Agatha Christie «Η δολοφονία του Ρότζερ Άκροϊντ», Μετάφραση: Χρήστος Καψάλης, εκδ. Ψυχογιός, σελ. 328
Η Άγκαθα Κρίστι ως γνωστόν πάντα είχε πολλά βέλη στη λογοτεχνική της φαρέτρα: ήξερε από δηλητήρια εφόσον είχε δουλέψει σε φαρμακείο. Ήξερε από ανθρώπινη ψυχολογία, είχε ζήσει για χρόνια με τον ψυχίατρο σύζυγό της. Ήξερε από μαιευτική και από το να καθαρίζεις τα χώματα για να φτάνεις στο πολύτιμο κτέρισμα, ήταν αρχαιολόγος ο δεύτερος σύζυγός της. Γνώριζε από αρχετυπικούς ήρωες διότι ήταν λάτρης του Σαίξπηρ. Γνώριζε από αστική ευγένεια και ζωή κι έτσι μπορούσε να κάνει απολαυστική την πορεία προς τον δολοφόνο, οι πρωταγωνιστές της δεν βροντοφώναζαν τα συναισθήματά τους ούτε τα κρίματά τους.
Έπαιζε στα δάχτυλα μαγειρική–ζαχαροπλαστική, διότι ήταν καλοφαγού, μέχρι και «Η Κουζίνα της Άγκαθα Κρίστι» έγινε βιβλίο. Ήξερε καλά να παίζει το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι όσον αφορά τον συγγραφέα και τους αναγνώστες του, πολλοί ισχυρίζονται ότι έγραφε όλη την ιστορία και έβαζε για δολοφόνο της τον πλέον απίθανο. Ήξερε πώς να κλιμακώνει το μυστήριο. Είχε δυο εξαιρετικά ενδιαφέροντες χαρακτήρες ως ντετέκτιβ, την ερασιτέχνη πανέξυπνη παρατηρητική μις Μαρπλ και τον κοκέτη, σχεδόν ακίνητο τέλειο επαγγελματία Ηρακλή Πουαρό. Γνώριζε καλά και τη ζωή του άστεως και τη ζωή του αγγλικού χωριού, έζησε και στο Λονδίνο και στο εξοχικό σπίτι στους λόφους του Ντέβον. Αλλά πάνω απ’ όλα έπαιζε στα δάχτυλα την τέχνη της γραφής. Δεν χρειαζόταν αίμα στις ιστορίες της αλλά αίνιγμα, δραματικούς χαρακτήρες και υπόβαθρο, την ανθρωπογεωγραφία της εποχής.
Και στα 66 μυθιστορήματα και τις 14 συλλογές που μας άφησε, οι περισσότεροι -και όχι αδίκως- στα κορυφαία της έργα, αν όχι το κορυφαίο, θεωρούν την «Δολοφονία του Ρότζερ Άκροϊντ», για λόγους πολλούς: τους δραματουργικούς και αντιφατικούς χαρακτήρες -δεν τον καταλαβαίνεις τον δολοφόνο που να χτυπιέσαι- την ζωή και τη νοοτροπία της επαρχίας, την σχεδόν κωμική μετάβαση του Ηρακλή Πουαρό από την ζωή του Λονδίνου στο κηπάκι ενός χωριού και βέβαια το τέλειο έγκλημα (μια χαρά θα μπορούσε να είναι: πόρτα κλειστή, το θύμα να υπαγορεύει και μετά θάνατον, θύτη που δεν σου βάζει ο νους).
«Η δολοφονία του Ρότζερ Άκροϊντ» κυκλοφόρησε πρώτη φορά από τον εκδοτικό οίκο William Collins τον Ιούνιο του 1926, όταν η Άγκαθα Κρίστι ήταν τριάντα πέντε χρονών. Στην εισαγωγή της, γράφει η βιογράφος της, μια από τις βιογράφους της, Λόρα Τόμσον πώς «θεωρείται από πολλούς το εξαιρετικότερο δείγμα κλασσικού αστυνομικού μυθιστορήματος. Σχολαστικό στη φαινομενική του συμβατικότητα, στη μεθοδικότητα με την οποία ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της κατηγορίας όπου εντάσσεται καθώς παρουσιάζει στοιχεία, διαγράμματα και τους συνήθεις υπόπτους με τον σεβασμό και την τυπικότητα ενός μπάτλερ…».
Εμείς θα σημειώναμε ότι είναι και ένα από τα πρώτα μεταμοντέρνα μυθιστορήματα, εφόσον η συγγραφέας εγκιβωτίζει ημερολόγια και επιστολές. Ημερολόγια που θα φωτίσουν ακόμα περισσότερο τον μισανθρωπισμό του δολοφόνου για τη μίζερη ζωή που του έμελλε να ζει (δεν θα φανεί αυτό καθόλου από τη συμπεριφορά του), και επιστολή που θα αποκαλύψει τις αφόρητες συνθήκες ζωής στον μικρόκοσμο της επαρχίας.
Η ιστορία ξεκινά με τον Ηρακλή Πουαρό να προσπαθεί να συμφιλιωθεί με την μεγάλη αλλαγή της ζωής του από την απόλυτη δράση στην τέλεια απραξία. Ωστόσο όπου Πουαρό, φόνος: είναι νόμος αυτός.
«Η κυρία Φέραρς πέθανε την νύχτα μεταξύ 16ης και 17ης Σεπτεμβρίου, ημέρα Πέμπτη. Ειδοποιήθηκα σχετικά στις οκτώ το πρωί, ημέρα Παρασκευή, 17 του μήνα. Ήταν αδύνατον να παράσχω την οποιαδήποτε βοήθεια. Η γυναίκα είχε αποβιώσει κάποιες ώρες πριν», μας πληροφορεί ο δρ Σέπαρντ, φίλος του Πουαρό, εξάλλου εξαιτίας του ο ντεντέκτιβ βρίσκεται εκεί, και μη ξεχνάμε πως στα αστυνομικά μυθιστορήματα πρέπει να είμαστε ακριβείς. Και ναι σ’ αυτό εδώ το μυθιστόρημα υπάρχει ο δρ Σέπαρντ, ακριβής και δίκαιος, αμερόληπτος απ’ ό,τι όλα δείχνουν, αφηγητής.
Η ιστορία, επίσης γραμμένη με το υποδεκάμετρο, κρυστάλλινη και σαφής. Την ομιχλώδη ατμόσφαιρα της Χάισμιθ δεν την χρησιμοποίησε ποτέ η Άγκαθα Κρίστι, είχε πάντα το καθαρό μάτι του ανακριτή. Και σε αυτήν εδώ την περίπτωση, ο Ρότζερ Άκροϊντ ήταν ένας άνθρωπος που ήξερε πολλά. Ήξερε ότι η γυναίκα που αγαπούσε είχε δηλητηριάσει τον πρώτο της σύζυγο. Ήξερε ότι κάποιος την εκβίαζε - και τώρα ήξερε επίσης ότι έδωσε τέλος στη ζωή της με υπερβολική δόση βαρβιτουρικών. Ένα γράμμα που έφτασε με το βραδινό ταχυδρομείο θα του αποκάλυπτε σε λίγο ποιος ήταν ο μυστηριώδης εκβιαστής.
Όμως ο Ρότζερ Άκροϊντ αυτό δε θα το μάθαινε ποτέ. Προτού τελειώσει την ανάγνωση του γράμματος, ήταν νεκρός - τον μαχαίρωσαν στον λαιμό μέσα στο γραφείο του.
Στο Κινγκς Άμποτ, το χωριό που συμβαίνουν όλα αυτά, όπως είπαμε, είχε αποσυρθεί ινκόγκνιτο ο Ηρακλής Πουαρό για να ησυχάσει. Η δολοφονία του Ρότζερ Άκροϊντ, όμως, θα τον υποχρεώσει να αναλάβει ξανά δράση. Και η διαδικασία, και για προσωπικούς λόγους αλλά και για αντικειμενικούς, θα τον ζορίσει πολύ.
Κατ’ αρχάς συμβαίνει αυτό που συμβαίνει σε όλα τα μυθιστορήματα της Άγκαθα Κρίστι: όλοι είχαν λόγο να σκοτώσουν τον μακαρίτη: ήταν αφόρητος και ήταν αυτός που είχε όλα τα λεφτά. Ο γιος της πρώην γυναίκας του τον οποίο ταλαιπωρούσε. Η νύφη και η ανεψιά του στις οποίες δεν έδινε ούτε λίρα αγγλική. Το υπηρετικό προσωπικό που βασάνιζε και τον έκλεβε. Ο διευθυντής στο εργοστάσιο που έφτυνε αίμα κοντά του.
Αλλά είπαμε: η Άγκαθα ποντάρει στον απίθανο εξ’ αρχής. Ακόμα κι αν χρειαζόταν να εντάξει ενοχοποιητικά στοιχεία στην ιστορία της εκ των υστέρων.
Όπως και να ’χει είναι ένα απολαυστικά ατμοσφαιρικό μυθιστόρημα με ένα ευφυέστατο παιχνίδι λογικής. Με τους πιο αντιφατικούς χαρακτήρες της συγγραφέως, με τα πολλά ρολόγια και την ώρα που διαρκώς μας παραπλανά, με την εξομολόγηση του ίδιου του δολοφόνου που εξηγεί τα συναισθήματα, την πλήξη και την ανία της ζωής του στην επαρχία και την κατ’ εκείνον, δίκαιη οργή.
Οι κριτικές υπήρξαν διθυραμβικές και ολότελα επιδοκιμαστικές της κεντρικής ιδέας, μας πληροφορεί η Λάρα Τόμσον. Η εφημερίδα Observer επαίνεσε το βιβλίο «για τη συνοχή του, τη λογική του», ενώ το Book Review New York Times επισήμανε πως η χρήση της αφηγηματικής φωνής ήταν μια «απολύτως δίκαιη διαδικασία». Το σίγουρο είναι πως στο τέλος της διαδικασίας, ο αναγνώστης θα θαυμάσει για ακόμα μια φορά την αστραφτερή ευφυΐα και τις πρωτοποριακές και τολμηρές μυθιστορηματικές τεχνικές της Άγκαθα Κρίστι. Όχι, δεν μπορώ να σας πω το γιατί διότι θα πρέπει (αξίζει) να μάθετε κι εσείς στο τέλος της ιστορίας τον δολοφόνο.
Αν ήδη το ξέρετε και έχετε διαβάσει την ιστορία, ξαναδιαβάστε την για να καταλάβετε γιατί η συγγραφέας του ήταν και παραμένει η βασίλισσα τους σασπένς.