Από την εποχή που ο Ηρόδοτος ανακάλυψε την ιστοριογραφία η ανθρωπότητα εκπαιδεύεται μαθαίνοντας ότι η Ιστορία είναι το αντίθετο της Μυθολογίας. Και από την εποχή που ο Παπαρρηγόπουλος έγραψε την "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους" οι Έλληνες εκπαιδεύονται μαθαίνοντας ότι η Τουρκία είναι κάτι σαν τον κακό δαίμονα που ουδέποτε έπαψε να επιβουλεύεται την πατρίδα τους.
Στην πραγματικότητα η μεν διδασκαλία της Ιστορίας λειτούργησε τις περισσότερες φορές ως ο δολιότερος τρόπος αναπαραγωγής της Μυθολογίας, η δε ελληνική ιστοριογραφία ως ο αποτελεσματικότερος τρόπος διαιώνισης των ιδρυτικών μύθων του Ελληνικού κράτους.
Κάτι ανάλογο, άλλωστε, φαίνεται να συμβαίνει και στην αντίπερα όχθη του Αιγαίου, όπου η Esra Özsüer, αναπληρώτρια καθηγήτρια τουρκολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης μας πληροφορεί ότι η ελληνική εξέγερση στο Μοριά το 1821 δεν αναφέρεται εκτενώς στα τουρκικά βιβλία Ιστορίας γιατί στην συλλογική μνήμη των Τούρκων έχει εγγραφεί ως ήττα οφειλόμενη στην προδοσία των αχάριστων ραγιάδων που, αντί να ευγνωμονούν την Οθωμανική Αυτοκρατορία για την ειρήνη και την ησυχία που τους εξασφάλισε η pax ottomana, την υπονόμευσαν από μέσα οδηγώντας μαζί με τα άλλα βαλκανικά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στον διαμελισμό της (βλ. "Το Βήμα" της Κυριακής 28.02.2021)
Έτσι, εξάλλου, εξηγεί η Özsüer το γεγονός ότι, ενώ το ελληνικό έθνος θεωρείτο από τους Oθωμανούς το "πιο πιστό" (miillet-i sadika), στο συλλογικό υποσυνείδητο της σύγχρονης τουρκικής κοινής γνώμης πέρασε ως το έθνος των "απάνθρωπων προδοτών που χτυπούν ύπουλα".
Τι είναι, λοιπόν, οι Έλληνες για τους Τούρκους; Είναι "οι πρώτοι αναξιόπιστοι, εξαρτημένοι από το εξωτερικό και υποκινούμενοι από τους ξένους προδότες" που κατέστρεψαν το κράτος που τους φρόντιζε δίνοντας τους προνόμια και σεβόμενο τη θρησκεία τους και την εθνοτική τους υπόσταση.
Είναι επακριβώς ο ιδεολογικός καμβάς πάνω στον οποίο ο Ερντογάν κεντά το αφήγημα της ανθελληνικής ρητορικής του ανεβάζοντας διαρκώς τους τόνους της.
Και θα συνεχίσει να το κάνει ανεξάρτητα από την εξέλιξη της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας και των διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ. Όχι μόνο στην προσπάθειά του να προκαλέσει μιαν ελληνική διπλωματική υπεραντίδραση που θα τον διευκολύνει στο παιχνίδι της επίρριψης ευθυνών στην ελληνική πλευρά σε περίπτωση αδιεξόδου στις διευρευνητικές επαφές και στην πενταμερή συνδιάσκεψη για το κυπριακό. Αλλά κυρίως στην εξυπηρέτηση της γενικότερης νεο-οθωμανικής αναθεωρητικής στρατηγικής του στο πλαίσιο της οποίας ο ανθελληνισμός φαίνεται να επιλέγεται ως η ιδανική αιχμή του δόρατός της.
Έχει τουλάχιστον τρεις σοβαρούς λόγους να το κάνει:
Ο πρώτος είναι για να διαχωρίσει το πρόβλημά των ελληνοτουρκικών σχέσεων από την ατζέντα των ευρωατλαντικοτουρκικών σχέσεων, ώστε να πετύχει την διαφορετική και πιο συγκαταβατική "κατανόηση" των ελληνοτουρκικών εντάσεων από την Δύση.
Ο δεύτερος σχετίζεται με τις κινήσεις που κάνει για να διεμβολίσει το "αντιτουρκικό μπλοκ" των περιφερειακών συμμαχιών της Ελλάδας με Κύπρο-Ισραήλ-Αίγυπτο-Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα- Μπαχρέιν κλπ καθιστώντας την Ελλάδα το μαύρο πρόβατο της περιοχής.
Ο τρίτος αποτελεί συνέχεια και κλιμάκωση της στρατηγικής με την οποία συσπειρώνει το εκλογικό σώμα και ενισχύει τις εθνικιστικές συμμαχίες του εντός συνόρων.
Έχουμε ξαναπεί ότι ο αντιδυτικός ισλαμοεθνικισμός είναι για τον Ερντογάν, και όχι μόνον, ο ιδεολογικός συνδετικός κρίκος που ενοποιεί το εσωτερικό του μέτωπο με όρους που προετοιμάζουν την στροφή του προς την πιο δεκτική προς τον τουρκικό ηγεμονισμό Ανατολή διαιωνίζοντας ταυτόχρονα την εσωτερική πολιτική κυριαρχία του σε πείσμα της οικονομικής κρίσης και της εντεινόμενης κριτικής που του ασκεί η αντιπολίτευση. Ο καλλιεργούμενος ανθελληνισμός εργαλειοποιείται ως το δυνατό χαρτί του ερντογανικού ισλαμοεθνικισμού ακριβώς επειδή η διδασκαλία της Ιστορίας, και όχι μόνον βέβαια, έχει δημιουργήσει στην γείτονα το πρόσφορο έδαφος ενός υπαρκτού και "βιωματικού" κοινωνικού υπόβαθρου.
Στο τουρκικό συλλογικό υποσυνείδητο φαίνεται ότι δεν υπάρχει μόνον η νοσταλγία για το χαμένο μεγαλείο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτή υπάρχει, είναι πραγματική και είναι αυτή που "νομιμοποιεί" την κατά τα άλλα κοινωνικά προκλητική ανακτορική μεγαλομανία του Τούρκου Προέδρου. Όμως, εκτός αυτής, φαίνεται να υπάρχει μια εμμονή σε μια έννοια-κλειδί. Ο Ερντογάν την αξιοποιεί κεφαλαιοποιώντας την ηθικό και ιδεολογικό πλεονέκτημά του: είναι η έννοια "υποκίνηση".
Στην οθωμανική ιστορική μυθοπλασία οι κτήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εξάπλωναν τον "Οίκο του Θεού" σε βάρος του "Οίκου των απίστων". Η μέθοδος των κατακτήσεων λεγόταν "Άλωση" (Fetih). Είναι τα ευλογημένα επιτεύγματά της που οι εθνικές βαλκανικές εξεγέρσεις είρθαν να ακυρώσουν. Η "υποκίνηση" των εθνικών επαναστάσεων, με πρώτη την ελληνική, είναι για τους Τούρκους ο δικός τους κακός δαίμονας. Του φορτώνουν την κακόβουλη απώλεια των οθωμανικών "Αλώσεων".
Το λεξιλόγιο της ρητορικής Ερντογάν βρίθει τέτοιων εννοιολογικών μεταφορών. Είναι κάτι σαν ένα είδος αναβίωσης του αντι-σημιτικού παραδείγματος την εποχή που στους Εβραίους αποδιδόντουσαν όλα τα κακά της ανθρωπότητας. Σίγουρα πάντως είναι ένας τρόπος δαιμονοποίησης της Ελλάδας ως δύναμης που υποκινείται, π.χ. από την Γαλλία, για να σταθεί εμπόδιο στην ανασύσταση της Οθωμαανικής Αυτοκρατορίας. Και άρα στην επανόρθωση της ιστορικής αδικίας που διέπραξαν οι ραγιάδες προδίδοντας αυτούς όφειλαν να ευγνωμονούν.
Η εφεύρεση εχθρών και η εμφάνιση της Τουρκίας ως της ηγέτιδας του Ισλάμ που περικυκλώνουν οι εχθροί του, αποτελεί, άλλωστε, την πεμπτουσία της προπαγανδιστικής τεχνικής του τουρκικού καθεστώτος.
Η συνταγή είναι δοκιμασμένη, επιτυχημένη και προϊόν μια άλλης ιστορικής μυθοπλασίας. Έτσι, για παράδειγμα, κρατήθηκε όρθια η Σοβιετική Ένωση επί εβδομήντα σχεδόν χρόνια. Ιδιαίτερα τα χρόνια μέχρι το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου, οπότε και εμφανιζόταν ως η μοναδική "πατρίδα του σοσιαλισμού" που περικύκλωναν οι χώρες του καπιταλισμού βυσσοδομώντας για την κατάρρευσή της. Αυτό ήταν εξάλλου και το σύνδρομο της Κομμουνιστικής Διεθνούς η ενεργοποίηση του οποίου γέννησε την προσωπολατρεία και την παντοδυναμία του σταλινισμού. Κάτι φαίνεται να έχει διδαχθεί και από αυτόν ο αυταρχικός νεο-Σουλτάνος της Άγκυρας.
Το ερώτημα είναι τι έχουν διδαχθεί από το παράδειγμα της τουρκικής ιστορικής μυθοπλασίας οι ημέτεροι τουρκοφάγοι αναπαραγωγοί και πολλαπλασιαστές αντίστοιχων ιστορικών εθνικών μυθοπλασιών, όπως είναι συχνά αυτές που συντηρούν μύθους που καμιά σχέση δεν έχουν πολλές με την αληθινή φύση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ή τα πραγματικά αίτια της Εθνικής Παλιγγενεσίας.
Γιατί το χειρότερο με την στερεοτυπική ανθελληνική ρητορική του Ερντογάν είναι ότι αφυπνίζει συμμετρικά τα αντίστοιχα στερεοτυπικά ανακλαστικά των Ελλήνων εθνικιστών.