Οι υπουργοί συναγωνίζονται μεταξύ τους ποιος θα εφεύρει περισσότερους τρόπους για να ξοδέψει χρήματα. Το καλό σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ότι το κοινό δεν λέει ποτέ όχι στη γενναιοδωρία του κράτους. Το κακό είναι ότι το ίδιο αυτό κοινό εθίζεται σε αυτές τις πρακτικές και αντιδρά άσχημα στη συνέχεια, όταν τελειώσουν τα… τάλαρα. Διότι στον πραγματικό κόσμο τα χρήματα δεν είναι απεριόριστα και στο τέλος πάντα καλείται κάποιος να πληρώσει τον λογαριασμό.
Στην εποχή του covid η κυβέρνηση μοίρασε χρήματα επειδή έπρεπε να το κάνει. Σε διαφορετική περίπτωση οι επιπτώσεις θα ήταν χειρότερες και μάλιστα για τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα του πληθυσμού. Το θέμα είναι ότι όλη αυτή η επιδοματική πολιτική λειτούργησε κατά κάποιον τρόπο εθιστικά, τόσο για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις όσο και για τους πολιτικούς. Πράγματι ήταν ευεργετικές οι επιστρεπτέες προκαταβολές. Μόνο που το 2022 δεν θα υπάρξουν και οι επιχειρήσεις, για παράδειγμα, θα πρέπει να ζήσουν χωρίς αυτές και χωρίς πολλές απ’ αυτές να είναι βέβαιο ότι θα επανέλθουν στα επίπεδα του 2019.
Είναι σαφές ότι η Οικονομία δεν αντέχει άλλο στη λογική του «Τσοβόλα δωσ’ τα όλα». Η εξυπηρέτηση του χρέους μπορεί να είναι «εξασφαλισμένη», αλλά το χρέος, όπως διαμορφώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ, πλέον τρομάζει! Δεν υπάρχει κίνδυνος αν και εφόσον όλα πάνε καλά. Θα πάνε, όμως; Η κρίση στην αγορά ενέργειας έρχεται για να μας θυμίσει ότι οι εξελίξεις στην Οικονομία δεν είναι προβλέψιμες και ότι οι κρίσεις είναι ένα σημαντικό κομμάτι του παιγνιδιού, αν όχι το σημαντικότερο.
Προφανώς και οι κυβερνήσεις πρέπει να σπεύδουν να βρίσκουν τρόπους για να αντιμετωπίζονται έκτακτες κρίσεις. Αλλά δεν μπορεί να συνεχίσουμε να λειτουργούμε σαν να βρισκόμαστε σε μια διαρκή κρίση. Επειδή στο τέλος θα έχει τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επιδιώκουν οι ντυμένοι με στολή του Άι Βασίλη υπουργοί. Η χώρα έχει πραγματική ανάγκη από φιλελεύθερες πολιτικές που θα ανοίξουν την αγορά και όχι από πρακτικές που θυμίζουν κομματάρχες του 60. Και δεν είναι μόνο θέμα αντοχών της Οικονομίας (που είναι και αυτό στο τέλος), αλλά και εκπαίδευσης ενός ολόκληρου λαού.
Θανάσης Μαυρίδης