Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Εκδόθηκε μια απόφαση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), σχετικά με τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) που είχαν καταβάλει οι προμηθευτές της αλυσίδας supermarket Μαρινόπουλος. Οι φορολογικές αρχές, σκέφτηκαν απλά, λογικά και ρεαλιστικά, επιλύοντας το πρόβλημα των προμηθευτών, οι οποίοι είχαν υποστεί “κούρεμα” των ανεξόφλητων τιμολογίων τους.
Πως ακριβώς έχει το θέμα; Όπως όλοι θυμόμαστε το 2016, η αλυσίδα supermarket Μαρινόπουλος είχε φτάσει στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Στον ορίζοντα είχαν φανεί τότε ως διασώστες της επιχείρησης, το Αμερικανικό fund ΚΚR και ο εγχώριος μεγάλος όμιλος supermarket Σκλαβενίτης. Τότε το τραπεζικό σύστημα, αλλά και η πολιτική ηγεσία του Σύριζα, είχαν επιλέξει να είναι ο όμιλος Σκλαβενίτη, αυτός που θα διάσωζε την Μαρινόπουλος.
Στα πλαίσια της εξυγίανσης των ισολογισμών της νέας εταιρίας, οι προμηθευτές της Μαρινόπουλος, είχαν υποχρεωθεί να προχωρήσουν σε κούρεμα των απαιτήσεων τους, μέσω των ανεξόφλητων τιμολογίων τους, κατά 50%. Δηλαδή, εάν ένας προμηθευτής είχε παραδώσει τα εμπορεύματα του στην αλυσίδα supermarket και είχε απλήρωτα τιμολόγια ύψους 70.000 ευρώ, θα έπρεπε να συμφωνήσει να πληρωθεί μόνο για τις 35.000 ευρώ.
Ως εδώ τα πράγματα είναι λογικά. Έχουμε μια εμπορική και επιχειρηματική συμφωνία ανάμεσα σε δυο μέρη. Μέσω αυτής της συμφωνίας, διασώζεται η μια πλευρά, ενώ ταυτόχρονα η άλλη υποχωρεί μπροστά στην μεγάλη εικόνα. Και η μεγάλη εικόνα είναι, η διατήρηση της εμπορικής σχέσης της, με τον νέο γίγαντα, που μόλις είχε γεννηθεί στο χώρο της αλυσίδας τροφίμων και λιανικού εμπορίου. Το πρόβλημα που ανέκυψε, είναι το τι θα γινόταν με το ΦΠΑ, που αντιστοιχούσε στα 70.000 ευρώ και είχε καταβληθεί, την ίδια στιγμή που το ποσό που τελικά εισπράχθηκε ήταν μόλις 35.000 ευρώ. Με δυο λόγια, οι προμηθευτές είχαν φορολογηθεί για το σύνολο του ποσού των τιμολογίων και είχαν καταβάλει τον ΦΠΑ, που αναλογούσε στο σύνολο του ποσού.
Τον Σεπτέμβριο του 2016 πάνω από το 70% των προμηθευτών της Μαρινόπουλος, ένα ποσοστό που αντιστοιχούσε σε απαιτήσεις περίπου 400 εκ. ευρώ, είχαν συναινέσει στο σχέδιο διάσωσης της αλυσίδας από την Σκλαβενίτης. Για να υλοποιηθεί η υπαγωγή της Μαρινόπουλος στο νόμο, πάνω στον οποίο στηρίχθηκε και το σχέδιο διάσωσης της εταιρείας, απαιτείτο η συναίνεση του 60% των πιστωτών. Με δεδομένο ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των πιστωτών αφορούσε στις τράπεζες, η υπαγωγή της Μαρινόπουλος είχε επιτευχθεί.
Η πρώτη εταιρεία που είχε κάνει προσφυγή για να της επιστραφεί ο κατά 50% επιπλέον καταβληθείς ΦΠΑ, ήταν η Coca Cola 3Ε Ελλάδος, η οποία είχε προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) κατά της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Διότι παρ' όλο που η Coca Cola 3Ε Ελλάδος, είχε απευθυνθεί στην Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ για το συγκεκριμένο θέμα, το δημόσιο είχε αρνηθεί την προσφυγή της. Το ΣτΕ, είχε δικαιώσει τότε τη Coca Cola 3E. Με βάση την απόφαση του, το ελληνικό δημόσιο έπρεπε να επιστρέψει εντόκως στην εταιρεία, το ποσό του ΦΠΑ που είχε καταβάλει στην εφορία, αλλά δεν είχε εισπράξει από το νέο εταιρικό σχήμα που διαδέχθηκε τον Μαρινόπουλο.
Η πρόσφατη απόφαση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, άνοιξε τον δρόμο για την επιστροφή ή και για τον συμψηφισμό του καταβληθέντος ΦΠΑ με τυχόν φορολογικές οφειλές των προμηθευτών, εντός εξαμήνου από την υποβολή των σχετικών αιτήσεων. Με δεδομένο, πως το συνολικό κούρεμα τω προμηθευτών της Μαρινόπουλος κυμαινόταν ανάμεσα στα 360 – 400 εκατ. ευρώ, η αξία του ΦΠΑ που θα επιστραφεί ή θα συμψηφιστεί ανέρχεται ανάμεσα στο 70-100 εκατ. ευρώ.
Η αλήθεια είναι ότι η απόφαση της ΑΑΔΕ, έρχεται να δώσει λύση σε ένα πολύ συγκεκριμένο πρόβλημα, που απέκτησε τεράστιο δημοσιότητα, λόγω του συνολικού μεγέθους του, αλλά και λόγω της γεωγραφικής έκτασης του, αφού οι προμηθευτές της Μαρινόπουλος ήταν κατά βάση πολλές μικρές και μικρομεσαίες παραγωγικές μονάδες της επαρχίας. Και ως τέτοια, κρίνεται απολύτως θετική.
Όμως το γενικότερο πρόβλημα του ανορθολογισμού της εφορίας παραμένει. Ένα παράδειγμα είναι, οι επιχειρήσεις που καταβάλουν τον ΦΠΑ, χωρίς να είναι σίγουρο πως θα εξοφληθεί το τιμολόγιο που έχουν εκδώσει. Γιατί να μην καταβάλλουν τον ΦΠΑ, μαζί με την εξόφληση του τιμολογίου; Είναι πρακτικά παράλογο να πρέπει μία επιχείρηση να καταβάλλει το ποσό του ΦΠΑ, που ποτέ δεν εισέπραξε, λόγω αντικειμενικής αδυναμίας είσπραξης του ποσού, από τον αντισυμβαλλόμενο της.
Ένα άλλο παράδειγμα, είναι οι ιδιοκτήτες ακινήτων που πληρώνουν τον φόρο που αντιστοιχεί σε μισθώματα που δεν τους έχουν καταβληθεί, για να μπορέσουν να τα διεκδικήσουν στα δικαστήρια της χώρας. Και αν οι δικαστικές αποφάσεις μετά από μήνες, δεν είναι ευνοϊκές για τους ιδιοκτήτες, θα είναι επίσης παράλογο, αυτοί να έχουν πληρώσει στην εφορία φόρους, για κάτι που δεν έχουν εισπράξει.
Η συγκεκριμένη απόφαση της ΑΑΔΕ, δείχνει ότι η εφορία όταν σκέφτεται απλά και λογικά, μπορεί να δώσει λύσεις. Απαιτείται να προσεγγίσει όλα αυτά τα εκκρεμή ζητήματα που ταλαιπωρούν τις επιχειρήσεις και τους φορολογούμενους και να τα επιλύει με τρόπο φιλικό προς τον φορολογούμενο, ρεαλιστικό προς την οικονομική πραγματικότητα και τελεσίδικο, ώστε να μην παραμένουν οι φορολογούμενοι, όμηροι στα χέρια της εφορίας.
Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης : Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.