Ζω σε μία πόλη που μεριμνά πολύ για τους ποδηλάτες της και κάνει ό,τι μπορεί (με δημιουργία υποδομών και επενδύσεις) για να γίνει εξαιρετικά φιλική προς το ποδήλατο — όχι για λόγους «μόδας», αλλά γιατί δεν υπάρχουν πολλές άλλες λύσεις. Το ποδήλατο δεν μπορεί παρά να αποτελέσει πολύ σύντομα έναν από τους βασικότερους άξονες για τη μετακίνηση των δημοτών (παγκοσμίως, όχι μόνο εδώ). Από την άλλη, αυτή η ίδια χώρα έχει μία μανία με τους νόμους και την τήρησή τους. Αναφορικά με το ποδήλατο, στήνει επί παραδείγματι συχνά-πυκνά μπλόκα σε πάρκα και δρόμους (βλ. φωτογραφία) και σταματά τους ποδηλάτες για να δει αν τηρούν τον υφιστάμενο κώδικα. Σπανίως κόβει πρόστιμα, γιατί οι άνθρωποι εδώ τηρούν ευλαβικά τους νόμους, κατά ποσοστά που θα μας ντρόπιαζαν εμάς στην Ελλάδα έτσι και τα σκεφτόμασταν σοβαρά. Δεν θα δεις, ας πούμε, ποδηλάτη χωρίς κράνος. Δεν γίνεται να δεις. Παρά ταύτα, και επειδή κανείς δεν πολυενδιαφέρεται για το τι γίνεται στο εξωτερικό, απευθύνθηκα στον πλέον ειδικό, τον Σπύρο Παπαγεωργίου, ιδρυτή τού MBike και διευθυντή ανάπτυξης του οργανισμού Cities for Cycling, για να μας μιλήσει για την κατάσταση με το Ποδήλατο στην Ελλάδα. Αντί συνεντεύξεως —καθώς δεν ξέρω σχεδόν τίποτε για το θέμα—, του ζήτησα ένα κείμενο. Προθυμοποιήθηκε να μας το συντάξει, και τον ευχαριστώ θερμά για την ευγένειά του και από εδώ. Διαβάστε το και, όπως καταλαβαίνετε, κοινοποιήστε το. Να είστε καλά.
Με τις μετακινήσεις να παίζουν προεξέχοντα ρόλο στη ζωή μιας σύγχρονης πόλης —είτε πρόκειται για δουλειά, εκπαίδευση ή κοινωνικές δραστηριότητες—, είναι γεγονός πως η επιλογή ενός μόνο μέσου είναι τουλάχιστον σπατάλη χρόνου και χρήματος. Σε μια σύγχρονη πόλη μπορεί κάποιος να περπατήσει, να χρησιμοποιήσει ένα πατίνι (που είναι της μόδας), να πάρει το ποδήλατό του, να επιλέξει ένα μέσο μαζικής μεταφοράς, να πάρει τη μοτοσικλέτα ή το αυτοκίνητό του.
Το κάθε ένα από αυτά τα μέσα μετακίνησης διαθέτει κάποια ποιοτικά χαρακτηριστικά που προκύπτουν από τα εξής: πόσο χώρο καταλαμβάνει, πόσο επιβαρύνει την πόλη και το περιβάλλον, πόσους μπορεί να μεταφέρει (με δεδομένα τα δύο προηγούμενα, άρα να μοιραστεί ο φόρτος), πόσο στοιχίζει να το αποκτήσεις και να το συντηρήσεις, πόσο μακριά μπορεί να σε πάει, πόσο εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες, πόσο επηρεάζεται από τη μορφολογία του εδάφους, πόσο επικίνδυνο μπορεί να είναι για τον χρήστη και τους υπόλοιπους και, τέλος, πόσο διασκεδαστικό είναι.
Τόσο απλός είναι ο λόγος για τον οποίο μιλάμε σήμερα —200 χρόνια μετά την εφεύρεσή του— για το ποδήλατο στις σύγχρονες πόλεις, καθώς, για όλο και περισσότερους, αποτελεί μια εξαιρετική λύση στην παραπάνω δύσκολη εξίσωση: καταλαμβάνει ελάχιστο χώρο, δεν επιβαρύνει καθόλου το περιβάλλον, είναι οικονομικό στην αγορά και τη συντήρησή του, μπορεί να σε μετακινήσει εύκολα σε αποστάσεις έως και 8 χιλιόμετρα περίπου, μεταφέρει μόνο ένα άτομο, επηρεάζεται από τις καιρικές συνθήκες (βέβαια οι Δανοί και οι Ολλανδοί διαφωνούν σε αυτό) και εξαρτάται από τη μορφολογία (η ηλεκτρική υποβοήθηση λύνει μεν το πρόβλημα, αλλά αυξάνει το κόστος). Επιπλέον, δεν είναι καθόλου επικίνδυνο — και είναι αφάνταστα διασκεδαστικό.
Τα μέσα μαζικής μεταφοράς, από την άλλη, μεταφέρουν πολλούς μαζί (άρα αντισταθμίζουν τη βλάβη στο περιβάλλον και τον χώρο που καταλαμβάνουν) και πληρούν όλες τις άλλες προϋποθέσεις, αλλά, για αρκετούς, δεν είναι… διασκεδαστικά! Και φυσικά δεν καλύπτουν την ανάγκη, «Θέλω να πάω τώρα εκεί, ακολουθώντας αυτή τη διαδρομή».
Το περπάτημα, τώρα, αποτελεί μια φυσική ανθρώπινη λειτουργία, έχει μόνο θετικά, είναι ευχάριστο και διασκεδαστικό, ξεπερνάς το θέμα καιρού με μια ομπρέλα κι ένα μπουφάν, και το μόνο του πρόβλημα είναι πως δεν ενδείκνυται για αποστάσεις μεγαλύτερες των 2 χιλιομέτρων (εκτός και αν μιλάμε για συνθήκες βόλτας).
Τα μηχανοκίνητα οχήματα, τέλος, είναι για πολλούς εξαιρετικά διασκεδαστικά, για άλλους αντικείμενα status ή δύναμης —ανθρώπινες ανάγκες που πρέπει να τις δεχτούμε—, δεν εξαρτώνται από καιρικές συνθήκες, δεν τα επηρεάζει η μορφολογία, μεταφέρουν από 2 έως 5 άτομα, αλλά: καταλαμβάνουν χώρο, κάνουν φασαρία, ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την υπερθέρμανση του πλανήτη και φυσικά —όταν δεν ακολουθούν τους κανόνες τού ΚΟΚ— είναι επικίνδυνα (αποτελούν μία από τις μεγαλύτερες αιτίες θανάτων στον πλανήτη). Παρά ταύτα, παραμένουν μια θαυμάσια επιλογή για όσους δεν ενοχλούνται από τα αρνητικά τους. Και φυσικά είναι βολικά.
Με βάση τα παραπάνω, πιστεύω πως δεν είναι δύσκολο κάποιος να καταλάβει γιατί το περπάτημα, το ποδήλατο και η δημόσια συγκοινωνία θα έπρεπε να είναι επιλογές για έναν σύγχρονο πολίτη (για κείνον που θέλει να τα επιλέξει — όχι για όλους) και γιατί η πολιτεία, οι πόλεις και οι πολίτες οι ίδιοι —προκειμένου ακριβώς να είναι εφικτές επιλογές— θα έπρεπε να τα υποστηρίζουν: να υπάρχουν πεζοδρόμια και φανάρια από τα οποία να προλαβαίνει να περάσει ο πεζός, δημόσια συγκοινωνία που να δουλεύει (ποιότητα, συχνότητα, ανεμπόδιστη κίνηση στον δρόμο) και φυσικά να υπάρχουν υποδομές ποδηλάτου για όλους εκείνους που θα ήθελαν να κάνουν 5 χιλιόμετρα με το ποδήλατο και όχι με ένα μηχανοκίνητο όχημα.
Τόσο απλά.
Η Αθήνα είναι μία από τις ελληνικές πόλεις που έχουν μείνει πίσω στο θέμα ποδήλατο. Και, παρόλο που το προηγούμενο δημοτικό συμβούλιο ψήφισε, γενναία και κατά απόλυτη πλειοψηφία, τη δημιουργία ενός μικρού δικτύου ποδηλατοδρόμων στην πόλη, όλα παραμένουν στα χαρτιά. Υπάρχει μόνο ένας ποδηλατόδρομος στην πόλη —που θεωρείται κυρίως αναψυχής καθώς συνδέει το Γκάζι με το Φάληρο— με πολλές ατέλειες αλλά πλήρως λειτουργικός και με μεγάλη κίνηση από ποδήλατα. Όμως δεν υπάρχει απολύτως τίποτε άλλο!
Κι όμως, υπάρχουν πάνω από 10 εταιρίες που κάνουν τουριστικές βόλτες με ποδήλατο στην πόλη και όλες δουλεύουν καλά! Γιατί ο καθένας θα προτιμούσε να ανακαλύψει μια πόλη με το ποδήλατο… Επίσης υπάρχουν πάνω από 10.000 άτομα που συμμετέχουν κάθε χρόνο στον ποδηλατικό Γύρο Αθήνας, το Athens Bike Festival στην Τεχνόπολη του δήμου Αθηναίων είχε πάνω από 30.000 επισκέπτες, ενώ αρκεί μία και μόνο επίσκεψη στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος για να νιώσει κάποιος ότι ζει στο… Άμστερνταμ.
Δηλαδή, πολίτες που θέλουν να κάνουν ποδήλατο υπάρχουν, προϋποθέσεις να το κάνουν δεν υπάρχουν!
Η έλλειψη κοινής λογικής που επικράτησε στη ζωή μας τα τελευταία χρόνια —από τη φούσκα του χρηματιστηρίου έως την τελευταία σουρεαλιστική τετραετία— μας έχει αποτρέψει από το να βλέπουμε τις απλές και λογικές λύσεις. Ότι, για παράδειγμα, αν 2.000 πολίτες χρησιμοποιούσαν ποδήλατο καθημερινά (στην Αθήνα πουλιούνται περίπου 100.000 ποδήλατα το χρόνο — άρα υπάρχουν), θα είχαμε αμέσως 8 χιλιόμετρα ελεύθερου από αυτοκίνητα χώρου. Άρα —ακόμα και για κείνους που θέλουν να κινούνται μόνο με αυτοκίνητο— περισσότερο χώρο για πάρκινγκ, λιγότερους μπροστά τους στα φανάρια κλπ. Και, για τους υπόλοιπους, σημαντικά λιγότερο θόρυβο, λιγότερη μόλυνση κλπ.
Η λύση είναι δύσκολη; Είναι αργά; Είναι ακριβό; Όχι. Οι λύσεις είναι απλές, έχουν δουλέψει ήδη αλλού και υπάρχουν έτοιμες για μας να τις υιοθετήσουμε. Αρκεί να το κάνουμε τώρα! Προφανώς οι αλλαγές στις πόλεις παίρνουν χρόνο, και κανείς δεν δουλεύει το 2019 για το 2020. Αλλά, αν θέλουμε το 2030 η ζωή μας να είναι καλύτερη, τώρα είναι που πρέπει να δράσουμε. Τώρα πρέπει να κατανοήσουμε πως, αν αγαπάμε τις πόλεις μας ή τον πλανήτη, πρέπει να αρχίσουμε να αξιοποιούμε όλες τις επιλογές που έχουμε στη μετακίνηση προκειμένου να γινόμαστε εμείς οι ίδιοι λύσεις στο πρόβλημα. Ή, αν δεν θέλουμε να γίνουμε εμείς η λύση —γιατί έτσι γουστάρουμε, βρε αδερφέ—, να μην εμποδίζουμε τους άλλους να γίνουν.
Εφαρμογή των κανόνων του ΚΟΚ που αφορούν τα όρια ταχύτητας και τη στάθμευση, δημιουργία βασικού δικτύου χρηστικών ποδηλατοδρόμων, ποδηλατόδρομοι αναψυχής και άσκησης, βασικές υποδομές για στάθμευση είναι το «πακέτο» που θα μπορούσε, με ελάχιστα χρήματα και σύντομα, να απλοποιήσει και να ομορφύνει την καθημερινότητά μας. Και να βελτιώσει την ποιότητα ζωής μας σε όλα τα επίπεδα.
Γιατί οι απλές λύσεις είναι, συνήθως, οι καλύτερες λύσεις.