Του Αλέξανδρου Σκούρα
Οι γιορτινές μέρες υποτίθεται ότι είναι οι μέρες του χρόνου κατά τις οποίες απολαμβάνουμε την συντροφιά των αγαπημένων μας ανθρώπων, εκτιμούμε τα όσα καλά έχουμε και γεμίζουμε τις μπαταρίες μας για την επόμενη χρονιά. Τίποτα από αυτά δεν ισχύει για τους εργαζομένους που έχουν την ατυχία να εργάζονται σε μία από τις πολλές προβληματικές επιχειρήσεις που χρωστούν δεδουλευμένα ή παραβιάζουν τις συμβατικές υποχρεώσεις τους έναντι των εργαζομένων. Μα, θα πει κάποιος τακτικός αναγνώστης της στήλης, εσείς οι φιλελεύθεροι δεν είστε με το κεφάλαιο; Τι είναι αυτά τα αριστερά που γράφεις ρε Σκούρα;
Η ταύτιση του φιλελευθερισμού με το κεφάλαιο ή τα συμφέροντά του είναι ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της αριστεράς. Οι υπέρμαχοι της ελεύθερης αγοράς δεν έχουν καμία σχέση με τα μικροσυμφέροντα των επιχειρηματιών αλλά αντίθετα υποστηρίζουν ιδέες και πολιτικές που τους κάνουν τη ζωή δυσκολότερη. Στα αγγλικά ο διαχωρισμός αυτός είναι πολύ πιο εύκολος: οι φιλελεύθεροι είναι pro-market, όχι pro-business. Το να υπερασπίζεται κανείς την ελεύθερη αγορά σημαίνει ότι εναντιώνεται σε κάθε πολιτική ή ρύθμιση που ευνοεί μία ομάδα εις βάρος μιας άλλης. Στην ελεύθερη αγορά ο κριτής για την οικονομική επιτυχία δεν είναι κανείς άλλος από τους ανθρώπους που επιλέγουν τις υπηρεσίες ή τα προϊόντα των επιχειρηματιών και των επιχειρήσεων ως αποτέλεσμα εθελούσιων συναλλαγών. Αυτό, σε απλά ελληνικά, σημαίνει ότι η ελεύθερη αγορά δίνει στους επιχειρηματίες τη δυνατότητα να πλουτίσουν αν προσφέρουν αγαθά που οι συνάνθρωποί τους επιθυμούν αλλά το κάνει με τον δυσκολότερο για αυτούς τρόπο: μέσω του ελεύθερου ανταγωνισμού σε καθεστώς κράτους δικαίου.
Ο Άνταμ Σμιθ, πατέρας της οικονομικής επιστήμης και του φιλελευθερισμού, είχε γράψει στο διασημότερο έργο του “Ο Πλούτος των Εθνών” για τους επιχειρηματίες ότι “το συμφέρον τους είναι πάντοτε διαφορετικό και σε κάποιο βαθμό αντίθετο με το συμφέρον του κοινού… Κάθε νόμος ή ρύθμιση που προέρχεται από αυτή την τάξη… θα πρέπει πάντοτε να απορρίπτεται μέχρις ότου να εξεταστεί σε λεπτομερώς βάθος χρόνου με την μεγαλύτερη δυνατή καχυποψία.” Ο Άνταμ Σμιθ, ο άνθρωπος που του πιστώνεται η επιστημονική αποτύπωση του laissez-faire καπιταλισμού, δεν είχε πάθει ντελίριο όταν έγραφε αυτές τις λέξεις. Αντίθετα έδειχνε τη βαθιά του αντίληψη για την ανθρώπινη φύση και τον ρόλο των κινήτρων στις ανθρώπινες και πολιτικές σχέσεις. Σκεφτείτε το εξής, ο ένας επιχειρηματίας για να πλουτίσει πρέπει απλά να “λαδώσει” ή να επηρεάσει 151 πολιτικούς ώστε να του δώσουν μέσω νόμου ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Ο άλλος πρέπει να πείσει χιλιάδες ή εκατομμύρια καταναλωτές να προτιμήσουν το δικό του προϊόν έναντι όλων των υπολοίπων ανταγωνιστών του. Ποιο ακούγεται πιο εύκολο; Φυσικά ο δρόμος της διαφθοράς. Υπό αυτό το πρίσμα, μπορεί κανείς να καταλάβει γιατί οι φιλελεύθεροι δεν παραχωρούν το “ηθικό πλεονέκτημα” στους υπέρμαχους της κρατικής παρεμβατικότητας και προάγουν την ελεύθερη αγορά ως τον δρόμο της Αρετής και του παρεμβατισμού ως τον δρόμο της κακίας.
Όμως, όλα τα παραπάνω αφορούν τον τρόπο με τον οποίο η επιχειρηματική τάξη μπορεί να προσπαθήσει να διαστρεβλώσει την ελεύθερη αγορά προκειμένου να πλουτίσει εις βάρος των καταναλωτών. Στις περιπτώσεις που αναφέρθηκαν στην εισαγωγική παράγραφο μιλάμε για κάτι διαφορετικό - για την παράνομη στέρηση των δεδουλευμένων από ανθρώπους που τίμια και καθαρά έχουν ανταλλάξει τον χρόνο της εργασίας τους για μία συγκεκριμένη τιμή. Η αποτυχία των επιχειρηματιών να πληρώσουν αυτή την τιμή δεν διαφέρει σε κάτι από την κλοπή. Η στέρηση δεδουλευμένων είναι πράξη αισχρή, άτιμη, και ποινικά κολάσιμη. Όμως, η πολιτεία αποτυγχάνει να εφαρμόσει τον νόμο και να αναγκάσει τους “¨κατεργάρηδες” να τιμήσουν τις συμβάσεις που έχουν υπογράψει με τους εργαζόμενούς τους. Μάλιστα, τις τελευταίες μέρες έτυχε και άκουσα από γνωστό μου μία ενδιαφέρουσα ιστορία για έναν εργοδότη που εδώ και χρόνια αρνείται να καταβάλλει τα δώρα των Χριστουγέννων με έναν ιδιαίτερα ευρηματικό τρόπο. Γνωρίζοντας ότι οι πρώην εργαζόμενοί του (δηλαδή αυτοί που απολύθηκαν την τρέχουσα χρονιά) θα τον καταγγείλουν στην αστυνομία όταν η προθεσμία καταβολής του δώρου παρέλθει, ο εν λόγω επιχειρηματίας, που η ιστορία τον θέλει να δραστηριοποιείται στα Βόρεια Προάστια, εξαφανίζεται από προσώπου γης ώστε όταν η αστυνομία τον αναζητήσει να μην μπορεί να τον εντοπίσει. Επειδή η ιστορία αυτή, σύμφωνα πάντα την ιστορία που μου μεταφέρθηκε, κρατάει χρόνια, το αστυνομικό τμήμα όταν αντιλαμβάνεται περί τίνος πρόκειται ξεσπά σε γέλια και προσπαθεί να εξηγήσει στους (δικαιολογημένα) εξαγριωμένους πολίτες ότι δεν πρόκειται να βρουν το δίκιο τους.
Νομίζω ότι θα συμφωνήσετε κι εσείς πως όταν κάποιος φτάνει σε σημείο να εγκαταλείψει το σπίτι του τις ημέρες των γιορτών για να μην πληρώσει το δώρο σε ανθρώπους που το δικαιούνται βάσει σύμβασης, πως πρόκειται για τον μεγαλύτερο Κατεργάρη των Χριστουγέννων.