Αντί άλλου κειμένου σήμερα, διαβάστε —και, παρακαλώ, κοινοποιήστε— το συνταρακτικό αυτό κείμενο του εντατικολόγου του Μπέργκαμο, Ντανιέλε Ματσίνι. Τη μετέφρασε στα αγγλικά η επίσης γιατρός Σύλβια Στριντζίνι, επιδημιολόγος, και την ανέβασε στο Twitter της. Καθώς διακινήθηκε πολύ, έφτασε και στα δικά μας αυτιά. Η καλή συνάδελφος Χρύσα Φραγκιαδάκη πήρε την πρωτοβουλία να τη μεταφράσει, σημειώνοντας μάλιστα στην ανάρτησή της: «Το μεταφράζω επιτόπου χωρίς καμιά αξίωση γλωσσικής καλλιέπειας, για να διευκολύνω όσους φίλους ενδιαφερθούν αλλά τους είναι κουραστικό ή δύσκολο το αγγλικό κείμενο». Ζήτησα την άδεια της συναδέλφου, η οποία σημείωνε επίσης προλογικά:
«Εύχομαι να διαδοθεί όσο πιο πολύ γίνεται, μήπως και φτάσει στα (μη ακούοντα) ώτα των αδούλωτων Ελληναράδων συμπατριωτών μας που γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια τους συμπολίτες τους και το σκάνε από την καραντίνα για να πάνε στις καφετέριες, και μήπως το ξανασκεφτούν οι εγκληματικά χειραγωγούμενοι από ανόητα συμφέροντα υπεύθυνοι και το πάρουν απόφαση να απαγορεύσουν ΟΛΕΣ τις συναθροίσεις (πρωτίστως ΟΛΑ τα σχολεία, δημόσια και ιδιωτικά, ΟΛΑ τα φροντιστήρια, εκκλησίες, θεάματα κλπ.) μέχρι τέλος του μήνα για να το μαζέψουμε σε διαχειρίσιμα επίπεδα το πράγμα — αν προλαβαίνουμε, γιατί, αν αυτά συμβαίνουν στην Ιταλία, δεν θέλουμε να σκεφτούμε τι θα συμβεί στα καθ’ ημάς έτσι και σκάσει η βόμβα που δεν έχει σκάσει ακόμα».
Λέει η Σύλβια Στριντζίνι: «Πρέπει να πολεμήσουμε την αίσθηση ασφάλειας που υπάρχει έξω από τα επίκεντρα εκδήλωσης του κοροναϊού. Τα μίντια στην Ευρώπη είναι καθησυχαστικά, όπως και οι πολιτικοί, αλλά ελάχιστα πράγματα υπάρχουν για να μας καθησυχάζουν».
Ιδού το κείμενο του γιατρού Ντανιέλε Ματσίνι:
* * *
«Ύστερα από πολλή σκέψη για το αν πρέπει και τι πρέπει να γράψω σχετικά με το τι συμβαίνει σε εμάς εδώ, αισθάνθηκα ότι η σιωπή δεν συνιστά υπεύθυνη στάση. Έτσι, θα προσπαθήσω να μεταφέρω στον κόσμο που ζει μακριά από τη δική μας πραγματικότητα όσα ζούμε στο Μπέργκαμο αυτές της μέρες της πανδημίας του Covid-19. Καταλαβαίνω την ανάγκη να μη δημιουργηθεί πανικός, αλλά όταν το μήνυμα της επικινδυνότητας αυτού που συμβαίνει δεν αρκεί, κάτι πρέπει να κάνει κανείς.
Ομολογώ ότι και εγώ ο ίδιος παρακολούθησα με κάποια έκπληξη την πλήρη αναδιάρθρωση ολόκληρου του νοσοκομείου την περασμένη εβδομάδα, όταν ο νέος εχθρός μας ήταν ακόμα κρυμμένος στη σκιά: οι θάλαμοι σιγά-σιγά άδειαζαν, προαιρετικές δραστηριότητες διακόπτονταν, και οι ΜΕΘ ελευθερώνονταν για να διατεθεί ο μεγαλύτερος δυνατός αριθμός κλινών. Αυτός ο ταχύς μετασχηματισμός δημιούργησε μια ατμόσφαιρα σιωπής και εξωπραγματικού κενού στους διαδρόμους του νοσοκομείου, πράγματα που δεν ήμασταν σε θέση να τα καταλάβουμε σε όλη τους την έκταση εκείνη τη στιγμή. Σαν να περιμέναμε έναν πόλεμο που επρόκειτο να κηρυχτεί όπου να ’ναι, μα που πολλοί (κι εγώ ανάμεσά τους) δεν πιστεύαμε στ’ αλήθεια ότι θα ξεσπούσε με τέτοια αγριότητα. […]
Λοιπόν, η κατάσταση πλέον είναι —το λιγότερο που μπορεί κανείς να πει— δραματική. Ο πόλεμος έχει κυριολεκτικά ξεσπάσει και οι μάχες είναι αδιάκοπες ολημερίς και ολονυχτίς. Αλλά τώρα η ανάγκη κλινών έχει φτάσει σε δραματική κορύφωση. Το ένα μετά το άλλο, τα τμήματα που είχαν αδειάσει γεμίζουν πια με εντυπωσιακούς ρυθμούς. Οι πινακίδες με τα ονόματα των ασθενών, διαφορετικού χρώματος ανάλογα με τη μονάδα, είναι πια όλες κόκκινες και αντί για προγραμματισμό χειρουργείων βλέπεις παντού τη διάγνωση, που είναι παντού και πάντα η ίδια: αμφίπλευρη διάμεση πνευμονία. […]
Κι ενώ υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που καυχώνται ότι δεν φοβούνται να παρακούσουν τις οδηγίες, διαμαρτυρόμενοι ότι η «κανονικότητά τους» έχει οδηγηθεί σε κρίση, η επιδημιολογική συμφορά εξελίσσεται ραγδαία. Και πια δεν υπάρχουν χειρουργοί, δεν υπάρχουν ουρολόγοι ή ορθοπεδικοί, δεν υπάρχει τίποτε: είμαστε όλοι γιατροί που ξαφνικά γίναμε μέλη της ίδιας ομάδας για να αντιμετωπίσουμε αυτό το τσουνάμι που μας έχει εξουθενώσει.
Τα κρούσματα πολλαπλασιάζονται, έχουμε φτάσει πια τον ρυθμό των 15-20 εισαγωγών τη μέρα, όλων από την ίδια αιτία. Τα αποτελέσματα των δειγματοληψιών είναι, το ένα μετά το άλλο: θετικός, θετικός, θετικός.
Ξαφνικά, τα Επείγοντα καταρρέουν. Όλοι προσέρχονται για τους ίδιους λόγους: πυρετός και βήχας, αναπνευστικά προβλήματα. Και όλοι ανεξαιρέτως χρειάζονται νοσοκομειακή περίθαλψη. Κάποιος πρέπει να διασωληνωθεί αμέσως και να μπει σε ΜΕΘ. Για κάποιους άλλους, πάλι, είναι ήδη αργά…
Κάθε αναπνευστήρας γίνεται ανάρπαστος: αυτοί που χρησιμοποιούνταν στα χειρουργεία —που τώρα έχουν αναστείλει τα μη επείγοντα περιστατικά τους— γίνονται χώροι εντατικής θεραπείας. Το προσωπικό είναι εξουθενωμένο. Είδα την κούραση σε πρόσωπα που μέχρι τότε δεν καταλάβαιναν ποτέ τι θα πει πολλή δουλειά, παρά το ήδη εξοντωτικό εργασιακό τους φορτίο. Είδα την αλληλεγγύη όλων μας, που δεν σταματούσαμε να απευθυνόμαστε στους παθολόγους συναδέλφους μας ρωτώντας, «Τι να κάνω, πού μπορώ να βοηθήσω τώρα;» Είδα γιατρούς να τσουλάνε κλίνες και να μεταφέρουν ασθενείς, γιατρούς να κάνουν νοσηλεία στη θέση των νοσοκόμων. Είδα νοσοκόμες με δάκρυα στα μάτια επειδή δεν μπορέσαμε να σώσουμε κάποιον ασθενή, γιατί ήταν ανθρωπίνως αδύνατον να σωθεί.
Δεν υπάρχουν βάρδιες πια, δεν υπάρχουν ωράρια. Η κοινωνική μας ζωή έχει ανασταλεί. Δεν βλέπουμε πια τις οικογένειές μας, από φόβο μην τους μολύνουμε. Μερικοί από εμάς έχουμε ήδη μολυνθεί παρά την τήρηση των πρωτοκόλλων. Κάποιοι από τους συναδέλφους μας που κόλλησαν τον ιό έχουν, με τη σειρά τους, μολύνει συγγενείς τους, και κάποιοι από αυτούς τους συγγενείς παλεύουν ήδη, κι αυτοί, μεταξύ ζωής και θανάτου.
Γι’ αυτό, σας παρακαλώ: κάντε υπομονή, να χαρείτε, που δεν μπορείτε να πάτε στο θέατρο, στα μουσεία και στο γυμναστήριο. Δείξτε μια στάλα έλεος στους χιλιάδες ηλικιωμένους που ίσως πεθάνουν ακριβώς εξαιτίας σας. Όλοι εμείς προσπαθούμε να είμαστε χρήσιμοι. Αλλά κάντε κι εσείς το ίδιο. Εμείς επηρεάζουμε τη ζωή και τον θάνατο μερικών δεκάδων ανθρώπων. Εσείς, με το περιβάλλον σας, πολύ περισσότερων.
Σας παρακαλώ, κοινοποιήστε αυτό το μήνυμα. Πρέπει να καταλάβουν όλοι την απόλυτη ανάγκη να μη διαδοθεί αυτό που συμβαίνει εδώ σ’ εμάς και στην υπόλοιπη Ιταλία».