Tου Παύλου Ελευθεριάδη
Διαβάζοντας τις ημέρες αυτές το συναρπαστικό βιβλίο του Απόστολου Δοξιάδη, «Ερασιτέχνης Επαναστάτης», μπήκα θέλοντας και μη στη ζωή και στην σκέψη των μελών του ΚΚΕ Εσωτερικού της περιόδου 1970-1974, όταν ο συγγραφέας ήταν μέλος μιας μικρής ομάδας αντίστασης στην χούντα, μέλη της οποίας ήταν και κάποιες πολύ γνωστές σήμερα προσωπικότητες της κοινωνικής και πολιτικής ζωής της Ελλάδας όπως ο Σωτήρης Βαλντέν, ο Ξενοφώντας Γιαταγάνας, ο Αρίστος Δοξιάδης, ο Νίκος Αλιβιζάτος, ο – τόσο πρόωρα χαμένος - Σταύρος Τσακυράκης και άλλοι.
Το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Δοξιάδη περιγράφει όχι μόνο τις περιπετειώδεις αποστολές του κάτω από τα μύτη της χούντας και της ΕΣΑ αλλά και τις μεγάλες συζητήσεις που έκανε με τους φίλους - αλλά και τους «καθοδηγητές» του - στο Παρίσι και την Αθήνα για το περιεχόμενο του κομμουνισμού, την ελευθερία και την δημοκρατία. Θυμήθηκα έτσι και αντίστοιχες δικές μου συζητήσεις, όταν αρκετά χρόνια αργότερα, την δεκαετία του 80, ως φοιτητής στην Νομική Σχολή Αθηνών, αν και ανένταχτος, ήμουν κοντά σε παρόμοιες μαρξιστικές ή, έστω, «μετα-μαρξιστικές» αναζητήσεις.
Ο Δοξιάδης περιγράφει πολύ παραστατικά τις στιγμές συγκίνησης που ένιωθε ορισμένες στιγμές της πολιτικής του δραστηριότητας. Μου θύμισε την συγκίνηση που ένιωσα παρακολουθώντας - μαθητής στο Λύκειο τότε - την ομιλία του Λεωνίδα Κύρκου στην Αθήνα για τις Ευρωεκλογές του 1984 αλλά και αντίστοιχες στιγμές σε πορείες και συναντήσεις με συμφοιτητές όταν μπήκα στο πανεπιστήμιο.
Δεν υπάρχει η αμφιβολία ότι η Μαρξιστική θεωρία της κοινωνίας, από την οποία εμπνεόταν το ΚΚΕ Εσωτερικού και οι περισσότεροι πολιτικοί συνομιλητές μου την περίοδο των φοιτητικών μου χρόνων, έχει ένα τεράστιο ψυχολογικό πλεονέκτημα. Μετατρέπει την ιστορία σε μια θεατρική πλοκή που υπόσχεται μια αισιόδοξη κατάληξη στο ανθρώπινο δράμα. Είναι μια υπόσχεση ευτυχίας.
Η Μαρξιστική θεωρία πιστεύει στην πρόοδο από την ύβρι, στην νέμεση και την κάθαρση, όπως ακριβώς εξελίσσονται τα έργα των αρχαίων τραγικών. Η «ύβρις» του καπιταλισμού υποτίθεται θα τιμωρηθεί από την εξέγερση των μαζών, δηλαδή την «νέμεση», και τελικά θα οδηγήσει στην εγκαθίδρυση του πραγματικού σοσιαλισμού δηλαδή την οριστική και τελική «κάθαρση». Ο κομμουνισμός υπόσχεται ότι θα εξαλείψει πολλές, αν όχι όλες τις πηγές της δυστυχίας της σημερινής ζωής.
Ο Δοξιάδης περιγράφει τον παράλογο χαρακτήρα της υπόσχεσης αυτής. Η θεωρία της ιστορικής νομοτέλειας αντιφάσκει με την θεωρία για την ανάγκη της συστηματικής δουλειάς ενός συγκεντρωτικού κόμματος, δηλαδή του κομμουνιστικού κόμματος και της συνέχειάς του, της «δικτατορίας του προλεταριάτου». Ο νεαρός πρωταγωνιστής του βιβλίου εύλογα αναρωτιέται: αν η ιστορία πρόκειται να οδηγηθεί ούτως ή άλλως προς την πραγματικό σοσιαλισμό, τότε γιατί πρέπει εμείς σήμερα να θυσιάζουμε την ζωή μας βάζοντας τον εαυτό μας και τις οικογένειές μας σε τεράστιο κίνδυνο με κομματική ή και συνωμοτική δράση σε δύσκολους καιρούς; Σε τί χρειάζονται οι ήρωες, αν η πορεία της ιστορίας είναι προδιαγεγραμένη;
Μπορεί σήμερα να φαίνεται η μαρξιστική θεωρία μια χονδροειδής παρανόηση, απότοκο υπεραπλουστεύσεων του 19ου αιώνα, αλλά η ψυχολογική της σαγήνη παραμένει ισχυρή. Η ουτοπία την οποία υπόσχονται οι μαρξιστές άγγιξε και συνεχίζει να αγγίζει τις πιο ευαίσθητες χορδές του ανθρώπινου ψυχισμού. Δεν υπάρχει κάποιος που να μην συγκινείται από την – θεολογική στην σύλληψή της - σκέψη ότι αυτά που όλοι υποφέρουμε έχουν νόημα, όπου όλα τελικά βρίσκουν την λύση τους.
Φυσικά, η συλλογική απελευθέρωση που υπόσχεται ο μαρξισμός είναι απατηλή. Οι ηθικές σχέσεις των ανθρώπων δεν θα αλλάξουν επειδή δήθεν τα μέσα παραγωγής θα ανήκουν στο κράτος. Όπως δείχνει η φρικτή εμπειρία των κομμουνιστικών δικτατοριών, οι σχέσεις ανισότητας ή σκληρότητας των ανθώπων μεταξύ τους, το πρόβλημα της εξουσίας, ο φόβος, η ταπείνωση και η εξάρτηση από την βούληση των άλλων, είναι μόνιμα ζητήματα της ανθρώπινης φύσης. Δεν εξαλείφονται αν οι επιχειρήσεις είναι όλες κρατικές.
Ποια είναι η εναλλακτική στην συλλογική αυτή αυτο-εξαπάτηση; Αν και ο ήρωας, δηλαδή ο εικοσάχρονος Απόστολος, απορρίπτει από πολύ νωρίς την «σωτηριολογία» του Μαρξισμού, το βιβλίο δεν έχει διδακτισμό και δεν προτείνει εναλλακτική θεωρία - εκτός ίσως από μια φράση στην τελευταία παράγραφο. Ποιες είναι όμως οι αξίες μας, αν απορρίπτουμε την Μαρξιστική εκδοχή της ιστορίας; Γινόμαστε μήπως απολογητές του κατεστημένου; Αποδεχόμαστε, ίσως, αδιαμαρτύρητα την κοινωνική αδικία; Μετατρέπουμε ίσως τις αξίες μας σε μια μηχανιστική «ικανοποίηση προτιμήσεων», που λένε κάποιοι οικονομολόγοι;
Η απάντηση είναι φυσικά όχι. Όπως εξηγούν οι πιο σημαντικοί φιλόσοφοι, από τον Πλάτωνα μέχρι τον Ρουσσώ, τον Καντ, και τον Μιλλ, το πρόβλημα της δικαιοσύνης δεν έχει μια μόνιμη ή οριστική λύση. Οι κοινωνικοί αγώνες δεν γίνονται για έναν μαγικό «μετασχηματισμό» της κοινωνίας, αλλά για τις πολλές αλλαγές – κάποιες δημόσιες αλλά και κάποιες ιδιωτικές - που θα προστατεύσουν τις πραγματικές οικουμενικές αξίες της ανθρώπινης φύσης: την ελευθερία, την ισότητα και την αξιοπρέπεια. Οι πιο σημαντικές κατακτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κοινωνικό κράτος, που προστατεύουν όλους μας το ίδιο από την καταπίεση των ισχυρών αλλά και από τις ταπεινώσεις της ανέχειας.
Κατά μια έννοια, το βιβλίο του Δοξιάδη περιγράφει το περιεχόμενο των αφηρημένων αυτών εννοιών. Το κύριο αντικείμενο του βιβλίου είναι η δική του προσωπική μάχη να καταλάβει ποιος είναι ο ίδιος. Γι αυτό οι πιο σημαντικές σχέσεις που δημιούργησε την περίοδο που αφηγείται δεν ήταν με το «κόμμα» ή τους απρόσωπους συναγωνιστές του, αλλά με τους πραγματικούς φίλους του, όσους είχε από το σχολείο και όσους έκανε αργότερα, αλλά και με τους γονείς του και με τα άλλα αγαπημένα πρόσωπα που είχε κοντά του. Τα πιο συγκινητικά κομμάτια του βιβλίου είναι οι περιγραφές των πράξεων αυταπάρνησης, γενναιοδωρίας και αγάπης μεταξύ φίλων και αδελφών καθώς και η σχέση του αφηγητή με τον πατέρα και την μητέρα του. Ο πραγματικός πλούτος του βιβλίου είναι ακριβώς αυτές οι σχέσεις, που περιγράφονται με μεγάλη ακρίβεια και φροντίδα, και οι οποίες δίνουν νόημα στην κινηματογραφική δράση που απασχολεί την κεντρική αφήγηση.
Οι ήρωες που πολέμησαν την δικτατορία το έκαναν για να μπορούμε όλοι να ζούμε με δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια, για να έχουμε την ελευθερία να βρίσκουμε τον εαυτό μας κοντά στα πρόσωπα που αγαπάμε. Αυτό, νομίζω, μας δείχνει μια από τις πιθανές αναγνώσεις του «Ερασιτέχνη Επαναστάτη». Ίσως με λιγότερες περιπέτειες, και σίγουρα με λιγότερους κινδύνους από ό,τι επί Χούντας, ο αγώνας για τις πραγματικές μας αξίες δεν τελειώνει. Συνεχίζεται κάθε μέρα που περνά.
*Ο Παύλος Ελευθεριάδης είναι καθηγητής δημοσίου δικαίου στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και δικηγόρος στο Λονδίνο.