Των Αλέκου Κρητικού και Γιώργου Φλωρίδη*
«Σίγουρα ναι», θα ήταν η πιο πιθανή απάντηση μιας σημαντικής μερίδας Ελλήνων, όταν θα έβλεπαν τα στοιχεία που γράφουμε παρακάτω, οι οποίοι πιστεύουν ακράδαντα στην υπεροχή της φυλής μας και εμφορούνται από την πεποίθηση ότι «όλοι μάς χρωστάνε».
Ανεξάρτητα από το εάν, κάθε τόσο, στη διαδρομή της Ιστορίας μας, βρισκόμαστε να χρωστάμε σε πολλούς. Άλλωστε, επτά χρεοκοπίες σε διακόσια χρόνια ελεύθερου βίου της Ελλάδας, πιστοποιούν του λόγου το αληθές.
Γιορτάζουμε φέτος, με δικαιολογημένη περηφάνεια, τα διακόσια χρόνια από την έναρξη της Επανάστασης του 1821 που οδήγησε στην ανεξαρτησία της χώρας μας, λίγη, όμως, σημασία δίνουμε σε μια άλλη σημαντική επέτειο, αυτή των σαράντα χρόνων από την είσοδό μας στην τότε ΕΟΚ.
«Μα είναι ίσης αξίας;», θα μπορούσε πολύ λογικά να ρωτήσει κάποιος. Σίγουρα δεν είναι, γι’ αυτό και κανείς, στοιχειωδώς σοβαρός άνθρωπος, δεν θα διεκδικούσε ισάξιες εκδηλώσεις. Από αυτό το σημείο, όμως, μέχρι την απόλυτη αδιαφορία για το γεγονός, υπάρχει μεγάλη απόσταση.
Η επιλογή της ένταξης στην ΕΟΚ από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, αφού προηγήθηκε η σύνδεση της Ελλάδας το 1961 από τον ίδιο, εμπεριέχει και υπηρετεί μια μεγάλη στρατηγική ισότιμης συμμετοχής της χώρας μας σε μια ισχυρή πολιτική και οικονομική Ένωση, και ολοκληρώνει το βασικό τρίπτυχο στη νεότερη Ιστορία μας, «απελευθέρωση» (1821)- «μεγέθυνση» (1881-1912-1920-1947) - «ισχυροποίηση» (1961-1981-2000-σήμερα...).
Τη στρατηγική επιλογή της ένταξης στην ΕΟΚ, ακολούθησε μια επίσης σημαντική στρατηγική επιλογή, αυτή της ένταξης στην ΟΝΕ, από τον Κώστα Σημίτη. Τη δεκαετία του 1980 ο Ανδρέας Παπανδρέου, με την επιμονή που τον διέκρινε στη διεκδίκηση, πέτυχε τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα, τα οποία αποτέλεσαν τη βάση για τις πολιτικές συνοχής της Ένωσης.
Τα απολογιστικά στοιχεία, όσον αφορά τις οικονομικές μας απολαβές από τη συμμετοχή μας στην ΕΟΚ/ΕΕ αυτά τα σαράντα χρόνια, είναι εντυπωσιακά: οι συνολικές εισπράξεις ανέρχονται σε 183 δισεκατομμύρια ευρώ (χωρίς πληθωριστικές προσαρμογές) και προέρχονται κυρίως από τις πολιτικές συνοχής και από την Κοινή Αγροτική Πολιτική. Την εικοσαετία 2000-2019, οι απολαβές της χώρας μας ήταν 10.572 ευρώ ανά κάτοικο, στην πρώτη θέση μεταξύ όλων των κρατών-μελών, με δεύτερη την Ιρλανδία με 50% λιγότερες εισπράξεις.
Την περίοδο των σαράντα χρόνων, η δική μας συμμετοχή στους προϋπολογισμούς της ΕΟΚ/ΕΕ, ήταν 44 δισεκατομμύρια Ευρώ. Δηλαδή, μια καθαρή θέση περίπου 140 δισεκατομμυρίων Ευρώ !
Όμως, στην πραγματικότητα και αυτή η συμμετοχή μας με 44 δισεκ. Ευρώ, προέκυψε ως επιπλέον όφελος για τη χώρα μας, από τη λειτουργία της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, η οποία σύμφωνα με τη μελέτη του Διεθνούς Ινστιτούτου Bertelsmann, παρέχει στην ΕΕ συνολικό όφελος 461 δισεκατομμυρίων ευρώ κάθε χρόνο, από τα οποία αντιστοιχούν στην Ελλάδα περίπου 4 δισεκ. Ευρώ. Άρα και αυτά που πληρώσαμε, προέκυψαν από το επιπλέον όφελος της συμμετοχής μας στην ενιαία αγορά. Επομένως, τα 183 δισεκατομμύρια ευρώ των συνολικών μας εισπράξεων είναι καθαρά.
Επανερχόμενοι, λοιπόν, στο ερώτημα του τίτλου «τελικά, είναι κουτόφραγκοι;», η δική μας απάντηση είναι «ευτυχώς όχι!».
Οι πολιτικοί που συνέλαβαν τη δημιουργία της ΕΟΚ, είχαν στο μυαλό τους πολύ πιο σημαντικά πράγματα, από τους καθαρούς οικονομικούς λογαριασμούς. Η Ευρώπη έβγαινε κατεστραμμένη από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, χωρίς καν να προλάβει να επουλώσει τις πληγές της από τον πρώτο.
Έπρεπε να δημιουργηθούν συνθήκες μόνιμης ειρήνης και ανάπτυξης και η βάση γι’ αυτά ήταν να τεθούν υπό σχετικά κοινή διαχείριση, στα πλαίσια μιας ελεύθερης αγοράς, οι βασικοί πλουτοπαραγωγικοί της πόροι. Έτσι, από την Ένωση Άνθρακα και Χάλυβα, φτάσαμε στην ΕΟΚ και στη συνέχεια στην ΕΕ. Αυτά εξελίχθηκαν ως ένα από τα ευγενέστερα δημιουργήματα στη νεότερη ιστορία της Ευρώπης, αλλά και του κόσμου.
Οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί, έδωσαν βάθος στη δημοκρατία, στην προστασία των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, στις συνθήκες ασφάλειας και προστασίας των εργαζομένων, στην ανάπτυξη του κοινωνικού κράτους, στην προστασία του περιβάλλοντος, ενώ οι ευρωπαϊκοί λαοί έζησαν συνθήκες πρωτοφανούς ευημερίας σε περιβάλλον ειρήνης και ασφάλειας.
Η Ελλάδα, έγινε μέτοχος όλης αυτής της εξέλιξης. Άλλαξε κυριολεκτικά την όψη της και από μια φτωχή χώρα του ευρωπαϊκού περιθωρίου, έφτασε στις 40 πιο προηγμένες του κόσμου. Βίωσε πλουσιοπάροχα την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, την οποία είδε ξανά έμπρακτα όταν χρεοκόπησε το 2010 και την βλέπει και τώρα με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, η κατανομή των οποίων ανά κάτοικο, την κατατάσσει πρώτη μεταξύ όλων των κρατών της ΕΕ.
Κάποιοι θα σπεύσουν να θέσουν το ερώτημα «χρησιμοποιήσαμε όλα αυτά τα χρήματα όπως έπρεπε;». Η απάντηση, παρότι δεν είναι απλή, θα μπορούσε να είναι «στο μεγαλύτερο μέρος τους, ναι». Όπου η χρήση τους δεν ήταν σωστή, αυτό οφείλεται αποκλειστικά στις δικές μας αδυναμίες και επιλογές, πολιτικού συστήματος και κοινωνίας.
Σε κάθε περίπτωση, ο απολογισμός συνιστά ένα διαρκές success story. Το οποίο παραλίγο να χαθεί στο δημοψήφισμα του 2015. Αλλά, ευτυχώς, συνεχίζεται…
* Ο Γιώργος Φλωρίδης είναι πρώην υπουργός, ενώ ο Αλέκος Κρητικός είναι πρώην ΓΓ στα υπουργεία Ανάπτυξης και Εσωτερικών, Ειδικός Σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ