Του Γιάννη Παντελάκη
Στις 6 Ιανουαρίου του 2015, ο Τσίπρας εμφανιζόταν στον αγιασμό των υδάτων του Πειραιά (περιοχή του ακραίου και ομοφοβικού Μητροπολίτη Σεραφείμ) και άφηνε ένα περιστέρι να πετάξει. Ήταν μόλις 19 ημέρες πριν τις εκλογές. Η κίνησή του προκαλούσε έκπληξη σε πολλούς που είχαν πιστέψει ότι πρόκειται για τον αρχηγό ενός αριστερού κόμματος ο οποίος δήλωνε άθεος, ο οποίος έλεγε πως δεν είναι θρησκευόμενος και δεν του αρέσει να κοροϊδεύει τον κόσμο και να φωτογραφίζεται σε εκκλησίες να ασπάζεται εικόνες και ο οποίος ήταν υπέρ του διαχωρισμού εκκλησίας-κράτους.
Κάποιοι, απέδωσαν την κίνηση Τσίπρα με το περιστέρι στις εκλογές που ήταν κοντά και στις οποίες είχαν ανάγκη και την τελευταία ψήφο. Είπαν ότι πρόκειται για μια κίνηση τακτικής. Άφηναν να εννοηθεί πως όταν κερδίσουν την εξουσία, θα εφαρμόσουν όσα είχαν πει για το θέμα. Η κυβερνητική πορεία στον ενάμιση χρόνο που ακολούθησε, απέδειξε ότι δεν ήταν μια κίνηση τακτικής. Ήταν ο τρόπος με τον οποίο αποφάσιζε να πορευτεί ακυρώνοντας την πάγια θέση της Αριστεράς (και όχι μόνο) για διαχωρισμό των δυο εξουσιών. Εκκλησίας με Κράτος. Με την πρότασή του για την Συνταγματική αναθεώρηση για το συγκεκριμένο θέμα, ο Τσίπρας επιβεβαίωσε όσους είχαν ισχυρές επιφυλάξεις για την αξιοπιστία του και για όσα έλεγε.
Τι αναφέρει η πρόταση Τσίπρα για το συγκεκριμένο θέμα: «Ρητή κατοχύρωση της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους με διατήρηση όμως για ιστορικούς και πρακτικούς λόγους της αναγνώρισης της Ορθοδοξίας ως κρατούσας θρησκείας». Η πρόταση συνοδεύτηκε με την φράση «γνωρίζουμε όλοι καλά ότι πρόκειται για εξαιρετικά ευαίσθητο θέμα». Τι σημαίνει η πρόταση αυτή; Απολύτως τίποτα πέρα από την διατήρηση του σημερινού status quo στις σχέσεις των δυο πλευρών. Δεν αλλάζει απολύτως τίποτα.
Η επίκληση της «αναγνώρισης της Ορθοδοξίας ως κρατούσας θρησκείας», σημαίνει πως το Ελληνικό κράτος δεν συμπεριφέρεται ως κοσμικό κράτος που σέβεται όλες τις θρησκείες, αλλά θεωρεί πως η Ορθοδοξία ταυτίζεται με αυτό. Τι περισσότερο να ζητούσαν οι ιεράρχες; Η αθέτηση υποσχέσεων και παγίων θέσεων, δικαιολογείται με την επίκληση του «ευαίσθητου θέματος»! Όπου «ευαίσθητο» εννοεί προφανώς ότι πρόκειται για ένα ζήτημα που μπορεί να προκαλέσει πολιτικό κόστος.
Οι δυο πλευρές, θα εξακολουθήσουν να διαπλέκονται μεταξύ τους με αμοιβαίο όφελος. Η πολιτική εξουσία θα εξακολουθεί να αναζητά την στήριξη της ιεραρχίας ώστε να μαζεύονται οι χρήσιμες ψήφοι των πιστών και η εξωθεσμική εξουσία της εκκλησίας θα εξακολουθεί ν απολαμβάνει την προνομιακή σχέση με το κράτος. Όλα, θα συνεχίσουν όπως έχουν. Η χώρα θα χάσει μια ακόμα ευκαιρία να εκσυχρονιστεί.
Είναι αλήθεια, πως ελάχιστες ήταν οι φορές εκείνες στο παρελθόν όπου κάποια κυβέρνηση τόλμησε να τα βάλει με την πανίσχυρη ιεραρχία. Τελευταία, ήταν με την προσπάθεια της κυβέρνησης Σημίτη για την απάλειψη αναγραφής του θρησκεύματος από τις αστυνομικές ταυτότητες, μια απόφαση που προκάλεσε απίστευτα μεγάλες αντιδράσεις. Οι ιεράρχες κατέβαζαν τον κόσμο σε επιτυχημένα συλλαλητήρια και μάζευαν υπογραφές, ενώ σχεδόν το σύνολο του πολιτικού προσωπικού -με μικρές εξαιρέσεις- έσπευδαν να ανταποκριθούν στα κελεύσματα των ιεραρχών. Ακόμα και υπουργοί της κυβέρνησης Σημίτη, απέφευγαν να υπερασπιστούν τις κυβερνητικές θέσεις τηρώντας στάση σιωπής!
Αυτά ωστόσο συνέβαιναν αρκετά χρόνια πριν. Στις ημέρες μας φαίνεται ότι τα πράγματα είναι διαφορετικά. Μια δημοσκόπηση (Καπα Research για το Βήμα) περίπου ένα χρόνο πριν (Απρίλιος 2015), έδειξε κάτι ενδιαφέρον. Το 74,5% της κοινής γνώμης τασσόταν υπέρ του διαχωρισμού των δυο πλευρών και μόνο το 19,7% διαφωνούσε. Δεν γνωρίζω αν ήταν ένα συγκυριακό αποτέλεσμα, αυτό που γνωρίζω είναι πως και εκείνη την εποχή το σημερινό κυβερνητικό σχήμα διαχειριζόταν την εξουσία. Και αν μη τι άλλο, θα μπορούσε να ξεκινήσει έναν δημόσιο διάλογο για το θέμα. Δεν το έκανε και ο λόγος είναι προφανής. Και τον συμβολίζει εκείνη η κίνηση Τσίπρα με το περιστέρι (και παράλληλα οι επισκέψεις στο Άγιο Όρος κ.ά.). Το περιστέρι που πέταξε πήρε μαζί του τις υποσχέσεις...