Ποια είναι η φυσιογνωμία της Νέας Δημοκρατίας; Αυτό το ερώτημα έχει απαντηθεί πολλάκις. Είναι ένα κόμμα της Κεντροδεξιάς. Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο. Τι είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Ένας εκσυγχρονιστής πολιτικός, με οικογενειακές καταβολές από το χώρο του Κέντρου. Και αυτή η απάντηση είναι αυτονόητη.
Επιπροσθέτως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μεγάλωσε σε οικογενειακό-πολιτικό περιβάλλον από το οποία έλειπαν τα αντιαριστερά ακούσματα. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν ανέκαθεν πολύ μετριοπαθής και φιλικός απέναντι στην Αριστερά, ακόμα και στη μετεμφυλιακή δεκαετία του 50, στην οποία κυριαρχούσε ο βιωμένος αντικομουνισμός. Μάλιστα, όπως διηγείτο ο ίδιος, ήταν από αυτούς που συνέβαλλαν, πέραν των άλλων λόγων, στον περιορισμό στο ελάχιστο του εμφυλίου πολέμου στην Κρήτη. Να υπενθυμίσω πως το 1989 σχημάτισε κυβέρνηση με δύο πολιτικούς ηγέτες της κομμουνιστικής Αριστεράς της γενιάς του εμφυλίου.
Συνεπώς, όταν προσεγγίζουμε πολιτικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όπως και την κυρία Ντόρα Μπακογιάννη, θα πρέπει να λαμβάνουμε υπ' όψη το προαναφερθέν πολιτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγάλωσαν, το οποίο δεν απαιτούσε καμιά ιδεολογική υπέρβαση.
Ο πρωθυπουργός έχει και ένα άλλο χαρακτηριστικό. Έχει μια διαχειριστική αντίληψη της εξουσίας, χωρίς δογματικές προκαταλήψεις, αλλά οι μεταρρυθμιστικές τομές είναι η στρατηγική του. Αν κρίνει πως είναι σκόπιμη μια κεϋνσιανή πολιτική θα την ακολουθήσει και με την ίδια ευκολία θα ακολουθήσει μια φιλελεύθερη οικονομική πολιτική, εφ' όσον οι συνθήκες το επιτρέψουν. Αυτό που προέχει είναι αποτελεσματικότητα και η διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Γνωρίζει άριστα το σκάφος που κουμαντάρει.
Και μέχρι στιγμής, δεδομένων των συνθηκών και των δυσκολιών, δεν τα πάει άσχημα. Εννοείται πως πάντα το καλύτερο είναι ο εχθρός του καλού -για να θυμηθώ και τον Εθνάρχη- αλλά οφείλουμε να είμαστε προσγειωμένοι. Σε συνθήκες πανδημίας τα μεταρρυθμιστικά βήματα είναι συγκρατημένα, ώστε να αποφευχθούν οι πρόσθετες εντάσεις.
Τα μεγάλα κόμματα πάντα κινούνται μέσα από συμβιβασμούς των τάσεων τους και με την τήρηση των απαραίτητων ισορροπιών. Όμως την τελική πινελιά τη βάζει πάντα ο ηγέτης τους. Αυτός, συνθέτοντας, έχει τον τελευταίο λόγο.
Το ίδιο συμβαίνει και στη Νέα Δημοκρατία σήμερα. Αν εξετάσουμε τη σύνθεση της κυβέρνησης και τις πολιτικές θέσεις της κρατικής μηχανής θα διαπιστώσουμε πως υπάρχει μια εκπροσώπηση όλων των τάσεων -γιατί τάσεις υπάρχουν- αλλά το πώς διαμορφώνονται αυτές οι ισορροπίες, αυτό το αποφασίζει ο πρωθυπουργός, ο οποίος και θα πιστωθεί τις επιτυχίες και θα χρεωθεί τις αποτυχίες. Έτσι λειτουργεί το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα, με δύο εξαιρέσεις. Τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Ανδρέα Παπανδρέου που ήταν οι πατριάρχες της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ και έμειναν στο εσωκομματικό απυρόβλητο.
Αυτή τη στιγμή όσοι ασκούν έσωθεν κριτική στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ουσιαστικά γκρινιάζουν. Δεν υπάρχει ένας πολιτικά αρθρωμένος αντίλογος στην ακολουθούμενη πολιτική. Και ούτε μπορεί να υπάρξει μια τέτοια «πλατφόρμα», όπως λένε οι αριστεροί, γιατί ο τρόπος άσκησης της εξουσίας από τον πρωθυπουργό είναι διαχειριστικός και μέχρι στιγμής λειτουργικός. Οι αλλαγές και οι μεταρρυθμίσεις, περιορισμένες, δεν έπληξαν την κοινωνική συνοχή. Όλη αυτή η ατμόσφαιρα αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις. Και ως γνωστόν ένα σύστημα που κερδίζει δεν το αλλάζεις, μέχρι να ξανακερδίσει.