Έχουν περάσει πέντε μήνες από την εξαγορά των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά από την εταιρεία Milina Enterprises Company Ltd, συμφερόντων του εφοπλιστή Γιώργου Προκοπίου, έναντι του ποσού των 37,3 εκατ. ευρώ. Και όμως βρισκόμαστε ακόμα στο σημείο μηδέν. Διότι η Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσισε τη μη υπογραφή της συμβάσεως πώλησης, μέχρι να εκδοθεί η απόφαση για την αίτηση ακυρώσεως.
Στο άρθρο «Γιατί το deal των Ναυπηγείων ενοχλεί τους επαναστατημένους ημιπιτσιρικάδες;», είχαμε αναφερθεί στις αντιδράσεις του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ κατά της ιδιωτικοποίησης των ναυπηγείων. Καταγγελίες για προδοσίες, ξεπουλήματα, φιλέλληνες επενδυτές, παρασιτικό κεφάλαιο και άλλα παρόμοια γλαφυρά, είχαμε ακούσει και διαβάσει αμέσως μετά την κατακύρωση του διαγωνισμού.
Η εμμονική αριστερά, δεν έβλεπε το σύνολο της επένδυσης που θα ανέλθει πάνω από 200 εκατ. ευρώ, τις πάνω από 5.000 θέσεις εργασίας, αλλά ούτε και την απαλλαγή από το ετήσιο πρόστιμο των 14,4 εκατ. ευρώ που πληρώνει το Ελληνικό Δημόσιο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, λόγω της προηγούμενης κρατικής ενίσχυσης συνολικού ύψους 800 εκατ. ευρώ, που ήταν αντίθετη στη νομοθεσία περί υγιούς ανταγωνισμού.
Αφού καταλάγιασε η πρώτη φάση της αντίδρασης της εγχώριας οπισθοδρομικής κομπανίας, η σκυτάλη πέρασε στην τοπική αυτοδιοίκηση. Ο Δήμος Χαϊδαρίου έκανε την εμφάνισή του, πρόθυμος να μπλοκάρει τις διαδικασίες, φέρνοντας στο μυαλό μας, μνήμες από το project του Ελληνικού.
Με εξώδικη δήλωση ήδη από τον Δεκέμβριο του 2020 προς τη ΕΤΑΔ, ο Δήμος Χαϊδαρίου ζητούσε να αποδοθεί σε αυτόν, η Προβλήτα 4 των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά, με την επιχειρηματολογία ότι «η απόδοση στον Δήμο της προβλήτας 4 είναι το ελάχιστο αντιστάθμισμα που δικαιούνται οι πολίτες του Χαϊδαρίου και ευρύτερα της Δυτικής Αθήνας, για την τεράστια οικολογική και περιβαλλοντική καταστροφή που υπέστη η άλλοτε μαγευτική παραλία του Σκαραμαγκά από την εκεί εγκατάσταση των Ναυπηγείων».
Αργά το θυμήθηκε ο Δήμος Χαϊδαρίου. Δεν το είχε θυμηθεί κατά τη διάρκεια της μακράς περιόδου της «εθνικοποίησης» των ναυπηγείων, επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ το 1985, όπου γινόντουσαν αποδεκτά, όλα τα «λαϊκά» αιτήματα. Δεν το είχε πράξει όμως ούτε αργότερα, επί Brown & Root, ούτε επί ThyssenKrup, ούτε επί στην Abu Dhabi Mar.
Το θυμήθηκε τον Δεκέμβριο του 2020, όταν συνειδητοποίησε ότι το νερό έμπαινε στο αυλάκι, στο θέμα της ιδιωτικοποίησης των Ελληνικών Ναυπηγείων. Και το ξαναθυμήθηκε, μετά από το επιτυχές τέλος της διαγωνιστικής διαδικασίας και τη μεταβίβαση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά στο νέο ιδιοκτήτη Γιώργο Προκοπίου.
Η Επιτροπή του ΣτΕ με την απόφασή του: «Διατάσσει τη μη σύναψη συμβάσεως, έως την έκδοση οριστικής αποφάσεως για την αίτηση ακυρώσεως, με αντικείμενο την παραχώρηση αιγιαλού και θαλασσίου χώρου μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του οριστικού πλειοδότη του επίδικου διαγωνισμού».
Δηλαδή, έκανε δεκτή την αίτηση του Δήμου Χαϊδαρίου να ανασταλεί η εκτέλεση του διαγωνισμού πώλησης του ακινήτου ιδιοκτησίας της ΕΤΑΔ, μέχρις ότου ληφθεί οριστική απόφαση από το ΣτΕ επί της ουσίας της αίτησης ακύρωσης του Δήμου για τον διαγωνισμό.
Η εκδίκαση επί της ουσίας της αίτησης ακύρωσης του Δήμου Χαϊδαρίου από το ΣτΕ έχει προσδιοριστεί για τις 18 Ιανουαρίου 2022 και η έκδοση της τελικής απόφασης αναμένεται εντός του 2022, με ό,τι σημαίνει αυτή η καθυστέρηση για την εξέλιξη της επένδυσης και το μέλλον της ανάπτυξης της ναυπηγικής και ναυπηγοεπισκευαστικής δραστηριότητας στην Ελλάδα.
Το οξύμωρο είναι ότι αν ανατρέξουμε στην ιστορία θα δούμε ότι τα Ναυπηγεία ιδρύθηκαν το 1937. Από τότε χρονολογείται η «οικολογική και περιβαλλοντική καταστροφή που υπέστη η άλλοτε μαγευτική παραλία του Σκαραμαγκά», στην οποία αναφέρεται ο Δήμος. Επομένως, η δικαίωση που ζητά ο Δήμος, θα έρθει μετά από 85 χρόνια. Ο κίνδυνος, να βρισκόμαστε μπροστά σε ένα φιάσκο ανάλογο του project του Ελληνικού, είναι ορατός.