Μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, με σκοπό την προφύλαξη της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών και την ανάπτυξη της επιστημονικής σκέψης, εδραιώθηκε στα πανεπιστήμια μια ισχυρή ασπίδα προστασίας. Δυστυχώς, στα χρόνια που ακολούθησαν, με την πολυετή μας ανοχή απέναντι στην αυθαιρεσία, την αφήσαμε να μετατραπεί σε άσυλο ανομίας.
Όλοι όσοι περάσαμε τα φοιτητικά μας χρόνια στο Ελληνικό Πανεπιστήμιο, αντιλαμβανόμαστε πλήρως, ότι το νομοσχέδιο του Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, αποτελεί τομή, σε ένα παρωχημένο πλαίσιο λειτουργίας, όσον αφορά τόσο στην εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όσο και στην προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας και στην αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος.
Γνωρίσαμε αιώνιους φοιτητές, αδιάφορους για το αντικείμενο σπουδών τους, χωρίς κίνητρο για την απόκτηση τίτλου. Είδαμε βάσεις εισαγωγής που δεν τιμούν το κύρος της ανώτατης εκπαίδευσης. Ζήσαμε από κοντά, την ανεμπόδιστη παραβατικότητα και την προκλητικότητα των μειοψηφιών. Κινδυνέψαμε, όταν θέλαμε να βγούμε αργά το βράδυ από το κτίριο της σχολή μας.
Όσα η πλειοψηφία των φοιτητών και των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας υποστήριζε διαχρονικά, ήρθε η ώρα να θεσμοθετηθούν, βάζοντας οριστικό τέλος στις παθογένειες και στις στρεβλώσεις.
Με την ελάχιστη βάση εισαγωγής, ορισμένη μάλιστα από την ίδια τη σχολή, ενισχύεται η ακαδημαϊκή αυτονομία και διασφαλίζονται ως ένα βαθμό, καλύτερες προϋποθέσεις για την έγκαιρη ολοκλήρωση των σπουδών και την ταχύτερη έξοδο των αποφοίτων στην αγορά εργασίας.
Με το νέο νόμο, θα ενθαρρύνονται πιο συνειδητοποιημένες επιλογές ακαδημαϊκής κατάρτισης και σταδιοδρομίας και άρα θα υπάρχει περισσότερο ενδιαφέρον για την αφομοίωση του αντικειμένου των σπουδών.
Οδηγούνται οι νέοι, σε επιλογές πιο κοντά στις προτεραιότητες, στις κλίσεις και στις ικανότητές τους και χτίζουν το μέλλον που πραγματικά επιθυμούν.
Η θέσπιση τέλος, του ανώτατου χρονικού ορίου φοίτησης διευθετεί το χρονίζον πρόβλημα των «αιώνιων φοιτητών», που ταλανίζει τα Ελληνικά Πανεπιστήμια, σπαταλώντας υλικούς και ανθρώπινους πόρους και δυσχεραίνει τη δυνατότητα ανέλιξής τους στις διεθνείς κατατάξεις.
Δεν είναι δυνατόν να μην έχουν αγγίξει τόσες Κυβερνήσεις, αυτό το τεράστιο πρόβλημα, τόσα χρόνια.
Με υπευθυνότητα, συνέπεια και ισχυρή πολιτική βούληση, η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη το κάνει.
Ταυτόχρονα, προχωρά και σε μία ακόμη τολμηρή νομοθετική πρωτοβουλία για την επαναφορά της νομιμότητας στα ΑΕΙ της χώρας.
Mε νόμο του 2019, δόθηκε η δυνατότητα στο κράτος να ασκήσει όλες τις αρμοδιότητές του και στους χώρους των ΑΕΙ. Τότε κάναμε το πρώτο σημαντικό βήμα για την αλλαγή της στρεβλής αντίληψης και νοοτροπίας, που είχε επικρατήσει για τον ρόλο του πανεπιστημιακού ασύλου.
Πλέον, με τη θέσπιση της ελεγχόμενης εισόδου στα Ιδρύματα, τη σύσταση αρμοδίων διοικητικών δομών υπό τον Πρύτανη και τη δημιουργία της ειδικής «Ομάδας Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων», προχωρούμε στην ουσιαστική αντιμετώπιση της παραβατικότητας, σε κάθε έκφανση του ακαδημαϊκού βίου.
Είμαστε απέναντι, σε όλους αυτούς που με την πολιτική τους στάση δίνουν άλλοθι σε παραβατικούς νεολαίους που κάθε άλλο παρά κοινωνικά και επιστημονικά μορφωμένοι πρόκειται να βγουν στην κοινωνία.
Μακάρι να μη χρειαζόμασταν την Ελληνική Αστυνομία στα Πανεπιστήμια και όλοι να νιώθαμε ασφαλείς μέσα σε αυτά, είτε ως χρήστες είτε ως επισκέπτες.
Η Ελλάδα είναι, δεκαετίες τώρα, μια ισχυρή Κοινοβουλευτική Δημοκρατία και δεν της αξίζει να παραμένει δέσμια αναχρονιστικών αγκυλώσεων και προκαταλήψεων.
Ήρθε λοιπόν η ώρα, να παραδώσουμε ένα διαφορετικό Ελληνικό Πανεπιστήμιο στις επόμενες γενιές.
* Η Χριστίνα Αλεξοπούλου είναι Βουλευτής Αχαΐας με τη Νέα Δημοκρατία