Οι κρίσεις, λένε, όσο πιο μεγάλες είναι τόσο πιο βαθιά σκάβουν στα έγκατα κάθε κοινωνίας και ανασύρουν στην επιφάνεια πολλές θαμμένες πραγματικότητες. Όπως το γεγονός ότι «είναι αδύνατον να πείσεις έναν θρησκευόμενο ότι κάνει λάθος», όπως θα πει η Σώτη Τριανταφύλλου στη συνέντευξή της στο Liberal.
Μιλά για τον ρόλο και τη στάση της Εκκλησίας, το διάγγελμα και τη στάση του Κυριάκου Μητσοτάκη, για τον οποίον διερωτάται αν πιστεύει στον Ιησού και την Ανάσταση, τη σχέση των πολιτικών με τις δεισιδαιμονίες των ανθρώπων. Για τα σύνορα και την «τεχνητή φύση» τους, τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου, παγκόσμιου πολίτη και τις υποχρεώσεις του, για τη δυστοπία που ζει ο πλανήτης, για την κατάσταση στην Ιταλία αλλά και στη Γαλλία –στη χώρα όπου ζει τα τελευταία χρόνια- η οποία ετοιμάζεται, εν μέσω κορονοϊού, για τις… αδιάφορες δημοτικές εκλογές που έρχονται στη χώρα.
Συνέντευξη στον Κώστα Κυριακόπουλο
- Πώς κρίνετε τη στάση της Εκκλησίας στην Ελλάδα σε όλη αυτήν την ιστορία της κρίσης του κορονοϊού; Είναι η ελληνική ορθόδοξη εκκλησία συμβατή με την κανονική ζωή, την πραγματικότητα και την καθημερινότητα των πιστών ή επιμένει ακόμα και σε τόσο σοβαρές καταστάσεις να διατηρεί αποστάσεις από την κοσμική ζωή;
Δεν είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος να σχολιάσω την εκκλησία. Όσα θα έλεγα, μπορούν να ακουστούν σαν δογματικός αντικληρικαλισμός και αγωνιστική αθεΐα. Είναι σχεδόν αδύνατο να πείσεις ένα θρησκευόμενο ότι κάνει λάθος. Ακόμα πιο ακραία αποστολή είναι να πείσεις την εκκλησιαστική ιεραρχία: η ορθοδοξία ακολούθησε διαφορετικό δρόμο από άλλες χριστιανικές εκκλησίες· αρνήθηκε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση και προσαρμογή. Είναι αναμενόμενο: τα δόγματα δεν μεταρρυθμίζονται ει μη μόνον για να πάψουν να είναι δόγματα. Τούτου λεχθέντος, όποιος ζει «εν τω κόσμω» οφείλει υπακοή στους νόμους του κράτους, όποιος ζει μακριά από τα εγκόσμια, σε ένα μοναστήρι ας πούμε, ίσως έχει διαφορετικές προτεραιότητες στις υποχρεώσεις του. Τίθεται λοιπόν ένα ζήτημα πολιτικής ηγεσίας και στάσης των λεγόμενων ελίτ: άκουσα διάφορους επιστήμονες της δεξιάς να κρατούν ίσες αποστάσεις· το γνωστό λαϊκιστικό ύφος…Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια. Ευτυχώς για όλους μας, το κύριο σώμα της κυβέρνησης έκανε ένα βήμα μπροστά. Αυτός είναι ο ρόλος των πολιτικών ηγεσιών: να μη σέρνονται πίσω από τις δεισιδαιμονίες των λαών, να κάνουν, έστω, ένα μικρό βήμα μπροστά.
- Πώς εξηγείτε αυτό που συνέβη στην Ιταλία, το γεγονός ότι πολύ γρήγορα χάθηκε ο έλεγχος; Οφείλεται σε μαζικά συμπεριφορικά χαρακτηριστικά των γειτόνων μας ή αυτό είναι κλισέ που βοηθάει να μη βλέπουμε την πραγματικότητα ή να βλέπουμε μια πραγματικότητα που βολεύει;
Ήταν συνδυασμός πολλών παραγόντων: Η Ιταλία είναι εξαιρετικά πυκνοκατοικημένη χώρα, με οικιστικό πρότυπο που εντείνει την εγγύτητα. Επίσης, έχει πάρα πολλές επαφές με το εξωτερικό λόγω του τουρισμού και λόγω του ότι, ιδιαίτερα η βόρεια Ιταλία, βρίσκεται σε ένα πολυσύχναστο σταυροδρόμι. Τέλος, μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού είναι άνω των 60 ετών, άρα πιο ευάλωτο. Αν προσθέσουμε και τον συνδυασμό άγνοιας και τσαπατσουλιάς στη διαχείριση τέτοιων κρίσεων προκύπτει η σημερινή κατάσταση ― συν, όπως πάντοτε, ένα στοιχείο τύχης, κακής τύχης.
- Είστε πολίτης του κόσμου. Συμφωνείτε ότι ο υπόθεση του κορονοϊού έδωσε μια διαφορετική διάσταση στη συνύπαρξη των κοινωνιών. Αν ναι, ποια είναι αυτή;
Δεν χρειαζόταν, νομίζω, μια επιδημία για να συνειδητοποιήσουμε την αλληλεξάρτησή μας σε πλανητικό επίπεδο και την τεχνητή φύση των συνόρων. Το ότι παλιότερα οι επιδημίες περιορίζονταν σε εθνικά ή ηπειρωτικά σύνορα οφειλόταν φυσικά στις σπανιότερες δοσοληψίες και μεταφορές, οι οποίες σήμερα, όπως όλοι ξέρουμε, είναι αδιάκοπες, πολλαπλές και εξαιρετικά σύνθετες. Αναδύεται ένα σπουδαίο ζήτημα πολιτοφροσύνης και μάλιστα παγκόσμιας, ένα ζήτημα global civics: η ορθή, λογική συμπεριφορά του σύγχρονου πολίτη πέρα από τα σύνορα. Το ότι δηλαδή υπακούμε στους νόμους και ακολουθούμε τους κανονισμούς και τις προτροπές των ειδικών όπου κι αν βρισκόμαστε, όχι μόνο στη δική μας αυλή ή στο χωριό ή στη χώρα μας. Αυτό που ονομάζετε «πολίτης του κόσμου», μια έκφραση που καμιά φορά δίνει την εικόνα καλοζωισμένων ανθρώπων οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να ζουν σε ελκυστικά μέρη του κόσμου, έχει εντελώς διαφορετικό νόημα: σημαίνει πως ο άνθρωπος έχει συνείδηση ότι ανήκει σε μια ευρύτερη ανθρώπινη κοινότητα στην οποία κανένα άτομο και καμιά γεωγραφική περιοχή δεν είναι νησί. Ο εν λόγω «πολίτης του κόσμου» αναγνωρίζει τις υποχρεώσεις του περισσότερο από τα δικαιώματά του.
- Πώς σας φάνηκε το τηλεοπτικό διάγγελμα του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος μάλιστα είναι γνωστός για τα ανεπττυγμένα θρησκευτικά του αισθήματα;
Με εντυπωσιάζει τρομερά η θρησκευτική πίστη. Δηλαδή ο κ. Μητσοτάκης πιστεύει στον Ιησού και στην Ανάσταση; Ή άραγε σε κάτι πιο αφηρημένο; Εν πάση περιπτώσει, ό,τι και να πιστεύει, συμπεριφέρεται άριστα και μακάρι να αντιμετωπίσει όλες τις προκλήσεις. Χρειάζεται όλη τη βοήθεια που μπορεί να του δώσει κανείς μπροστά σε ένα σωρό εσωτερικά και εξωτερικά τέρατα.
- Μπορείτε να περιγράψετε μία ανάλογη, αλλά φανταστική, δυστοπική εικόνα στην Αθήνα;
Λοιπόν, εδώ είναι ένα μικρό κομματάκι από ένα μυθιστόρημα που έγραψα με τίτλο «Το τέλος του κόσμου σε αγγλικό κήπο», όπου «το τέλος του κόσμου» είναι η επιδημία της πανούκλας. Σας κάνει; Ορίστε! «Η επιδημία άρχισε από τις φτωχότερες γειτονιές κι από βρομερούς δρόμους σαν την οδό Πούντινγκ – πολλοί πίστευαν ότι την αρρώστια την έφερναν τα σμήνη των μυγών, κι άλλοι ότι ήταν μια κατάρα που έπεφτε πάνω στην εκκλησία του Αγίου Γίλη των Αγρών, την αφιερωμένη στον αποκεφαλισθέντα επίσκοπο Λωντ. Στη συνέχεια προχώρησε και στις γειτονιές όπου μετανάστες από την απέναντι ακτή της Μάγχης είχαν καταλάβει εγκαταλελειμμένα υποστατικά Βασιλοφρόνων που είχαν εγκαταλείψει τη χώρα στη διάρκεια της Κοινοπολιτείας. Εκεί μέσα έμεναν πολλές οικογένειες, ξένες μεταξύ τους· η καθεμιά είχε πάρει από ένα δωμάτιο και ζούσαν μαζί με μια ποικιλία από έντομα, βατράχια και τρωκτικά. Ο Λούσιους, που τα έβλεπε όλα με καλοσύνη, έλεγε ότι αυτά τα ζώα είχαν, από τη φύση τους, την τάση να ζουν κοντά στους ανθρώπους, όπως οι γάτες και τα σκυλιά. Όμως οι άνθρωποι μαύριζαν και πρήζονταν, το εσωτερικό των μηρών τους γέμιζε όγκους, ο λαιμός τους γινόταν σαν του ταύρου, τα δόντια τους κουνιούνταν κι έπεφταν – πέθαιναν μ’ ένα έσχατο τίναγμα σαν τους αρουραίους. Μερικοί κάθονταν στην εξώθυρα του σπιτιού τους, ακουμπισμένοι στον τοίχο σαν να ήταν ζωντανοί· αλλά δεν ήταν ζωντανοί. Άλλοι σωριάζονταν στη μέση του δρόμου λες και πάθαιναν αποπληξία». Θα μπορούσα να συνεχίσω με δυστοπικές περιγραφές, αλλά τίποτα από αυτά δεν θα μας συμβεί. Όπως λένε οι Γάλλοι, όλα ρυθμίζονται στο τέλος, αν και συνήθως κουτσά-στραβά.
- Έχετε κάποια εικόνα για την κατάσταση στη Γαλλία;
Περιμένουμε να κλείσουν και τα πανεπιστήμια μετά τα σχολεία. Δεν επικρατεί πανικός, η ζωή συνεχίζεται, αν και έχουμε ξεχάσει εντελώς τις επικείμενες δημοτικές εκλογές που θα γίνουν χωρίς καμιά προετοιμασία και με πολύ χαμηλό ποσοστό συμμετοχής. Οι Γάλλοι είναι, τουλάχιστον σύμφωνα με το στερεότυπο, μάλλον απερίσκεπτοι, ίσως λείπει η επίγνωση του κινδύνου. Ο Εμανουέλ Μακρόν προσπαθεί να αποφύγει την οικονομική καταστροφή και ο καινούργιος υπουργός υγείας μού φαίνεται εξαιρετικά σοβαρός. Υπάρχουν θεσμοί, υπάρχουν μηχανισμοί· οι επιδημίες όμως είναι μη διαχειρίσιμες για τόσο μεγάλους πληθυσμούς, υπό την έννοια ότι δεν είναι δυνατόν να απομονωθούν ένας-ένας εξήντα εκατομμύρια άνθρωποι: χρειάζονται υπηρεσίες, χρειάζεται αλληλοβοήθεια, πολλά επαγγέλματα είναι απολύτως απαραίτητα για την επιβίωση. Τα ριζικά μέτρα μπορούν να σκοτώσουν την επιδημία αλλά θα σκοτώνουν κι εμάς.