Πρόσφατα δόθηκε εκτενής δημοσιότητα στο θέμα των εξαφανισθέντων ασυνόδευτων ανήλικων προσφύγων, αλλά και στο ζήτημα των κακοποιημένων παιδιών στη χώρα μας, με αφορμή τόσο την Παγκόσμια Ημέρα ενάντια στην Κακοποίηση των Παιδιών στις 19/11, όσο και την Παγκόσμια Ημέρα για τα Δικαιώματα του Παιδιού στις 20/11, αντιστοίχως. Εκδηλώσεις, εκκλήσεις, δραματικά σποτάκια και την επομένη αυτών, σιωπή. Η περίφημη κοινή γνώμη συγκλονίζεται στιγμιαία μεν, δεν απασχολείται συστηματικά με αμφότερα τα προβλήματα, δε.
Τα στοιχεία όμως είναι ανησυχητικά και ενδεικτικά του μεγέθους των δύο προαναφερθέντων φαινομένων. Σύμφωνα με το «Χαμόγελο του Παιδιού», που έχει αναγνωριστεί ως Εθνικό Κέντρο για την αντιμετώπιση φαινομένων εξαφάνισης και εκμετάλλευσης των παιδιών και έχει αριθμοδοτηθεί από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) με το 116000, κοινό ευρωπαϊκό αριθμό για τις εξαφανίσεις ανηλίκων, κατά το χρονικό διάστημα από 1-1-2019 έως 30-6-2019 ο Οργανισμός δέχθηκε 59 αιτήματα για την υποστήριξη ερευνών αναζήτησης εξαφανισθέντων παιδιών, εκ των οποίων τα 29 (48,8 %) αφορούσαν φυγή εφήβων, τα 22 (37,3%) ανησυχητική εξαφάνιση ανηλίκων, τα 4 (6,8%) εξαφάνιση ασυνόδευτων ανηλίκων, τα 2 (3,7%) αρπαγή από τρίτο πρόσωπο (του οικογενειακού περιβάλλοντος που δεν είχε την επιμέλεια) και τα 2 (3,4%) γονική αρπαγή.
Από τις παραπάνω περιπτώσεις, οι 12 αφορούσαν παιδιά πρόσφυγες/μετανάστες με τα 6 (50%) για ανησυχητική εξαφάνιση ανηλίκων, 4 (33,3 %) για εξαφάνιση ασυνόδευτων ανηλίκων και 2 (16,7%) για φυγή εφήβων. Επί του συνόλου των 59, τα 24 (40,68%) ήταν αγόρια και τα 35 κορίτσια (59,32%), με 8 (13,56%) από αυτά κάτω των 6 ετών, 10 (16,95%) 7-12 ετών και 41 (69,49%) από 13-18 ετών, ενώ η πλειονότητά τους αφορούσε Ελληνόπουλα (64,41%).
Για το ίδιο διάστημα, σύμφωνα πάλι με το «Χαμογέλο του Παιδιού», στην «Εθνική Τηλεφωνική Γραμμή για τα Παιδιά SOS 1056», από τις 117.215 τηλεφωνικές κλήσεις που έγιναν δεκτές, οι 4.914 (29%) αφορούσαν παιδιά σε κίνδυνο (καταγγελίες για κακοποίηση, παραμέληση, επιτόπιες παρεμβάσεις, στήριξη παιδιών που επαιτούν, παράνομη διακίνηση/trafficking), ενώ καταγράφηκαν συνολικά 321 καταγγελίες σοβαρών περιστατικών κακοποίησης παιδιών. Από αυτές, οι 316 (98,5%) ήταν ανώνυμες και μόνο 5 (1,5%) ήταν επώνυμες.
Παρά τις επίμονες προσπάθειες ορισμένων ακραίων, τόσο του πολιτικού φάσματος όσο και του δημοσιογραφικού κόσμου, για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς, η ελληνική πολιτεία απέχει πολύ από γνωστά παραδείγματα αθλιότητας και βαναυσότητας κρατών στα παιδιά. Εχουν γίνει βήματα στο νομικό και θεσμικό πλαίσιο, υπάρχουν φορείς και οργανώσεις που ασχολούνται με σοβαρότητα, όπως για παράδειγμα η Ενωση Μαζί για το Παιδί με 22 χρόνια προσφοράς σε 45 πόλεις, με υπηρεσίες σε περισσότερα από 30.000 παιδιά ετησίως, στα 10.000 μάλιστα από αυτά σε συστηματική βάση.
Χρειάζονται όμως να γίνουν περισσότερα και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα, καθώς η πίεση από τη μεταναστευτική/προσφυγική ροή επιδεινώνεται, ενώ μέρος των κρατικών δομών και λειτουργιών είναι απαρχαιωμένο - αν όχι εκτός της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, αφού ακολουθεί μεθόδους προ 20 ετών σε ορισμένες περιπτώσεις.
Είναι πολύ χαρακτηριστικό αυτό που επισημαίνει η Αλεξάνδρα Σολδάτου, επίκουρη καθηγήτρια, υπεύθυνη Μονάδας Φροντίδας για την Ασφάλεια των Παιδιών, Β'' Παιδιατρική Κλινική ΕΚΠ, επιστημονική συνεργάτις της εταιρείας κατά της κακοποίησης του παιδιού-ΕΛΙΖΑ, ότι «ένας κίνδυνος είναι η πυροσβεστική και αποσπασματική αντιμετώπιση των προβλημάτων των παιδιών από τους αρμόδιους φορείς, ενώ ένας άλλος, πιο σημαντικός, είναι η έλλειψη κουλτούρας ασφάλειας στο γενικό κοινό. Πόσες φορές βλέπετε παιδιά μικρά πάνω σε μοτοσυκλέτες, σφηνωμένα ανάμεσα στους γονείς τους; Παιδιά να κολυμπούν στη θάλασσα χωρίς επίβλεψη;».
Σε γενικές γραμμές, τα περισσότερα προβλήματα είναι θέμα συντονισμού υπηρεσιών και βασικά θεσμοθέτησης ενός ενιαίου σχεδίου για τα παιδιά στη χώρα μας, που να συμβάλλει όχι μόνο στη διαμόρφωση μιας βάσης δεδομένων για τους επιστήμονες και το κράτος, αλλά που να γαλουχεί επιπροσθέτως την κοινωνία με την αντίληψη της φροντίδας και προστασίας των νεαρών μελών της. Πιο συγκεκριμένα, είναι απαραίτητο:
α) Να θεσμοθετηθεί επιτέλους Εθνικό Σχέδιο Δράσης για το Παιδί.
β) Να προχωρήσει ο θεσμός της αναδοχής και να εγκαταλειφθεί σταδιακά η τοποθέτηση παιδιών κάτω των 3 ετών σε ιδρύματα, όπως γίνεται σε όλα τα προηγμένα ευρωπαϊκά και μη, κράτη.
γ) Να θεσμοθετηθεί ενιαίο πρωτόκολλο για το πώς διερευνώνται, ποιοι επαγγελματίες εμπλέκονται και τι κάνουν κάθε φορά που υπάρχει μια καταγγελία ή αναφορά κακοποίησης ή παραμέλησης ενός παιδιού. Η πολιτεία μπορεί να αξιοποιήσει το πρωτόκολλο του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού, που είχε αναπτύξει από το 2014 μεταφέροντας ανάλογη τεχνογνωσία από το εξωτερικό, αλλά και τροποποιώντας την στα ελληνικά δεδομένα κατόπιν διαβούλευσης με όλους τους συναφείς φορείς, εκπαιδεύοντας μάλιστα και εκατοντάδες επαγγελματίες όλων των συναρμόδιων τομέων.
δ) Να εισαχθεί επιτέλους το μάθημα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στα ελληνικά σχολεία.
ε) Να γίνει το δίκτυο υπηρεσιών για τα παιδιά προσφύγων και μεταναστών συμβατό με τις υπόλοιπες υπηρεσίες παιδικής προστασίας.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Παρασκευής 22 Νοεμβρίου