Θα περίμενε κανείς ότι η ολοκλήρωση του κύκλου της Μεταπολίτευσης όπως τη σήμανε η τετραετής διακυβέρνηση από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα μας είχε απαλλάξει από τη λαϊκή δοξασία ότι η αριστερά είναι ο πολιτικός χώρος που χαρακτηρίζεται από κάποιο ανώτερο ηθικό κώδικα, τον οποίο οι υπόλοιποι δεν μπορούμε να διαθέτουμε μόνο και μόνο γιατί δεν είμαστε αριστεροί.
Η θεωρία του «αριστερού Ανθρώπου που στέκεται ορθός» (sic) απέναντι στους «μνημονιακούς υπανθρώπους» συνετρίβη και ούτε ο κ. Τσίπρας δεν τολμάει πλέον να αναφέρεται στο ηθικό πλεονέκτημα της αριστεράς.
Αναφέρθηκαν όμως σε αυτό άλλοι, στη ΝΔ, το ΚΙΝΑΛ και το ευρύτερο Κέντρο προκειμένου να θεωρητικολογήσουν πάνω στο φαινόμενο της υπερχείλισης του γηπεδικού και αγοραίου λόγου από τα σόσιαλ μήντια και της διάχυσής του στην κεντρική πολιτική και τη δημόσια συζήτηση.
Κάποιοι μάλιστα άδραξαν την ευκαιρία να επιτεθούν στο τουίτερ, δηλαδή στην αδιαμεσολάβητη έκφραση λόγου με πρόσχημα τις ύβρεις, για να θρηνήσουν, στην πραγματικότητα, την απώλεια της κατ’αποκλειστικότητα παρέμβασης στο δημόσιο διάλογο από τον παραδοσιακό Τύπο. Θα το συνηθίσουν.
Υβριστικός, αγοραίος, γηπεδικός λόγος υπήρχε και θα υπάρχει πάντα στην πολιτική ζωή κάθε χώρας. Θυμόμαστε τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα της δεκαετίας του ‘90 να αντηχούν από υβριστικά συνθήματα, κοπιαρισμένα από τα γήπεδα και τις θύρες των οργανωμένων οπαδών.
Μόνο που τη γηπεδική συμπεριφορά (γιατί αυτός δεν είναι λόγος) δεν την υιοθετούσε καμία ηγεσία πολιτικής νεολαίας. Κι αν η ΑΥΡΙΑΝΗ της δεκαετίας του ‘80 έγινε ζήτημα ήταν επειδή λειτουργούσε ως εφημερίδα παράταξης και η παράταξη, το τότε ΠΑΣΟΚ, δεν την καταδίκαζε.
Ούτε το τουίτερ είναι πρόβλημα. Αν και έχει ένα δημόσιο χαρακτήρα πρόκειται για μια ιδιωτική πλατφόρμα που λειτουργεί με συγκεκριμένους όρους, έχει τις δικές της συμβάσεις στις συμπεριφορές και έχει αποκλείσει από τη χρήση του μέχρι και εν ενεργεία πρόεδρο των ΗΠΑ.
Δεν είναι το τουίτερ το πρόβλημα της πολιτικής ζωής της χώρας.
Πρόβλημα είναι οι πολιτικές ηγεσίες, οι βουλευτές, οι πολιτευτές, οι δημοσιογράφοι, τα μέλη ΔΕΠ, οι επαγγελματικές-συνδικαλιστικές οργανώσεις που έχουν και επιστημονικό χαρακτήρα (για παράδειγμα οι ιατρικοί και δικηγορικοί σύλλογοι), οι ηγεσίες όλων των συνδικαλιστικών οργανώσεων που υιοθετούν τους κώδικες, τα συνθήματα, τις ιαχές του τουίτερ και τις αναπαράγουν στη δημόσια σφαίρα ως «φωνή λαού», με την οποία συντάσσονται και μάλιστα αναγκαστικά, όπως μας λένε.
Πρόβλημα είναι ο πολιτικός χώρος που δεν είναι άλλος από τον ΣΥΡΙΖΑ που έχει αναλάβει να δώσει υπόσταση στις περιθωριακές κοινωνικές ομάδες, όπως τους αντιεμβολιαστές ή τους συνωμοσιολόγους, επιτρέποντας σε κεντρικά του στελέχη να τους εκφράζουν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε ως στρατηγική να περιβάλλει το πολιτικό λούμπεν, να το εφοδιάσει με κώδικες, λέξεις, εκφράσεις από μια ψηφιακή πλατφόρμα για να το εκφράσει στη συνέχεια επισήμως μέσω των κορυφαίων στελεχών του.
Το έχουμε ξαναγράψει: ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δέσμιος του αντισυστημισμού και του πολιτικού λούμπεν του φαιοκόκκινου μετώπου γιατί συνδέει με αυτό την εκλογική του επιτυχία. Μαζί του δέσμιοι και σε κατάσταση μόνιμης αμηχανίας οι δέκα σοβαροί δημόσιοι διανοούμενοι που παραμένουν στις τάξεις του, παρατηρώντας τα καμώματα των εθνολαϊκιστών με το αριστερό ηθικό πλεονέκτημα «ψηλά απ’τη γέφυρα».
Απέναντι στο πολιτικό λούμπεν και το συστημικό του φορέα, τον ΣΥΡΙΖΑ, τα κλαψουρίσματα για την πάλαι ποτέ ηθική της αριστεράς δεν μπορεί να σταθούν πειστικά. Γιατί απλώς, δεν υπήρξε ποτέ κάτι σαν αριστερό ηθικό πλεονέκτημα ή αριστερή ηθική. Ήταν μια φαντασίωση, ένα ψέμα, μια πλάνη.
Επείγει να επιστρέψει στα πολιτικά και δημόσια πράγματα της χώρας η παράδοση του ακηδεμόνευτου ορθολογισμού, όπως έχει εκφραστεί κατά καιρούς από τους μεταρρυθμιστές και εκσυγχρονιστές εκατέρωθεν του πολιτικού Κέντρου. Ένας κόσμος που αρνείται να παρέχει υπηρεσίες εκλογίκευσης και συμψηφισμών στις κομματικές ηγεσίες που παρεμβαίνει για να υπηρετήσει την πηγή του πολιτεύματος, το λαό και την κυριαρχία του, την περίφημη λαϊκή κυριαρχία την οποία θέτουν υπό αμφισβήτηση και μάλιστα ανοιχτά και κύκλοι του πολιτικού Κέντρου κυρίως από το αποτυχημένο Ποτάμι.
Αλλά γι' αυτούς που στην πραγματικότητα σφυρηλατούν ένα εξίσου επικίνδυνο νέο αντισυστημισμό, θα τα πούμε σε άλλο σημείωμα.