Ένας φιλόσοφος είχε πει ότι το κλίμα μίας χώρας είναι η μοίρα του λαού της. Λαϊκιστί, αν τύχει κανείς να ρωτήσει τους Βόρειους που θα πάνε διακοπές για το καλοκαίρι, εκείνοι θα απαντήσουν: «Κάπου που να έχει ήλιο». Ακόμη κι όσοι διαθέτουν τα πλέον περιορισμένα οικονομικά μέσα.
Η Ελλάδα είναι περιβόητη για την ηλιοφάνειά της. Το φως του αττικού ήλιου είναι σχεδόν σκανδαλώδες. Αυτό σημαίνει ότι σταθερά τους οχτώ μήνες του έτους, αν όχι όλους, η Ελλάδα, ξεδιψά, τρέφεται, κοινωνικοποιείται, πολιτικοποιείται στα θρυλικά τραπεζοκαθίσματα. Τα οποία δεν συνιστούν απλώς ένα εμπορικό γεγονός που καλύπτει μία βιοτική ανάγκη, αλλά πρωτίστως είναι το πιο δημοκρατικό οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό φαινόμενο της χώρας. Κοντολογίς, όλα εκεί συντελούνται: «Πάμε να τα πούμε σ' έναν καφέ» ή «Πάμε να τσιμπήσουμε κάτι να τα πούμε», για χειρώνακτες, φοιτητές, επιστήμονες και πολιτικούς.
Μετά από δύο και πλέον μήνες καθολικής καραντίνας σήμερα τα τραπεζοκαθίσματα θα απλωθούν ξανά σε πεζοδρόμια, πλατείες, πεζοδρόμους, πάρκα, ειδικά διαμορφωμένους χώρους, ακροθαλάσσια. Μαζί με αυτά θα ξεμυτίσει και η ψυχή του νεοέλληνα, θα αγαλλιάσει κάπως η καρδιά του.
«Κάναμε το καθήκον μας, κάντε το δικό σας», διεμήνυσε χθες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προς τους επιχειρηματίες, παραμονή του τέταρτου βήματος της «επιστροφής στην κανονικότητα». Η επανεκκίνηση της εστίασης θα γίνει υπό αυστηρά μέτρα προστασίας και πρόληψης, αλλά και με νέο χωροταξικό πλαίσιο λειτουργίας.
Σύμφωνα με μελέτη της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ για την ισπανική γρίπη το 1918, όσο πιο γρήγορα μία χώρα λάβει αυστηρά μέτρα αποκλεισμού σε μία πανδημία, τόσο πιο λίγες θα είναι οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Παράλληλα, όσο πιο άμεσα και καθολικά είναι αυτά τα μέτρα, τόσο πιο ομαλή και ταχεία είναι η επανεκκίνηση της εμπορικής και οικονομικής ζωής.
Το χθεσινό πρωτοσέλιδο των New York Times για τα θύματα του κορονοϊού στις ΗΠΑ, έκανε και τους πλέον ψύχραιμους να λυγίσουν. Χωρίς πηχυαίο τίτλο ή κάποια φωτογραφία, οι αρχισυντάκτες της αμερικανικής εφημερίδας γέμισαν την πρώτη σελίδα με τα ονόματα 1.000 θυμάτων του νέου ιού, ο αριθμός των οποίων πλέον στη χώρα αγγίζει σχεδόν τις 100.000: «Δεν ήταν απλά ονόματα σε μια λίστα. Ήταν εμείς».
Η ελληνική οικονομία, όπως η παγκόσμια, έχει χτυπηθεί άγρια. Υπάρχουν οικογένειες που διαβιούν σε βουβή απόγνωση. Δεν είναι λίγοι οι επιχειρηματίες που αναθεματίζουν την καραντίνα: «Το κράτησαν πολύ». Τα μέτρα οικονομικής στήριξης που έλαβε η κυβέρνηση, όσο γενναία ή αποτελεσματικά και αν είναι, δεν μπορούν να εξαλείψουν τις συνέπειες ενός παρατεταμένου lockdown. Η οικονομία στην πραγματική ζωή είναι τόσο πολύπλοκη, που ούτε ο πλέον ικανός οικονομολόγος ή τεχνοκράτης δύναται να συλλάβει ή να αντιμετωπίσει.
Κρατάμε τις αποστάσεις, φοράμε μάσκα, πλένουμε τα χέρια, και ανάβουμε ένα κερί στο μπόι του Τσιόδρα και του Χαρδαλιά για την επαγρύπνηση και την καθοδήγηση. Τα υπόλοιπα με δουλειά, πειθαρχία και -για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό- αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στον εαυτό μας, θα τα βρούμε.
Τώρα πια ξέρουμε.