Εκείνη την ημέρα το ψάρεμα δεν είχε πάει καλά. Για κάποιον μυστήριο και αδιευκρίνιστο λόγο οι συναγρίδες της περιοχής είχαν συνωμοτήσει και αποφασίσει να μην συμμετάσχουν στο τσιμπούσι των επωνύμων, που με τόση προσοχή ετοιμαζότανε μέρες τώρα. Καλεσμένοι θα ήσαν τρεις πολιτικοί αρχηγοί, ο πολιτικός επίτροπος της κυβέρνησης και ένας υψηλόβαθμος στρατιωτικός.
Όλοι τους θα καθόντουσαν στο τραπέζι, στην κεφαλή του οποίου θα βρισκότανε ο μεγάλος ολιγάρχης. Ο αρχηγός των ολιγαρχών. Ο πρεσβύτερος όλων.
Ο εκνευρισμός στον πρώην βατραχάνθρωπο και στον πολιτικό του προϊστάμενο ήταν έκδηλος. Αυτοί οι κομμουνιστές ήσαν αρκετά απαιτητικοί. Αν στο τραπέζι δε υπήρχε φρέσκια συναγρίδα, ο πολιτικός επίτροπος ήταν ικανός να σηκωθεί και να φύγει. Τι να κάνουν, τι να κάνουν. Η πρώτη σκέψη ήταν να «ξεπέσουν» σε κανέναν ροφό ή ακόμη και σε κάποιον βλάχο, που βρισκόντουσαν σε αφθονία στην περιοχή. Γρήγορα η ιδέα εγκαταλείφτηκε. Οτιδήποτε κάτω από την συναγρίδα θα εθεωρείτο υποδεέστερο.
Την λύση την έδωσε ο ένας εκ των τριών αρχηγών, ο οποίος είχε άποψη στα θέματα της εστίασης: Αστακομαρονάδα! «Μα», ψέλλισε ο στρατιωτικός. «Που θα βρούμε τέτοια ώρα αστακό». Ο πολιτικός είχε έτοιμη τη απάντηση: «Τα super market είναι ακόμη ανοικτά. Και σιγά μην καταλάβει την διαφορά. Κομμουνιστής είναι, τώρα μαθαίνει τα ωραία».
Το βράδυ έφτασε δίχως να το καταλάβουν. Το μεγάλο τραπέζι είχε στηθεί κάτω από τον έναστρο ουρανό, στον κήπο του αρχοντικού. Λίγο πιο πέρα έσκαγε το κύμα. Μία ομάδα αστυνομικών είχε φροντίσει να κρατήσει μακριά τα αδιάκριτα μάτια. Και μία ομάδα βατραχανθρώπων είχε αποστολή να κρατήσει μακριά πιθανούς … σαμποτέρ που θα ήθελαν να χαλάσουν εκείνο το εξαίσιο δείπνο.
Τρεις πολιτικοί αρχηγοί! Τρία μικρά κόμματα. Μία γυναίκα και δύο άνδρες. Ένας υπουργός, ένας στρατιωτικός και ένας πολιτικός επίτροπος. Και στην κορυφή του τραπεζιού ένας ολιγάρχης. Δεν ήταν ένα απλό δείπνο. Μυστικός δείπνος ήταν. Εκεί που θα αποφασιζόντουσαν πολλά. Κάτι σαν εκείνα τα δείπνα που κάνουν οι Εβραιομασώνοι, ένα πράγμα.
Ο αστακός ήταν καταπληκτικά μαγειρεμένος. Ακόμη κι ένας βαθύς γνώστης των μυστικών της κουζίνας θα είχε δυσκολευτεί να καταλάβει την «λαθροχειρία», ότι ένας κατεψυγμένος αστακός είχε αναλάβει να σώσει την τιμή δύο ανδρών που είχαν αποτύχει να πιάσουν μία συναγρίδα.
Η βραδιά κυλούσε όμορφα με αστεία και πειράγματα μεταξύ των προσκεκλημένων. Κάποια στιγμή ο ολιγάρχης κτύπησε το πιρούνι στο ποτήρι αρκετές φορές, θέλοντας να προκαλέσει την προσοχή των καλεσμένων του: «Κυρίες και κύριοι, μόλις με πληροφόρησαν ότι σε λίγη ώρα θα είναι κοντά μας και ο πρόεδρος. Ήταν η έκπληξη της βραδιάς. Δεν ήξερα αν θα τα κατάφερνε να είναι μαζί μας και γι αυτό δεν σας ενημέρωσα νωρίτερα». Ο ενθουσιασμός κατέβαλλε το επώνυμο πλήθος. Επιτέλους, θα μπορούσαν να συζητήσουν για την νέα μεταπολίτευση…
Εκείνη την ώρα ο επικεφαλής της κουζίνας έδωσε εντολή να αλλάξει η βάρδια των σερβιτόρων. Έτσι αποσύρθηκε από την σκηνή των γεγονότων ο πληροφοριοδότης μου. Και δεν μπορώ να σας πω περισσότερα για το τι έγινε εκείνη την βραδιά. Μπορώ όμως να σας πω με βεβαιότητα ότι στην πολιτική δεν μπορεί κανείς να έχει εμπιστοσύνη σε αυτά που βλέπει και ακούει. Δυόμιση χρόνια αργότερα πολλά έχουν αλλάξει. Η συνέχεια προσεχώς!
Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]
*Αναδημοσίευση από την στήλη «πετριές» του Φιλελεύθερου της Πέμπτης 17 Ιανουαρίου.