Του Αντώνη Πανούτσου
Υπάρχουν δύο τρόποι να κάνεις σκοποβολή. Στον πρώτο σημαδεύεις, πυροβολείς και πηγαίνεις στον στόχο να δεις. Στο δεύτερο πυροβολείς, βρίσκεις την σφαίρα και με έναν μαρκαδόρο σχεδιάζεις έναν στόχο γύρω της. Ο Αλέξης Τσίπρας είναι παγκόσμιος πρωταθλητής με την δεύτερη μέθοδο.
Αφού μισή ντουζίνα φορές είχε πει ότι ο στόχος στο Eurogroup είναι η ελάφρυνση του χρέους, όταν δεν το πέτυχε ο Τσίπρας δεν είχε πρόβλημα. Γύρω από την σφαίρα που είχε πάει αλλού για αλλού, σχεδίασε το νέο στόχο «να βγούμε στις αγορές». Βέβαια τον Απρίλιο του 2014 ο Δημήτρης Παπαδημούλης, τότε κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, έλεγε «πρώτα να γίνει κούρεμα του χρέους και μετά η Ελλάδα σχεδιασμένα να βγει στις αγορές» και κατηγορούσε την ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ ότι δανείζονται με 5% «αντί με το 1,5% της δανειακής σύμβασης αυξάνοντας το δημόσιο χρέος». Και ο Τσίπρας σε ομιλία του Οκτωβρίου του 2014 στην Κ.Ε του ΣΥΡΙΖΑ είχε πει «μόνο μετά την ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους, θα σταματήσουν οι αγορές να είναι εχθρικές». Αλλά για μια κυβέρνηση που έχει βασιστεί ότι οι ψηφοφόροι της θα έχουν μνήμη χρυσόψαρου αυτά είναι λεπτομέρεις.
Αντίθετα με τις διαπραγματεύσεις το εξωτερικό, στο εσωτερικό και στο διχασμό της Ελλάδας ο ΣΥΡΙΖΑ τα πηγαίνει περίφημα. Το «Εμείς ή αυτοί» του παρελθόντος έχει μετατραπεί σε ένα πόλεμο Βορείων και Νοτίων. Επικεντρωμένο στον ΠΑΟΚ και τον Ιβάν Σαββίδη. Από την μέρα που ο Τσίπρας είπε ότι η ΝΔ βλέπει το γκολ του ΠΑΟΚ στον τελικό του κυπέλλου πέτσινο, φάνηκε ότι στον ΣΥΡΙΖΑ ανακάλυψε το νέο πεδίο του διχασμού. Αντίθετα με τον Καλογρίτσα ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει η εύνοιά του στον Σαββίδη να είναι όσο το δυνατόν πιο φανερή, ώστε οι παοκτζήδες να μην έχουν αμφιβολία ποιου την πλευρά πρέπει να πάρουν. Το ότι η ΝΔ αναγκάστηκε να επιστρατεύσει τον Θοδωρή Ζαγοράκη για να πει «Άλλο πράγμα το ποδόσφαιρο και άλλο η πολιτική και η υποχρέωση υπεράσπισης του δημοσίου συμφέροντος», είναι μια επίκληση στην λογική που ελπίζεται ο κόσμος να αντιληφθεί.
Όχι δηλαδή ότι αν η διαίρεση της Ελλάδας σε Βορρά και Νότο αποτύχει, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει άλλους τρόπους διχασμού. Στο facebook χθες ο Παύλος Πολάκης έγραψε «Γκεσταμπιτες, μενουμεευρώπηδες, βαστασοιμπλέδες ......μη χαίρεστε....
ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΝΙΚΗΣΟΥΜΕ ...όσο καθυστέρηση κι αν μας παίξει ο αρχηγός σας.....δεν εχει πολύ χρόνο ακόμα ......». Η ορθογραφία και η σύνταξη προφανώς είναι αυθεντική, αφού κανένας απόφοιτος της τετάρτης δημοτικού και παραπάνω δεν θα μπορούσε να γράψει τέτοια σύνταξη. Το θέμα όμως δεν είναι η μάχη του Πολάκη ενάντια στα ελληνικά, αλλά η εικόνα που περνάει έξω και ο εμφύλιος που δημιουργεί μέσα.
Ένας υπουργός της κυβέρνησης που αναφέρεται σε μια τραυματική περίοδο της γερμανικής ιστορίας και στη Γκεστάπο και ότι ο Σόιμπλε «δεν έχει πολύ χρόνο ακόμα» στο μέσο μιας διαπραγμάτευσης με τους Γερμανούς, μπορεί να σημαίνει τρία πράγματα. Ένα ότι στον ΣΥΡΙΖΑ νομίζουν ότι δεν υπάρχουν μεταφραστές και οι Γερμανοί δεν θα το μάθουν. Δύο, πιστεύει ότι υπάρχουν πολάκηδες και σε άλλες χώρες και οι Γερμανοί θα δείξουν κατανόηση. Τρίτον, ότι η ανάγκη για εμφύλιο ξεπερνάει τις διαπραγματεύσεις και το εθνικό συμφέρον.
Υπάρχει όμως και μια τέταρτη παράμετρος. Ο Πολάκης να είναι ανεξέλεγκτος. Αντί να τον φοβηθούν οι αστοί, όπως είχε πει ο Πολάκης, να τον φοβήθηκαν οι δικοί του. Και να λέει ό,τι θέλει, να εγχειρίζει όπου θέλει (ευτυχώς όχι και όποιον θέλει) και να γράφει ό,τι του έρθει με τον Τσίπρα φοβισμένο να κάνει ότι δεν βλέπει και δεν ακούει. Ούτως ή άλλως από στιλ και γούστο ο Πολάκης ταιριάζει καλύτερα με τους ΑΝΕΛ και τον Πάνο Καμμένο να ακούν μαζί Σταμάτη Γονίδη με την συνοδεία της μπάντας του στρατού και να φωτογραφίζονται τσικ του τσικ σαν ερωτευμένοι πιγκουίνοι.