Του Κωνσταντίνου Βέργου*
Ενώ η Σαουδική Αραβία (ή, σωστότερα, Σαουδάραβες μεγιστάνες) φαίνεται να βρίσκεται πίσω από την υποστήριξη ισλαμο-φασιστών δολοφόνων στη Συρία και πλέον απειλεί να εισβάλλει στη Συρία για την υποστήριξή τους, με κίνδυνο άμεσης πολεμικής σύγκρουσης με τη Ρωσία, που στον αντίποδα αντιμάχεται τους τρομοκράτες, μία πρόσφατη (χτεσινή) σημαντική συμφωνία ανάμεσα στις δυο αυτές χώρες φαίνεται ότι πέρασε στα «ψιλά». Πρόκειται για τη «συμφωνία του Κατάρ», για το πετρέλαιο.
Παρότι η συμφωνία είναι ανάμεσα στις δύο αυτές χώρες, σύμφωνα με πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει στην αγορά και δεν έχουν διαψευστεί, τόσο η Βενεζουέλα, που είναι η χώρα με τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο, όσο και το Κατάρ συμφωνούν με Ρωσία και Σαουδική Αραβία (υπό όρους) να μην αυξήσουν άλλο την παραγωγή πετρελαίου. Ρωσία και Σαουδική Αραβία ελέγχουν το 26% της παγκόσμιας παραγωγής, ενώ αν προστεθούν η παραγωγή Βενεζουέλας και Κατάρ, οι 4 αυτές χώρες που συμφωνούν παράγουν ακριβώς το 1/3 της παγκόσμιας παραγωγής. Την τελευταία φορά που είχε γίνει συμφωνία στο παρελθόν, σε μεγάλο βαθμό ως αποτέλεσμα των προσπαθειών του πρώην ηγέτη της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες να σταθεροποιήσει τις τιμές, οι τιμές πετρελαίου είχαν ανακάμψει εντυπωσιακά, σημάδι ότι οι τιμές στο πετρέλαιο πιθανότατα θα ανέβουν στο επόμενο διάστημα. Μία τέτοια, όμως, εξέλιξη δεν είναι για να «περνάει στα ψιλά», για πολλούς λόγους.
Καταρχήν μια ανάκαμψη της τιμής του πετρελαίου θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολύ υψηλότερες τιμές. Ανάκαμψη τιμών πετρελαίου της τάξης του 100% ως 200% σε βάθος χρόνου 12 μηνών δεν είναι ασυνήθιστη για τη συγκεκριμένη αγορά. Από την άλλη, καθώς το πετρέλαιο χρησιμοποιείται ως καύσιμη ύλη για τη λειτουργία των αγροτικών μηχανημάτων, αλλά και έμμεσα επηρεάζει το κόστος των ζωοτροφών και της βιομηχανικής παραγωγής ιδιαίτερα ενεργοβόρων βιομηχανιών, αύξηση τιμης του θα έχει επιπτώσεις και εκεί. Οποιαδήποτε αύξηση στην τιμή του πετρελαίου οδηγεί στη συνέχεια σε χρεοκοπίες εταιρείες μετάλλων ή εμπορευμάτων που δεν μπορούν να μετακυλήσουν το κόστος στην κατανάλωση αλλά και σε αύξηση τις τιμές των εμπορευμάτων (ρύζι, καφέ, κρέας κλπ). Η ανάκαμψη σε χρυσό επομένως που ξεκίνησε πριν ένα μήνα, και στην οποία αναφερθήκαμε προχτές τονίζοντας ότι μάλλον αποτελεί προπομπό αύξησης των τιμών των εμπορευμάτων, όντως δεν είναι τυχαία αλλά και μάλλον θα συνεχιστεί. Ο χρυσός είναι ένα από τα εμπορεύματα που αυξάνονται απότομα όταν υπάρχει υποψία για πληθωριστικές πιέσεις. Σε αυτά τα δεδομένα, αύξηση της τάξης του 50% - 100% στις τιμές χρυσού από τα χαμηλά επίπεδα που είδε πρόσφατα (περίπου από 1.000 δολάρια που είχε φτάσει, και 1.250 δολάρια που είναι τώρα περίπου, σε 1.500 δολάρια κατ αρχήν) δεν θα πρέπει να θεωρείται απίθανη.
Οι εξελίξεις που περιγράφτηκαν παραπάνω είναι «μάννα εξ ουρανού» για εταιρείες παραγωγής μετάλλων, πετρελαίων και τροφίμων που είδαν τα κέρδη τους να εξανεμίζονται στο προηγούμενο διάστημα. Σημαντική ανατίμηση των τιμών μετοχών τέτοιων εταιρειών πρέπει να θεωρείται ως φυσική συνέπεια, αν οι τιμές πετρελαίου όντως ανακάμψουν. Όμως, παράλληλα ο πληθωρισμός που θα δημιουργηθεί, ως αποτέλεσμα της αύξησης των τιμών των εμπορευμάτων (commodities), αναμένεται να λύσει τα χέρια στην Κεντρική Τράπεζα σε ΗΠΑ αλλά και Αγγλία για να αυξήσουν τα επιτόκια. Αυτό όμως, όταν γίνει, θα αποτελέσει και το κλείσιμο της αυλαίας για την αύξηση τιμών των χρηματιστηριακών αξιών που ξεκίνησε το 2010 και κράτησε 6 σχεδόν χρόνια, δίνοντας επίσης στη συνέχεια, σε 6 με 9 μήνες, και το σήμα για παγκόσμια αύξηση κόστους επενδύσεων και παγκόσμια ύφεση…
* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία.
Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.