαφορία.
Όλα είναι πιθανά. Αλλά αν καταφέρουμε να κρατήσουμε το σύνολο των ανεμβολίαστων για ένα ικανό διάστημα έξω από την ταβέρνα και το καφενείο, έξω απ’ το Προποτζίδικο και την τράπεζα, τότε θα στείλουμε ένα 20% (μπορεί και παραπάνω) απ’ αυτούς να πάνε απηυδισμένοι ως το εμβολιαστικό κέντρο. Θα πρόκειται για τεράστιο κέρδος. Πόσο, διάολε, θα κάθονται στο παγκάκι της πλατείας μέσα στο κρύο να πίνουν καφέ σε χάρτινο; Όταν τους βλέπω παρέες-παρέες να ξεροσταλιάζουν εκεί, μεγάλοι άνθρωποι κουκουλωμένοι στα παλτά τους, αναρωτιέμαι. Μα καλά, δε συνειδητοποιούν ότι ένας στους επτά ηλικιωμένους που θα νοσήσει, θα πεθάνει; Δε βλέπουν τους μελλοθάνατους ανάμεσα τους;