Του Γιάννη Παντελάκη
Έχουμε μια κυβέρνηση, ένας υπουργός της οποίας (Σπίρτζης) διαβεβαιώνει πως από το κλείσιμο των καναλιών που δεν πήραν άδεια δεν θα χαθούν θέσεις εργασίας και ένας δεύτερος υπουργός (Κατρούγκαλος) ανακοινώνει προγράμματα στήριξης (;) των εργαζόμενων που θα χάσουν τις δουλειές τους επειδή τα κανάλια που εργάζονται δεν πήραν άδεια! Η λογική λέει πως ένας από τους δυο υπουργούς, δεν λέει την αλήθεια (sic). Ή δεν χάνονται θέσεις εργασίας ή χάνονται και γι' αυτό ανακοινώνονται σχετικά προγράμματα. Δεν μπορούν να ισχύουν και τα δυο ενδεχόμενα. Εκτός και αν πρόκειται για περίπτωση ενός είδους πολιτικού σουρεαλισμού ο οποίος ακολουθείται ως μέθοδος διακυβέρνησης μιας χώρας.
Η πιο πιθανή εξήγηση είναι, πως οι δυο υπουργοί παίζουν απόλυτα συνειδητά ρόλους. Οι δηλώσεις τους συγκρούονται μεταξύ τους, αλλά αυτό είναι κάτι που και οι ίδιοι το γνωρίζουν. Όπως γνωρίζουν όμως και ότι η σκόπιμη καλλιέργεια μια γενικευμένης σύγχυσης ως προς τα πραγματικά γεγονότα, μπορεί να λειτουργήσει και θετικά για τους ίδιους. Κάποιοι αποδέκτες της μιας δήλωσης θα κρατήσουν το περιεχόμενό της, κάποιοι άλλοι το περιεχόμενο της δεύτερης, ενδεχομένως θα προστεθεί και μια τρίτη, στο τέλος, αν δεν υπάρχει μάλιστα ιδιαίτερο ενδιαφέρον να αναζητηθεί η αλήθεια, το θολό τοπίο θα έχει αφήσει και θολές εντυπώσεις. Μακρινές από την αλήθεια.
Η ιστορία αυτή ωστόσο, έχει πολλά χαρακτηριστικά κυνισμού, αφού αφορά σε θέσεις εργασίας που χάνονται, σε ανθρώπινες ζωές που θα αρχίσουν να βιώνουν το κόστος της ανεργίας, σε αρκετές εκατοντάδες ακόμα ανθρώπους που θα προστεθούν στις ήδη μεγάλες λίστες των ανέργων. Ο κυνισμός μάλιστα μπορεί να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο όταν σύντομα (πρόβλεψη) θα αρχίσει να καλλιεργείται ο λαϊκίστικος μύθος για τους προνομιούχους τηλεαστέρες που έμειναν άνεργοι και τους οποίους δεν πρέπει να λυπόμαστε, αφού για πολλά χρόνια έβγαζαν πολλά χρήματα. Μόνο τέτοιοι βέβαια δεν θα είναι οι νέοι άνεργοι, αλλά η γενίκευση και δημαγωγία θα έχουν κάνει την δουλειά τους.
Πάντως, η ιστορία των τηλεοπτικών αδειών και του σχετικού διαγωνισμού, είναι γεμάτη από παρόμοιες αντιφατικές και μακριά από την αλήθεια περιπτώσεις. Οι οποίες, με απλές σκέψεις οδηγούν στο συμπέρασμα πως η κυβέρνηση δεν καθοδηγείται πια με αυταπάτες, αλλά με σκόπιμη παραπληροφόρηση.
Ένα κυρίαρχο επιχείρημα που χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση για να περιορίσει τον αριθμό των αδειών σε τέσσερις είναι πως τόσα κανάλια αντέχει η διαφημιστική αγορά. Τα διαφημιστικά έσοδα υπολογίζεται για κάθε χρόνο σε περίπου 200 εκατ., άρα 50 εκατ. για κάθε κανάλι, άρα με τέτοιο κόστος είναι βιώσιμα τέσσερα κανάλια. Μπακαλίστικος υπολογισμός. Αν από τα τέσσερα νέα κανάλια τα δυο μαζί λόγω υψηλής τηλεθέασης, απορροφούν 150 εκατ. διαφήμιση και τα άλλα δυο τα υπόλοιπα 50 εκατ., πως αυτά τα δυο τελευταία θα είναι βιώσιμα; Δεν θα είναι. Άρα, γιατί θα συνεχίσουν να τα διατηρούν οι καναλάρχες τους; Μήπως για τον ίδιο λόγο που διατηρούν εδώ και χρόνια μη βιώσιμα ΜΜΕ; Για λόγους δηλαδή διαπλοκής, τους οποίους επικαλέστηκε η κυβέρνηση για να φέρει όλο αυτόν τον αμφισβητούμενο διαγωνισμό;
Ανάλογα παραδείγματα, μόνο από τον περίφημο αυτόν διαγωνισμό, μπορεί να αναφέρει κάποιος πολλά. Δεκάδες. Παραδείγματα από τα οποία προκύπτει με απόλυτη σαφήνεια πως οι έννοιες «κυβέρνηση» και «αλήθεια» ολοένα και απομακρύνονται περισσότερο η μια από την άλλη. Η εξίσωση των δυο, δεν βγαίνει. Με ωμό τρόπο, υπουργοί κάνουν δηλώσεις που δεν στηρίζονται όχι στην αλήθεια, αλλά ούτε καν στην λογική, παρά το οφθαλμοφανές.