Όπως είναι πλέον γνωστό, στις 9 Νοεμβρίου, η Αρμενία δέχτηκε να υπογράψει την συνθήκη τερματισμού του πολέμου στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Αυτή περιλαμβάνει βαρύτατους όρους για την αρμενική πλευρά καθώς οι Αρμένιοι ηττήθηκαν. Ο μόνος θετικός, για την Αρμενία, όρος είναι η εξασφάλιση «διαδρόμου» από την Αρμενία στην πρωτεύουσα του Αρτσάχ μέσω της περιοχής Λατσίν (Περτζόρ) ο οποίος θα συμβάλλει καθοριστικά στην βιωσιμότητα του αρμενικού θύλακος.
Όμως ποιοι είναι οι λόγοι που η Αρμενία συνθηκολόγησε; Η απάντηση δεν είναι προφανής. Σημασία δεν έχει μόνο η ήττα των αρμενικών δυνάμεων αλλά και οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτήν και φυσικά η εσωτερική πολιτική κατάσταση στην Αρμενία η οποία συνέβαλε επίσης στην κατάρρευση του μετώπου.
Ας δούμε πρωτίστως το στρατιωτικό κομμάτι: όταν οι Αζέροι επιτέθηκαν, οι αρμενικές δυνάμεις στο Αρτσάχ δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένες. Οι δυνάμεις της de facto ανεξάρτητής Δημοκρατίας, οι δεκαοχτάρηδες, κατά κύριο λόγο, φαντάροι που είχαν σταλεί από την Αρμενία και όσοι εθελοντές είχαν φθάσει από την αρμενική διασπορά, ήταν ουσιαστικά ακέφαλοι. Στις 11 Νοεμβρίου, ο πρόεδρος του Αρτσάχ μίλησε ξεκάθαρα για την φυγή πολλών ανδρών-πολιτών του Αρτσάχ προς στην Αρμενία κατά την έναρξη των εχθροπραξιών. Τόνισε δε ότι ο βασικός λόγος της ήττας ήταν η έλλειψη, όχι μόνο σε πυρομαχικά, αλλά κυρίως σε μάχιμο ανθρώπινο δυναμικό.
Το πυροβολικό των Αρμενίων φάνηκε να είναι αποτελεσματικό κατά τις πρώτες μέρες του πολέμου. Ωστόσο, η εκτεταμένη χρήση τουρκικών και ισραηλινών Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών (ΜΕΑ) φαίνεται ότι έδωσε το προβάδισμα στο Αζερμπαϊτζάν. Όμως η πραγματικότητα είναι η εξής: το Αζερμπαϊτζάν (με την βοήθεια των Σύρων μισθοφόρων) πολέμησε ουσιαστικά εναντίον ενός στρατού ο οποίος δεν είχε τα χαρακτηριστικά τακτικού στρατού. Είναι σαν να πολέμησε εναντίον ανταρτών. Αυτό συνέβη διότι οι Ένοπλες Δυνάμεις τις Αρμενίας δεν συμμετείχαν αποφασιστικά στις μάχες. Στο μέτωπο εστάλησαν άρματα μάχης, βαλλιστικοί και αντιβαλλιστικοί πύραυλοι, πυροβολικό, ραντάρ και ΜΕΑ. Δεν στάλθηκαν ωστόσο οι χιλιάδες στρατιώτες που θα μπορούσαν να σταλούν, παρά μόνο φαντάροι και ένας μικρός αριθμός στρατιωτών οι οποίοι ήταν ως επί το πλείστον 18-25 ετών. Δεν έγινε κανονική επιστράτευση στην Αρμενία. Και αυτό διότι έπρεπε να προστατευτεί η ίδια η Δημοκρατία της Αρμενίας σε περίπτωση που δεχόταν επίθεση από Αζερμπαϊτζάν.
Ένας άλλος λόγος ήταν οι εγγυήσεις ασφαλείας της Τουρκίας στο Αζερμπαϊτζάν. Αν η Αρμενία συμμετείχε στον πόλεμο κανονικά και με όλα της τα μέσα, υπήρχε ο κίνδυνος μιας πιο άμεσης και αποφασιστικής εμπλοκής της Τουρκίας. Υπάρχουν επίσης αναφορές από αρμενικές πηγές ότι πολλοί στρατιώτες αποχώρησαν από τις περιοχές την ώρα που οι Αζέροι προέλαυναν με αποτέλεσμα να χαθούν πολλά εδάφη στο νότιο κομμάτι του Αρτσάχ αλλά και το Σουσί, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη και πολιτιστική πρωτεύουσα του Ναγκόρνο Καραμπαχ.
Η Αρμενία πολέμησε μόνη της. Η μόνη βοήθεια που έλαβε ήταν από την Ρωσία, όμως η βοήθεια αυτή δεν ήταν επαρκής. Η Μόσχα έβλεπε από την αρχή της σύρραξης ότι οι Αρμένιοι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα εξαιτίας των ΜΕΑ που χρησιμοποιούσε το Αζερμπαϊτζάν. Παρά ταύτα, εξόπλισε τις αρμενικές δυνάμεις με ειδικά οχήματα κατάρριψης ΜΕΑ μόλις πριν από δύο εβδομάδες. Το Αζερμπαϊτζάν από την άλλη πλευρά, έλαβε την πλήρη στήριξη της Τουρκίας, καθώς και άλλων κρατών (Ισραήλ, Πακιστάν). Δέχτηκε Τούρκους στρατιωτικούς συμβούλους, μεγάλο αριθμό τουρκικών (και νατοϊκών) εξοπλισμών, τουρκικά και ισραηλινά ΜΕΑ, μονάδες των τουρκικών ειδικών δυνάμεων, Σύρους μισθοφόρους και παραστρατιωτικές ομάδες (κυρίως Γκρίζους Λύκους).
Το σημαντικότερο είναι η συνεννόηση μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας κάτι που αποτυπώθηκε και στην συμφωνία εκεχειρίας παρά το γεγονός ότι η Τουρκία δεν αποτέλεσε μέρος της.
Όμως γιατί η Ρωσία δεν υποστήριξε τον στρατηγικό της εταίρο την Αρμενία; Ο πρώτος λόγος είναι η φιλοδυτική στάση της κυβέρνησης του Πασινιάν ο οποίος ανέτρεψε το φιλορωσικό ημιαυταρχικό καθεστώς της Αρμενίας με την βελούδινη επανάσταση του 2018. Πολλοί κάνουν λόγο για ένα «μάθημα» που έδωσε η Ρωσία στην Αρμενία αντίστοιχο με αυτό που έδωσε στην Γεωργία το 2008 και στην Ουκρανία το 2014. Δεν υπήρχε περίπτωση η Μόσχα να διακυβεύσει την επιρροή της στον Νότιο Καύκασο. Επίσης, με την στάση της η Ρωσία «εκτόπισε» την Ευρώπη (Γαλλία) και τις ΗΠΑ από τα τεκταινόμενα στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν τα δικά τους, εσωτερικά, ζητήματα (τρομοκρατία στην Γαλλία και εκλογές στις ΗΠΑ) και δεν ενεπλάκησαν όπως όφειλαν να κάνουν ως μέλη της Ομάδας του Μινσκ του ΟΑΣΕ η οποία ήταν υπεύθυνη για την επίλυση του εν λόγω Ζητήματος.
Επιπροσθέτως, οι Ρώσοι με την έκβαση του πολέμου βγαίνουν ακόμα πιο κερδισμένοι: ενισχύουν περαιτέρω την στρατιωτική τους παρουσία στην Υπερκαυκασία και επιστρέφουν στρατιωτικά στο Ναγκόρνο Καραμπάχ για πρώτη φορά μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ. Ακόμη, προσεγγίζουν το Αζερμπαϊτζάν από το οποίο θα επωφεληθούν για τρεις βασικούς λόγους: πρώτον, θα αυξηθούν οι ρωσικές πωλήσεις όπλων προς το Μπακού. Δεύτερον, θα αναβαθμιστεί η ενεργειακή συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών και τρίτον, το Αζερμπαϊτζάν θα απομακρυνθεί από την Δύση καθώς δεν θα την χρειάζεται πια. Τέλος, η Ρωσία πετυχαίνει την περαιτέρω δέσμευση της Αρμενίας απέναντί της. Παρά το γεγονός ότι η Μόσχα «άδειασε» το Γιερεβάν (ορισμένοι κάνουν λόγο για προδοσία), η Αρμενία τώρα χρειάζεται ακόμη περισσότερο την Ρωσία για λόγους αμυντικούς (η Αρμενία πρέπει να επανεξοπλιστεί) αλλά και για την προστασία του αρμενικού πληθυσμού στο Αρτσάχ το οποίο θα παραμείνει αποκομμένο από την Αρμενία μέχρι την κατασκευή του νέου δρόμου που θα συνδέει το Γιερεβάν με το Στεπανακέρτ και θα παρακάμπτει την πόλη Σουσί η οποία θα περιέλθει στο Αζερμπαϊτζάν.
Ο τελευταίος πλην όμως ουσιαστικός λόγος της ρωσικής στάσης είναι η σύμπλευση Μόσχας – Άγκυρας. Οι σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών δεν είναι στρατηγικές ούτε καν αληθινά συμμαχικές. Υπάρχει όμως μια ιδιαίτερη και άμεση επικοινωνία μεταξύ Πούτιν και Ερντογάν. Το είδαμε να συμβαίνει την Συρία και στην Λιβύη. Τώρα συνέβη και στην περίπτωση του Αρτσάχ. Αυτή η συνεννόηση μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας εξυπηρετεί τους δύο ηγέτες: ο Πούτιν δημιουργεί ένα ρήγμα στο δυτικό στρατόπεδο και καταφέρνει να διατηρήσει την ρωσική επιρροή στον μετασοβιετικό χώρο και να την αυξήσει στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Ο Ερντογάν από την άλλη, καταφέρνει να εφαρμόσει τις νέο-οθωμανικές του πολιτικές. Με την συμφωνία για το Ναγκόρνο Καραμπαχ, όχι μόνο κερδίζει ο στρατηγικός εταίρος του στον Καύκασο, όχι μόνο ενισχύεται η ρητορική του παντουρκισμού, αλλά εφαρμόζεται καθώς, με τον νέο δρόμο που θα συνδέει το Αζερμπαϊτζάν με το Ναχιτσεβάν, η Τουρκία (η οποία συνορεύει με το Ναχιτσεβάν) θα ανοίξει έναν νέο «παντουρκικό» διάδρομο ο οποίος θα την συνδέει απευθείας με το Αζερμπαϊτζάν και τις τουρκογενείς χώρες της Κεντρικής Ασίας.
Τέλος, πρέπει να γίνει αναφορά και στην εσωτερική κατάσταση της Αρμενίας πριν την υπογραφή της συμφωνίας. Όλος ο κόσμος αναγνωρίζει την ενότητα του αρμενικού έθνους. Οι Αρμένιοι απανταχού έκαναν ότι μπορούσαν για να βοηθήσουν την πατρίδα τους. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τους πολιτικούς της Αρμενίας. Σε έναν πόλεμο, όλες οι πολιτικές δυνάμεις οφείλουν να συνταχθούν με την κυβέρνηση για να αντιμετωπίσουν τον εχθρό. Στην Αρμενία, το μεγαλύτερο κομμάτι της αντιπολίτευσης (17 κόμματα συμπεριλαμβανομένων και των εκπροσώπων του παλαιού καθεστώτος) ζητούσαν την παραίτηση του πρωθυπουργού. Λέγεται επίσης, ότι στρατιωτικοί-φίλοι του παλαιού καθεστώτος εγκατέλειψαν περιοχές του Αρτσάχ με αποτέλεσμα την ήττα των αρμενικών δυνάμεων. Η πληροφορία αυτή δεν έχει επιβεβαιωθεί, έχει όμως ειπωθεί δια στόματος πολλών Αρμενίων μαχητών.
Το παλαιό καθεστώς έχει ισχυρή παρουσία στην γραφειοκρατία και στο στράτευμα. Οι εκπρόσωποί του χαρακτηρίζονται από πολλούς ως ολιγάρχες οι οποίοι εξυπηρετούν τα συμφέροντα της Ρωσίας. Οι πρώην ηγέτες της Αρμενίας Σερζ Σαρκισιάν και Ρόμπερτ Κοτσαριάν είναι στενοί προσωπικοί φίλοι του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν. Η κυβέρνηση Πασινιάν όταν κέρδισε τις εκλογές επιδίωξε την κάθαρση του πολιτικού συστήματος το οποίο χαρακτηριζόταν από εκτεταμένη διαφθορά. Στο πλαίσιο αυτό φυλακίστηκε και ο πρώην πρόεδρος Κοτσαριάν. Αυτή η απόπειρα κάθαρσης ενόχλησε την Ρωσία διότι έβλαπτε και τα δικά της συμφέροντα στην χώρα αλλά και στην ευρύτερη περιοχή. Δεν θα εκπλαγώ αν αποκαλυφθεί στο μέλλον ότι οι εκπρόσωποι του παλαιού καθεστώτος συνέβαλαν στην ήττα από το Αζερμπαϊτζάν. Όμως προς το παρόν μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε.
Κλείνοντας, η συμφωνία ήταν μια εθνική ήττα για την Αρμενία. Ήταν όμως αναγκαία. Ειδάλλως, θα έπεφτε το Στεπανακέρτ και θα είχαμε πολύ περισσότερους νεκρούς. Δεν αποκλείεται μάλιστα, οι Αζέροι να καταλάμβαναν ολόκληρο το Αρτσάχ, γεγονός που θα σηματοδοτούσε το οριστικό τέλος της αρμενικής παρουσίας στην περιοχή. Η συμφωνία είναι ταπεινωτική και όπως έχει δείξει η ιστορία, οι ταπεινωτικές συνθήκες οδηγούν σε αναθεωρητισμό. Γι’ αυτό και ευελπιστώ πως θα γίνουν νέες διαπραγματεύσεις μελλοντικά με σκοπό την δίκαιη και προπάντων ειρηνική επίλυση του Ζητήματος. Είναι προφανές ότι και οι Αρμένιοι έχουν τις δικές τους ευθύνες για την μη επίλυση του Ζητήματος επί 30 χρόνια, αλλά αυτό είναι το θέμα ενός άλλου άρθρου. Συνοψίζοντας: η καλύτερη οργάνωση του αζερικού στρατού, η μη αποστολή σημαντικού αριθμού στρατευμάτων από την Αρμενία στο Αρτσάχ, η βοήθεια που το Μπακού έλαβε από την Τουρκία, η ρωσική ουδετερότητα, η σύμπλευση Ρωσίας και Τουρκίας, καθώς και η εσωτερική πολιτική κατάσταση στην Αρμενία οδήγησαν στην ήττα και στην αποδοχή αυτής της συμφωνίας.