Η προσπάθεια των συνδικαλιστών του σωματείου των Οικοδόμων του ΠΑΜΕ (πρώην ΕΣΑΚ, για τους παλαιότερους), να κτίσουν την πόρτα του υπουργείου Εργασίας, σαν μέρος της διαμαρτυρίας τους για το εργασιακό νομοσχέδιο, ήρθε να επισφραγίσει αυτό που λίγο – πολύ, εδραιώνεται στην εγχώρια πολιτική σκηνή. Δηλαδή, μια κυβέρνηση να προχωράει προς τα μπροστά και μια αντιπολίτευση, που μέσω γραφικών συμβολισμών να κοιτάει προς τα πίσω.
Προσαρμόζεται το εργασιακό καθεστώς, στα σημερινά ψηφιακά δεδομένα, στις νέες ανάγκες των επιχειρήσεων, στο νέο τρόπο ζωής των νέων ανθρώπων και στην ανάγκη εκδημοκρατισμού των συνδικαλιστικών διαδικασιών και έρχεται η αντιπολίτευση μαζί με το «λαϊκό κίνημα» να απαντήσει με άναρθρες κραυγές και γερά μπράτσα, κτίζοντας την είσοδο του υπουργείου.
Προσπαθεί το τριτοβάθμιο εκπαιδευτικό σύστημα να προσαρμοστεί στο νέο κόσμο, στην ψηφιακή τεχνολογία, στην έρευνα, στις νέες ανάγκες της πραγματικής οικονομίας και έρχεται η αντιπολίτευση μαζί με το «φοιτητικό κίνημα» να απαντήσει με καταλήψεις, απειλές και τραμπουκισμούς, κτίζοντας τις εισόδους των γραφείων των πανεπιστημιακών καθηγητών.
Προσπαθεί η κυβέρνηση να χειριστεί την υγειονομική κρίση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, να αντιμετωπίσει τον οργίλο πρόεδρο της γειτονικής χώρας με αποφασιστικότητα, να προετοιμάσει το πλαίσιο ανάκαμψης της πραγματικής οικονομίας και έρχεται η αντιπολίτευση μαζί με το «κίνημα αντίδρασης και αντίστασης» να απαντήσει με ένα τεράστιο «όχι», ένα «δεν» και ένα «αντί», σε οποιαδήποτε πρόταση και να κατατίθεται στο δημόσιο διάλογο.
Ο στείρος αρνητισμός, προς το παρόν δε δείχνει να βοηθάει την αντιπολίτευση. Σε περιόδους κρίσης οι πολίτες δεν αρκούνται στην έκφραση αντιρρήσεων. Προσανατολίζονται στο να αναζητήσουν λύσεις και να διακρίνουν το φως μπροστά τους και όχι να εστιάζουν με το βλέμμα τους στο σκοτάδι.
Έτσι το 53% των πολιτών, όχι μόνο επιδοκιμάζει τον τρόπο διαχείρισης της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης, αλλά εκτιμά ότι η χωρά κινείται προς την ορθή κατεύθυνση. Κι αυτό καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις και στις έρευνες που πραγματοποιούνται εν μέσω μιας πρωτοφανούς πανδημίας, μιας διαρκούς αβεβαιότητας και μιας οικονομικής συρρίκνωσης.
Ακόμα και οι πάνω από 3.000 συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις και πορείες που έχουν γίνει μέσα στο 2021, με δεκάδες αιτίες και αφορμές, μόνο και μόνο για να αυξήσουν τη δυσφορία της κοινής γνώμης, για να κτίσουν ένα ευρύτερο αντιπολιτευτικό μέτωπο και να ανδρώσουν το επαναστατικό φρόνημα των εμπλεκομένων, δεν προσέφεραν το παραμικρό στις αντιπολιτευτικές δυνάμεις.
Δεν είναι τυχαίο, ότι μόλις το 12% των πολιτών, δηλώνει αρκετά ικανοποιημένο από τον τρόπο που ο Σύριζα ξετυλίγει την αντιπολιτευτική του πολιτική. Αντίθετα, το 86% δηλώνει μη ικανοποιημένο.
Όμως ανάμεσα στην απόρριψη του στείρου αντιπολιτευτικού λόγου και στην υιοθέτηση της θετικής κυβερνητικής ατζέντας, υπάρχει μεγάλη απόσταση. Απόσταση που πρέπει να καλυφθεί, μέσω ενός διαρκούς και εξαντλητικού διαλόγου και μιας ευρείας επικοινωνιακής καμπάνιας.
Τα θέματα της τριτοβάθμιας παιδείας, όπως η θέσπιση της βάσης των εισακτέων, η ρεαλιστική προσγείωση τους αριθμού των νέων φοιτητών, το κλείσιμο σχολών και άλλα, θα πρέπει να εξηγηθούν εξαντλητικά, ώστε οι νέοι και οι οικογένειες τους, να αντιληφθούν το μέγεθος, το βάθος και την ουσία των αλλαγών, που στο κάτω - κάτω της γραφής πραγματοποιούνται γι’ αυτούς τους νέους ανθρώπους.
Η συζήτηση για τα θέματα του εργασιακού νομοσχεδίου, πρέπει να εστιαστεί στην ουσία και όχι στα συνθήματα. Οι νέοι άνθρωποι πού έχουν περισσότερες προσλαμβάνουσες παραστάσεις και σφαιρικότερη αντίληψη για τις καταστάσεις, πρέπει να προσεγγιστούν καλύτερα, έτσι ώστε να κάνουν κτήμα τους τις αλλαγές που προωθούνται και το νέο τρόπο λειτουργίας των ελεγκτικών και ρυθμιστικών μηχανισμών του υπουργείου Εργασίας.
Ευτυχώς, η πλειοψηφία των πολιτών έχει γυρίσει την πλάτη στα συνθήματα και στους συμβολισμούς, στην επαναστατική γυμναστική και στην αέναη άρνηση και διαμαρτυρία. Αντίθετα, εκφράζει έντονα τη βούληση τους να βαδίσουν προς την κανονικότητα, την ανάπτυξη και την ευημερία.
Ωστόσο, οι μεγάλες αλλαγές που προωθούνται και οι οποίες σε λίγα χρόνια θα έχουν αλλάξει το τοπίο της εκπαίδευσης και της απασχόλησης στη χώρα μας, θα πρέπει να «γίνουν πενηνταράκια», που λένε και οι νέοι. Να γίνουν «μασημένη τροφή» που έλεγαν οι μανάδες μας. Να αναλυθούν με τον πιο εύληπτο και αναλυτικό τρόπο. Κάποιος θα πρέπει να βγει και να μιλήσει στους πολίτες για τις προτάσεις και τις αλλαγές που φέρνει η κυβέρνηση. Και να εξηγήσει ότι οι νέες προκλήσεις και οι συνεχείς αλλαγές που συνοδεύουν τον σύγχρονο κόσμο μας, μπορούν να απαντηθούν μόνο μέσω ανοικτών και φιλελεύθερων πολιτικών και όχι μέσω ενός νεκρού αρνητισμού.