Του Ανδρέα Λοβέρδου
Αν η αναθεώρηση του Συντάγματος δεν έχει επίκεντρο τον πολίτη και τα ζωτικά βιωτικά του ζητήματα, τότε αποδυναμώνεται σε μεγάλο βαθμό και η αξία και το νόημά της. Στο πλαίσιο αυτής της θεώρησης είναι αυτονόητο ότι αυτή η Βουλή έχει υποχρέωση να ενσκύψει με σοβαρότητα και περίσκεψη στην δυνατότητα που της δίνεται μέσα από την αναθεώρηση της παραγράφου 5 του άρθρου 16 έτσι ώστε να προχωρήσει στην χώρα μας η ίδρυση μη κρατικών και μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων.
Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 16 είναι ασφυκτικά περιοριστικό και αποκλείει μια ευρεία κατηγορία εκπαιδευτικών φορέων και δραστηριοτήτων από τον χώρο της εκπαίδευσης. Αυτό πρέπει να αλλάξει. Αδιαπραγμάτευτα. Το γεγονός ότι σε αυτή την αλλαγή ο ΣΥΡΙΖΑ αντιστέκεται σθεναρά αποσαφηνίζει ποιοι είναι πραγματικά προοδευτικοί στον χώρο του ελληνικού πολιτικού συστήματος, ποιοι πιστεύουν στον εκσυγχρονισμό και την πρόοδο, ποιοι ενθαρρύνουν και στηρίζουν την ελευθερία της απόκτησης γνώσης και ποιοι είναι προσκολλημένοι σε παρωχημένα ιδεολογικά και πολιτικά απολιθώματα.
Είναι περίπου αδιανόητο την ώρα που 37.484 ελληνόπουλα σπουδάζουν σε πανεπιστήμια του εξωτερικού να αναρωτιούνται κάποιοι εάν είναι σωστή και δίκαιη η αναθεώρηση του άρθρου 16 και ακόμη παραπέρα εάν το επίπεδο και η ποιότητα της ανώτατης εκπαίδευσης θα αναβαθμιστεί ή θα υποβιβαστεί με μια τέτοια απόφαση.
Και είναι ακόμη πιο αδιανόητο ότι εμφανίζονται στον δημόσιο διάλογο ορισμένοι εγκάθετοι και τοποθετούνται για το έργο και την αποστολή της Επιτροπής αναθεώρησης του Συντάγματος ενώ στην πραγματικότητα είναι παντελώς άσχετοι και με το αντικείμενο αλλά και με την σοβαρότητα της διαδικασίας. Είναι εξόχως χαρακτηριστικές για το ζήτημα του άρθρου 16 οι άστοχες, εμπρηστικές και σε επίπεδο τελευταίας ανάλυσης απαράδεκτες πρόσφατες δηλώσεις του Υπουργού Επικρατείας. Ας έχει υπόψιν του όμως ο κ.Βερναρδάκης ότι αρκετό κακό έχουν κάνει στη χώρα. Δεν αντέχει η κοινωνία άλλα λάθη και παραλείψεις τους. Και ασφαλώς δεν τα συγχωρεί όταν μάλιστα η μισαλλοδοξία και η ιδεοληψία τους απειλεί να πλήξει καίρια και το μέλλον των επόμενων γενιών.
Την απάντηση σε όλα αυτά βεβαίως την δίνουν οι επιδόσεις των πανεπιστημίων που βρίσκονται ψηλά στις λίστες με τα καλύτερα ιδρύματα παγκοσμίως αλλά και οι οικονομικοί δείκτες που συνδέονται με το ζήτημα της μετανάστευσης των Ελλήνων με σκοπό την εκπαίδευσή τους.
Το σλόγκαν «εμείς δεν θα ξεπουλήσουμε την Παιδεία» δεν πείθει κανέναν πλέον. Αντιθέτως εξοργίζει. Επιπλέον δε στην εφαρμογή του το μονοπώλιο του κράτους στην ανώτατη εκπαίδευση έχει υψηλότατο κόστος και στην οικονομία, αλλά και στο ανθρώπινο δυναμικό.
Εάν σε αυτή την Βουλή δεν προχωρήσουμε, τότε δύο πράγματα θα συμβούν. Πρώτον η άρνηση θα αποτελέσουν λυδία λίθο προοδευτικότητας και ορθολογισμού για τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας και δεύτερον και ασφαλώς πιο σημαντικό τα ελληνόπουλα θα έχουν χάσει ακόμη μία ευκαιρία για αμεσότερη πρόσβαση στη γνώση.
Όποιος αισθάνεται ότι έχει το πολιτικό και ηθικό δικαίωμα να αρνηθεί αυτή την δυνατότητα στα παιδιά και τις οικογένειές τους, εκείνος ας αναλάβει και την ευθύνη της άρνησης της αναθεώρησης του σχετικού άρθρου.