Της Εύα Στάμου
Η «Ημέρα της Γυναίκας» είναι μία ευκαιρία για να γιορτάσουμε τα επιτεύγματα των γυναικών, να καταδείξουμε τα σεξιστικά στερεότυπα που αφορούν τις σχέσεις των φύλων, να αναλογιστούμε όχι μόνο την ισότητα αντρών-γυναικών, αλλά και την ισότητα μεταξύ των γυναικών.
Το πρώτο που θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε είναι ποιες ομάδες γυναικών αφορά η γιορτή της 8ης Μαρτίου. Όταν σκεφτόμαστε τα επιτεύγματα των γυναικών, πιστεύω ότι έχουμε κατά νου γυναίκες με επαγγελματική καταξίωση, κοινωνική και οικονομική δύναμη, στην πλειονότητά τους λευκές γυναίκες της μεσαίας ή και της ανώτερης τάξης που τις τελευταίες δεκαετίες έχουν φτάσει να μοιράζονται με τους άντρες την διαχείριση των δυτικών κοινωνιών. Εδώ υπάρχει ο κίνδυνος να αγνοήσουμε τις πιο ευάλωτες κοινωνικά ομάδες που πιθανώς αισθάνονται πως η γιορτή δεν τις αφορά, όχι μόνο γιατί δεν έχουν κάτι να γιορτάσουν αλλά και γιατί έχουν ανάγκη άμεσης οικονομικής και θεσμικής υποστήριξης.
Από τη μία έχουμε λοιπόν τις γυναίκες με ίση (σχεδόν) πρόσβαση στην πανεπιστημιακή μόρφωση και στην αγορά εργασίας που κατακτούν αργά αλλά σταθερά -και συχνά έχοντας να αντιμετωπίσουν τον σεξισμό στις διαφορετικές του εκφάνσεις- ρόλους παραδοσιακά 'αντρικούς' και αποκτούν κοινωνική, οικονομική, πολιτική δύναμη. Από την άλλη έχουμε γυναίκες λιγότερο ορατές, προσφυγοπούλες και μετανάστριες, Ρομά, ανασφάλιστες εργάτριες, άνεργες μητέρες μονομελών οικογενειών, γυναίκες θύματα του trafficking.
Αυτό ασφαλώς δεν σημαίνει ότι τα ζητήματα που απασχολούν τις γυναίκες της μεσαίας τάξης- η μισθολογική ανισότητα, η εξάλειψη της σεξουαλικής παρενόχλησης, η ανάπτυξη της γυναικείας επιχειρηματικότητας, η αύξηση του ποσοστού των γυναικών που ασχολούνται με την πολιτική- είναι προβλήματα 'πολυτελείας'. Είναι όμως αφελές να αποφεύγουμε να επισημάνουμε οποιαδήποτε διάκριση και να βάζουμε όλες τις γυναίκες 'στο ίδιο τσουβάλι', χωρίς να εξετάσουμε τις ιδιαίτερες συνθήκες ζωής τους.
Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι η οικονομική εκμετάλλευση συγκεκριμένων ομάδων γυναικών είναι κάτι που δεν συμβαίνει μόνο από άντρες αλλά και από γυναίκες με τρόπους που δεν γίνονται πάντα αντιληπτοί. Γυναίκες της μεσαίας τάξης εκμεταλλεύονται οικονομικά τις ανασφάλιστες μετανάστριες που φροντίζουν τους ηλικιωμένους, καθαρίζουν το σπίτι, προσέχουν τα παιδιά.
Νεαρές επαγγελματίες με αγοραστική δύναμη, πληρώνουν για πορνοταινίες, παρακολουθούν αντρικό στριπτίζ και κάνουν μαθήματα pole dancing επηρεασμένες από έναν υπερκαταναλωτικό τρόπο ζωής που υπαγορεύει ότι η γυναικεία χειραφέτηση περνά μέσα από την αντιγραφή των σεξουαλικών συνηθειών των αντρών. Με τον τρόπο αυτό ο ακτιβισμός ενάντια στη σεξουαλική εκμετάλλευση αποδυναμώνεται. Το καθεστώς εκμετάλλευσης όσων γυναικών εργάζονται στη βιομηχανία του σεξ ενάντια στην επιλογή τους – λόγου χάριν υπό συνθήκες ψυχικής (ή και φυσικής) βίας - νομιμοποιείται δυστυχώς και ιδεολογικά, καθώς υποστηρίζεται οικονομικά και από τις γυναίκες.
Γυναίκες πολιτικοί αδιαφορούν (όταν αυτό εξυπηρετεί το κόμμα τους) για τις μετανάστριες και τις προσφυγοπούλες που διαβιούν στα hot spots κάτω από άθλιες συνθήκες υγιεινής, με τον φόβο τής φυσικής επίθεσης, του βιασμού, της κακοποίησης και χωρίς επαρκή ιατρική περίθαλψη ακόμα και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους.
Δεν είναι εύκολο να αλλάξει από τις γυναίκες ένα σύστημα που η δόμησή του έχει εδώ και αιώνες στηριχθεί στον αντρικό τρόπο σκέψης και δράσης. Σίγουρα είναι πιο απλό για τις γυναίκες να ενταχθούν στο σύστημα αντί να το ανατρέψουν. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι η πετυχημένη αντιγραφή των ανδρικών συμπεριφορών είναι αυτό ακριβώς που σε κάποιες περιπτώσεις χάρισε σε αρκετές γυναίκες την καταξίωση σε επαγγελματικό και κοινωνικό επίπεδο.
Το θέμα λοιπόν δεν είναι να χάσουν τα δικαιώματά τους οι γυναίκες της μεσαίας τάξης, ούτε να μην αναγνωρίζονται οι αγώνες και τα επιτεύγματά τους – το ζητούμενο είναι η ευαισθητοποίηση όλων μας απέναντι στις 'αόρατες' γυναίκες που εξακολουθούν να ζουν κάτω από απαράδεκτες συνθήκες, ενώ δίπλα τους διοργανώνονται φιέστες για την Ημέρα της Γυναίκας.