Του Κωνσταντίνου Βέργου*
Το Συνέδριο του ΟΗΕ για την προστασία από την κλιματική αλλαγή έγινε στο Παρίσι από 30 Νοεμβρίου ως 12 Δεκεμβρίου. Μεταξύ Απριλίου 2016 και 2017 πρέπει η σύμβαση, που σχεδιάστηκε από 196 ενδιαφερόμενα μέρη, να υπογραφεί από κυβερνήσεις που εκπροσωπούν το 55% τουλάχιστον των… εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (greenhouse gas emissions).
Εύλογο είναι αν θα υπογραφεί, πόσο θα κοστίσει, τι επιπτώσεις κόστους θα έχει και πώς εμείς μπορούμε να κερδίσουμε από αυτό. Η υπογραφή από κράτη που έχουν το 55%, είναι ένα ζήτημα. Οι μεγαλύτερες χώρες σε εκπομπή ρύπων, είτε διότι δεν σέβονται τα στάνταρ, είτε γιατί έχουν τη μεγαλύτερη βιομηχανική παραγωγή ή και τα δύο, είναι η Κίνα και οι ΗΠΑ, που εχουν το 24% και 14% των ρύπων, αντίστοιχα, δηλαδή συνδυαστικά το… 38%, δηλαδη τα 2/3 των ψήφων! Πάντως, παρότι η Κίνα κατηγορείται ως ρυπογόνη, στην πραγματικότητα, ΗΠΑ, Αυστραλία, Καναδάς, Ρωσια, και λιγότερο Γερμανία και Ιαπωνία είναι σημαντικά πιο ρυπογόνες όταν βλέπουμε τις εκπομπές σε ανα κάτοικο βάση, όπως θα έπρεπε! Η συμφωνία ουσιαστικά σφραγίζει προηγούμενες συμφωνίες που αποσκοπούν στη μείωση κατά 9% των εκπομπών ρύπων ανα κάτοικο, και αποσκοπεί στη μείωση της μακροπρόθεσμης αύξησης της θερμοκρασίας σε περίπου 1,5 βαθμούς κελσίου.
Εταιρείες όπως η Εxxon-Mobil υποστηρίζουν ότι το κόστος από τη συμφωνία αυτή θα είναι σημαντικό, καθώς οι τιμές στα δικαιώματα ρύπων, που κάποιος μπορεί να αγοράσει στο χρηματιστήριο, θα αυξηθούν τόσο που θα κάνουν την παραγωγή ενεργοβόρων βιομηχανιών σχεδόν απαγορευτική. Η αλήθεια είναι ότι η Εxxon-Mobil, πάντως, έχει κατηγορηθεί ότι αντί να χρησιμοποιεί επιστημονικές μελέτες για τις υποθέσεις, βρίσκει… «φτηνότερο» να χρηματοδοτεί οργανώσεις που είναι κατά του ελέγχου στους ρύπους για την κλιματική αλλαγή. Η αλήθεια, πιθανότατα, είναι κάπου στη μέση. Το ότι μεγάλες εταιρείες με συμφέροντα στη διατήρηση της ρυπογόνου βιομηχανίας χρηματοδοτούν οργανώσεις για ένα πιο βρώμικο περιβάλλον, ή προσπαθούν (Volkswagen) να πλαστογρaφούν στοιχεία αντί να επενδύουν προς ένα καλύτερο περιβάλλον είναι κάτι αναμφισβήτητο, αλλά όχι καινούργιο. Αλλο είναι το ερώτημα.
Το ερώτημα, είναι αν η δημιουργία περιβαλλοντικών στάνταρ οδηγεί σε κερδοφόρες επενδύσεις ή όχι. Αν οδηγεί σε μείωση εταιρικών κερδών, οι εταιρείες θα αντιστέκονται να το εφαρμόζουν. Αν όμως οδηγεί σε αύξηση κερδών, θα υπάρξει ενδιαφέρον και εύκολη αποδοχή. Οι μελέτες στο παρελθόν μέχρι την κρίση του 2008 έδειχναν ότι για κάθε μετρικό τόνο ρύπων, η αξία της εταιρείας μειώνεται κατά 0,2 εκατομμύρια δολάρια. Όμως οι νέες μελέτες (πχ Collins and Vergos, 2015), με στοιχεία μετά την κρίση ανατρέπουν τα προηγούμενα δεδομένα και οδηγούν σε νέα αποτίμηση. Η αποδοτικότητα κεφαλαίων (ROA) των εταιρειών, στους ίδιους κλάδους, που δημοσιοποιούν περιβαλλοντικά δεδομένα είναι τουλάχιστον 2% μεγαλύτερη εκείνων που δεν δημοσιοποιούν. Από την άλλη, η χρηματιστηριακή αξία των εταιρειών που εχουν μειωμένους ρύπους σταθμισμένη με βάση τα ίδια κεφάλαια που διαθέτουν είναι από 10% ως 80% υψηλότερη κατά μέσο όρο, με τα ποσοστά να εξαρτιώνται από τη χώρα δραστηριοποίησης. Τα παραπάνω δείχνουν ότι η αντίληψη των επενδυτών για το ρίσκο έχει αλλάξει.
Οι επενδυτές πλέον θεωρούν τις ρυπογόνες εταιρείες και τις εταιρείες που δεν δημοσιοποιούν στοιχεία ως ρίσκο, ενώ επίσης οι εταιρείες αυτές όντως έχουν μικρότερα κέρδη. Μια ρυπογόνος εταιρεία θα αντλεί πλέον κεφάλαια υπό δύσκολες συνθήκες και, κατ'' ουσία, αποτελεί πλέον, μετά το 2008, μία υποψήφιο εταιρεία για πτώχευση. Αυτό ανατρέπει τα πάντα. Εκείνο επομένως που οι νομοθέτες δεν υπολόγισαν είναι ότι βρήκαν έναν απροσδόκητο σύμμαχο, τους επενδυτές. Οι ίδιοι οι επενδυτές κάνουν τους δικούς τους υπολογισμούς επιταχύνοντας φιλική προς το περιβάλλον τεχνολογία, κάτι που αναμφισβήτητα θα σπρώξει τις εξελίξεις υπέρ φιλικών τεχνολογιών, γρηγορότερα από ότι νομίζουμε, καθώς οι αγορές δεν διακρίνονται από συναισθηματισμούς, όταν υπάρχουν κίνδυνοι ή σημαντικά χρηματιστηριακά κέρδη.
* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία.
Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.