«Το κοινό του ΣΥΡΙΖΑ είναι μια σειρά ομόκεντρων κύκλων. Πιθανότατα, ο πιο απομακρυσμένος από τον πυρήνα να απομακρυνθεί ακόμα περισσότερο, αλλά, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, η άκρα αριστερά, εκείνη που στην ουσία είναι εξωκοινοβουλευτική, εμφανίζει μεγάλα ποσοστά οπαδών», δηλώνει στο Liberal η Σώτη Τριανταφύλλου και προσθέτει ότι «πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη ότι η στήριξη στην αριστερά δεν είναι μια επιλογή ψήφου, είναι μια ψυχική και ιδεοληπτική ιδιότητα, είναι μια εγκεφαλική καλωδίωση που οδηγεί σε μια συγκεκριμένη αντίληψη του κόσμου και του εαυτού».
Η ιστορικός και συγγραφέας τονίζει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει τις εσωτερικές εκείνες δυνάμεις που να συγκρατήσουν το κόμμα και τους οπαδούς του σε πλαίσιο νομιμότητας», για να συμπληρώσει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πιστεύει στη νομιμότητα και επειδή μισεί όποιον δεν είναι μαζί του είναι έτοιμος για όλα».
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Στη δήλωσή του για τη λήξη της απεργίας πείνας, ο Δ. Κουφοντίνας επικαλείται το ίδιο επιχείρημα με αυτό της αξιωματικής αντιπολίτευσης η οποία εγκαλεί την κυβέρνηση για «αυταρχισμό» και «εξευτελισμό των νόμων.» Ο καταδικασμένος για τρομοκρατία είπε ότι η «συμπαράσταση» που του έδειξαν όσοι του έδειξαν δεν ήταν σε ένα πρόσωπο, αλλά μια στιγμή αγώνα απέναντι σε μια απάνθρωπη εξουσία». Προσπάθησε να καταρρίψει και το επιχείρημα όσων μιλούσαν εξ ονόματος ενός ανθρωπισμού για να μη χαθεί μια ζωή από απεργία πείνας. Τι συνέβη σ? αυτή την υπόθεση; Τι ήθελε να πετύχει ο Κουφοντίνας και τι όσοι τον στήριξαν;
«Οι πράξεις και τα λεγόμενα των τρομοκρατών δεν θα έπρεπε να απασχολούν τα μέσα ενημέρωσης και τον δημόσιο διάλογο. Δεν θα έπρεπε να δημοσιεύονται καν. Έχω αναφερθεί πολλές φορές στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» που δημοσίευε κάποτε τις ανακοινώσεις των τρομοκρατών: το θεωρώ αμοραλιστικό και γενικά απαράδεκτο. Αλλά έτσι η «Ελευθεροτυπία» πουλούσε φύλλα. Εν πάση περιπτώσει, οι σκέψεις του Δημήτρη Κουφοντίνα είναι ιδιωτικές όσο κι αν νομίζει ότι έχουν ενδιαφέρον για το κοινό.
Τα μέσα ενημέρωσης σφάλλουν με το να παραχωρούν δημοσιότητα σε καταδικασμένους για σειρά εγκλημάτων οι οποίοι όχι μόνον δεν δείχνουν μεταμέλεια, όπως δείχνουν πολλοί άνθρωποι ―οι περισσότεροι― που έχουν εγκληματίσει, αλλά που ανάγουν το έγκλημα σε ιδεολογία. Θέλω να πω: δεν ξέρω τι δηλώνει ο Δημήτρης Κουφοντίνας ―ο βίος είναι βραχύς, έχω καλύτερα πράγματα να κάνω από το να ασχολούμαι με το τι λέει και κάνει ο κάθε ψυχοπαθής.
Αυτό που μας αφορά πραγματικά είναι η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οι νεότεροι, όσοι δεν καλογνωρίζουν την αριστερά, εκπλήσσονται που ο ΣΥΡΙΖΑ στηρίζει την αριστερή τρομοκρατία. Όταν το 2003, γράψαμε, ο Ηλίας Ιωακείμογλου κι εγώ, ένα βιβλιαράκι με τίτλο «Αριστερή τρομοκρατία, δημοκρατία και κράτος», η αριστερά άσκησε έντονη κριτική στον Ηλία Ιωακείμογλου (που είναι αριστερός) για τη θέση του εναντίον της τρομοκρατίας. Όσο για μένα… Αλλά βεβαίως η αντίδραση αυτή δεν αποτελούσε έκπληξη».
- Θεωρείτε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «στηρίζει» την τρομοκρατία ή ότι απλώς βρίσκεται σε αμηχανία; Και ότι διέπεται από αντιδεξιό μίσος;
«Παντού στον κόσμο, ήδη από τη δεκαετία του 1960-1970, η αριστερά και το ευρύτερο αριστερίζον κοινό στήριζε την αριστερή τρομοκρατία: Ερυθρές Ταξιαρχίες, Ομάδα Μπάιντερ-Μάινχοφ… υπήρχε πλήθος ομάδων ανταρτών πόλεων με ακροαριστερές, φιλο-παλαιστινιακές, μαοϊκές και αντιιμπεριαλιστικές ιδεολογίες τις οποίες η επίσημη αριστερά θεωρούσε δικά της παιδιά ―«παιδιά».
Τα κομμουνιστικά κόμματα, εξαιτίας του ίδιου τους του απλοϊκού δογματισμού, θεωρούσαν τους τρομοκράτες προβοκάτορες, βαλτούς, ή, εν πάση περιπτώσει «αντικειμενικά προβοκάτορες». Αλλά η υπόλοιπη αριστερά, από τη σοσιαλιστική μέχρι την εξωκοινοβουλευτική άκρα αριστερά, έβλεπε ανέκαθεν την τρομοκρατία με συμπάθεια. Στη δεκαετία του 1980, ο Φρανσουά Μιτεράν παραχώρησε άσυλο σε όλους τους κατατρεγμένους Ιταλούς αριστερούς τρομοκράτες οι οποίοι ήρθαν στο Παρίσι και άνοιξαν ιταλικά εστιατόρια. Άνθρωποι που είχαν περάσει τη νιότη τους σε γιάφκες και πυροβολώντας πολιτικούς αντιπάλους έγιναν εστιάτορες. Αρκετοί από αυτούς συνέχισαν την πολιτική τους δράση σε διάφορα ακροαριστερά γκρουπούσκουλα στη Γαλλία».
- Είναι δηλαδή η συμπεριφορά της αριστεράς «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου»;
«Είναι κι αυτό, αλλά υπάρχει αβυσσαλέο ψυχικό βάθος. Η αριστερά θαυμάζει την απόλυτη αφοσίωση σε ένα σκοπό, θαυμάζει την ακρότητα: πολλοί αριστεροί βολεμένοι στο σύστημα ονειρεύονται να μπορούσαν, να είχαν κατά κάποιον τρόπο τα κότσια, να πάρουν τα όπλα. Όσα είπε ο κύριος Δρίτσας για την 17η Νοέμβρη αντανακλούν τη λαχτάρα για τον ένοπλο αγώνα και βεβαίως την πίκρα για την ήττα τους στον εμφύλιο πόλεμο. Το όραμα της αριστεράς δεν είναι βεβαίως ο κοινοβουλευτισμός, είναι ο ολοκληρωτισμός ―μόνο που η αριστερά δεν το θεωρεί «ολοκληρωτικό», το θεωρεί επίγειο Επέκεινα.
Για την επιτυχία αυτού του οράματος όλα τα μέσα είναι αγιασμένα. Πιστεύω ότι όσοι περίμεναν ή περιμένουν τη μεταστροφή της άκρας αριστεράς, της ριζοσπαστικής αριστεράς, σε σοσιαλδημοκρατία, δεν καταλαβαίνουν τίποτα από την ουσία και τον ψυχισμό της αριστεράς. Η αριστερά βρίσκεται σε διαρκή διαδικασία απόδειξης αριστεροσύνης: το παρατηρούμε και στο ΚΙΝΑΛ που φοβάται μήπως δεν έχει αρκετά αριστερή ρητορική. Με αποτέλεσμα γελοίες καταστάσεις».
- Έχει πολιτικό μέλλον ο ΣΥΡΙΖΑ με τη συμπεριφορά που υιοθετεί, όπως έχει δείξει στα τρία μεγάλα θέματα της επικαιρότητας, δηλαδή τον νόμο για τα ΑΕΙ, την υπόθεση Κουφοντίνα και τα όσα συνέβησαν στην Ν. Σμύρνη;
«Το κοινό του ΣΥΡΙΖΑ είναι μια σειρά ομόκεντρων κύκλων. Πιθανότατα, ο πιο απομακρυσμένος από τον πυρήνα να απομακρυνθεί ακόμα περισσότερο, αλλά, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, η άκρα αριστερά, εκείνη που στην ουσία είναι εξωκοινοβουλευτική, εμφανίζει μεγάλα ποσοστά οπαδών. Πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη ότι η στήριξη στην αριστερά δεν είναι μια επιλογή ψήφου, είναι μια ψυχική και ιδεοληπτική ιδιότητα, είναι μια εγκεφαλική καλωδίωση που οδηγεί σε μια συγκεκριμένη αντίληψη του κόσμου και του εαυτού. Το δεύτερο στοιχείο που καθηλώνει τους αριστερούς στον αστερισμό του κόμματος ή των κομμάτων τους είναι το ότι αντλούν την πληροφόρησή τους από προπαγανδιστικούς διαύλους στους οποίους παραμένουν πιστοί.
Για να απομακρυνθεί κανείς από τον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, για τους λόγους που αναφέρατε, αλλά και για πλείστους άλλους λόγους, πρέπει να είναι ανοιχτός σε πληροφορίες. Αυτό όμως δεν συμβαίνει. Η κομματικότητα, ο φανατισμός, αρχίζει από την επιλογή και την πρόσληψη της πληροφορίας: το κλασικό παράδειγμα παραμένει το ΚΚΕ, ένα κόμμα με μεγάλη πυκνότητα ιδεολόγων τραμπούκων, το οποίο πολύς κόσμος υποτίθεται ότι «σέβεται». Από το ΚΚΕ έχουν ξεπηδήσει όλες οι αριστερές παραλλαγές σε διάφορους συνδυασμούς».
- Αυτή την αντιπολιτευτική πολιτική την επικροτεί δηλαδή ο σκληρός πυρήνας των οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ.
«Είμαι σίγουρη γι' αυτό. Μονάχα μερικοί σοβαροί άνθρωποι, μέλη και στελέχη, που γνωρίζουν, μεταξύ άλλων, το παρελθόν μιας μερίδας της αριστεράς ―τη σκεφτόμουν αυτή τη μερίδα πριν από λίγες μέρες όταν θυμήθηκα ένα βιβλίο του Ηλία Ηλιού για τον Θουκυδίδη― ίσως αποτροπιάζονται σήμερα μπροστά στη χυδαιότητα του ΣΥΡΙΖΑ. Οι υπόλοιποι θεωρούν χυδαίους εμάς τους ξεπουλημένους φιλελέδες. Επειδή ανέφερα τον Ηλία Ηλιού, προσθέτω ότι φαντάζομαι τα μικρά του κοκαλάκια να τρίζουν με όσα εκτυλίσσονται στον χώρο που υπηρέτησε με τόση σοφία για τόσα πολλά χρόνια. Πάμε παρακάτω».
―Πιστεύετε δηλαδή ότι, παρ' όλ΄ αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκει ευήκοα ώτα ο σε τέτοιου είδους αντιπολιτευτικές πρακτικές; Οι καθημερινές συγκεντρώσεις και πορείες τον τελευταίο καιρό συγκέντρωναν από 3.000-10.000 κόσμο. Τι συμπέρασμα μπορεί να βγει από αυτή την προσέλευση;
«Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κολακέψει τη νεολαία με τον πιο αναίσχυντο τρόπο. Όταν αναφέρεται στη νεολαία προσθέτει ένα κτητικό στο τέλος: «η νεολαία μας». Έτσι κι αλλιώς, χρειάζεται θάρρος να μην είσαι αριστερός στον χώρο της νεολαίας: το πληρώνεις με απομόνωση και περιφρόνηση. Η peer pressure είναι μέρος της πολιτικής ιδεολογικής στρατολόγησης. Επιπροσθέτως, τα πανεπιστήμια είναι παραδομένα στον ΣΥΡΙΖΑ και στις ομάδες της αναρχοαριστεράς, άρα οι νέοι υφίστανται πλύση εγκεφάλου: ούτε αυτό το φαινόμενο είναι καινούργιο. Στη νεολαία προστίθεται η γενιά των γονέων που ήταν κάποτε τροτσκιστές, λενινιστές, μαοϊκοί, αναρχικοί, και οι οποίοι δεν εξελίχθηκαν, παρέμειναν πολιτικά και ιδεολογικά αμόρφωτοι.
Έτσι, δυο γενιές ορμάνε στο πεζοδρόμιο έχοντας ως αφετηρία τη φαντασίωση ότι ζούμε στο κράτος της ΕΡΕ, της επαράτου δεξιάς, η οποία δήθεν ενισχύεται από ένα δεξιό παρακράτος τύπου Γκοτζαμάνη με τρίκυκλο. Με τέτοια πρόσληψη της πραγματικότητας, τα εξεγερμένα πλήθη θα μπορούσαν να είναι ακόμα μεγαλύτερα. Εξάλλου, ο ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα η οργανωμένη νεολαία του, έχει προσελκύσει, εκτός από το πολιτικό περιθώριο, το κοινωνικό περιθώριο: χούλιγκανς, μικροεγκληματίες και το χειρότερο από το υλικό των μεταναστών».
- Κατά πόσο ο θυμός και η αγανάκτηση λόγω του εγκλεισμού έχουν συμβάλει στην ένταση; Μπορούν να επαναφέρουν στην κοινωνία συνθήκες ανάλογες με εκείνες πριν το 2015;
«Ο εγκλεισμός δεν είναι και τόσο εγκλεισμός, αλλά πράγματι είμαστε όλοι κουρασμένοι από μια ανώμαλη κατάσταση που έχει παραταθεί υπερβολικά. Δεν μπορώ όμως να κάνω προβλέψεις. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει τις εσωτερικές εκείνες δυνάμεις που να συγκρατήσουν το κόμμα και τους οπαδούς του σε πλαίσιο νομιμότητας. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πιστεύει στη νομιμότητα και επειδή μισεί όποιον δεν είναι μαζί του είναι έτοιμος για όλα».
― Εξαιρώντας τους ψεκασμένους, τους αρνητές των εμβολίων και της χρήσης μάσκας, τέτοια κατάσταση μόνιμης συντήρησης έντασης με αντιδράσεις και καθημερινά συλλαλητήρια, τα οποία έχουν πολιτική κάλυψη, όπως αυτό που ζούμε στην Ελλάδα, καταγράφεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες;
«Καταγράφεται στη Γαλλία την οποία μιμούμαστε. Η Γαλλία ωστόσο αντιμετωπίζει έναν κίνδυνο, το κόμμα της Μαρίν Λεπέν, το οποίο, αν η αριστερά συνεχίσει να πιέζει όπως πιέζει, θα επικρατήσει στις προεδρικές του 2022. Στην Ελλάδα κάνουμε ό,τι κάνουν οι Γάλλοι δίχως να υπάρχει στη χώρα μας κόμμα που να απειλεί την οικονομία και την κοινωνία όπως απειλεί τη Γαλλία το κόμμα της Λεπέν. Υπό αυτή την έννοια, αν η Λεπέν εκλεγεί, θα οφείλει τη νίκη της στην αριστερά, στην τυφλή πολιτική της αριστεράς. Στην Ελλάδα δεν έχουμε τέτοιο φόβητρο και τέτοια τιμωρία».
- Εν όψει και των προεδρικών εκλογών στην Γαλλία το 2022, σε ποιο σημείο βρίσκεται αυτή τη στιγμή η δράση των «Κίτρινων Γιλέκων» και κατά πόσο μπορούν να παίξουν κάποιον ρόλο στις γαλλικές κάλπες;
«Τα Κίτρινα Γιλέκα είναι μια άτυπη και σιωπηρή σύμπραξη ακροαριστεράς και αντισυστημικής δεξιάς. Η ακροαριστερά και η αντισυστημική δεξιά υπήρχαν και υπάρχουν και χωρίς τα Κίτρινα Γιλέκα. Το πρόβλημα στη Γαλλία είναι ότι συμπαθούμε αυτομάτως και άκριτα όποιον βγαίνει στον δρόμο και φωνάζει».
- Κατά πόσο θα συνεχίσει να απασχολεί την Ευρώπη η ακροαριστερή και ακροδεξιά βία και τα επόμενα χρόνια; Υπάρχει πολιτική απάντηση για τον περιορισμό αυτών των βίαιων φαινομένων;
«Πάντοτε υπήρχε βία. Και όσο πιο χαλαρές είναι οι χώρες ―πολίτες και κυβερνήσεις― έναντι του νόμου, τόσο μεγαλύτερο είναι το περιθώριο της βίας. Αλλά κι εδώ, η συζήτηση δεν είναι απλή: στις ΗΠΑ, όπου ο νόμος εφαρμόζεται με αυστηρότητα, υπάρχουν πολλά φαινόμενα πολιτικής βίας. Δεν είναι πρόβλημα που λύνεται, αν και πιστεύουμε πως όλα λύνονται με την παιδεία. Εξαρτάται από το είδος της παιδείας και από το είδος των προτύπων: οι πιο επιτυχημένες χώρες στον κόσμο, όπως η Ελβετία και οι σκανδιναβικές για παράδειγμα, δεν φαίνεται να αποτελούν παράδειγμα. Αντιθέτως, η Σκανδιναβία αρχίζει να παρουσιάζει προβλήματα σαν τα δικά μας, σαν να γλιστράει προς τα κάτω».