Της Μαίρης Βενέτη
Το Βερολίνο εξέδωσε χτες το πρώτο 30ετές ομόλογο με μηδενικό κουπόνι, δίνοντας την εκπληκτική δυνατότητα στην κυβέρνηση να αναχρηματοδοτήσει κάποια από τα παλαιότερα ομόλογα της στις σημερινές απίστευτα χαμηλές τιμές.
Η απόδοση διαμορφώθηκε στο -0,11% αλλά λόγω εξαιρετικά χαμηλής ζήτησης, αντλήθηκαν 824 εκατ. ευρώ.
Δεν ήταν η πρώτη φορά βέβαια που οι επενδυτές πλήρωσαν τη Γερμανία έναντι να τη δανείσουν, καθώς η χώρα έχει ξαναπωουλήσει χρέος με 0% κουπόνι ,αλλά μόνο σε τίτλους ωρίμανσης μέχρι 10 έτη.
Η χαμηλή ζήτηση ήταν βέβαια αναμενόμενη, καθώς το να αγοράσεις ένα προϊόν με μηδέν κουπόνι και να λάβεις λιγότερα μετά από 30 χρόνια από αυτά που έδωσες, αν μη τι άλλο δεν μοιάζει και με την πιο ελκυστική τοποθέτηση.
Από την άλλη, η πραγματικότητα των αρνητικών επιτοκίων οριοθετεί αυτή τη στιγμή από την ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μια βάση επιτοκίου -0,4%, με τις προοπτικές να γίνει από 12 Σεπτεμβρίου -0,6%. Από αυτή την οπτική γωνία, μια απόδοση στο μηδέν σε ένα ομόλογο ιδιαίτερα ασφαλούς κράτους ίσως δείχνει συμπαθητική.
Νέα ήθη και έθιμα αλλά και ρίσκα
Περίπου το ? του χρέους που έχει εκδοθεί από κυβερνήσεις και επιχειρήσεις ανά τον κόσμο, διαπραγματεύεται σήμερα με αρνητικές αποδόσεις.
Τι σημαίνει αυτό;
Ότι όσοι αγοράζουν σήμερα αυτά τα ομόλογα, αν κρατήσουν τον τίτλο μέχρι την ωρίμαση του, τότε το κουπόνι και το κεφάλαιο στη λήξη θα είναι λιγότερα απ'αυτά που πλήρωσαν. Στην ουσία πληρώνουν τον εκδότη του ομολόγου, έναντι να έχουν τοποθετημένα τα χρήματα τους.
Τα αρνητικά επιτόκια δεν είναι μια καινούργια ιστορία. Εμφανίστηκαν αρχικά πριν είκοσι χρόνια στην Ιαπωνία για να κατακτήσουν μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση σχεδόν όλη την ευρωπαϊκή επικράτεια.
Εν συνεχεία, οι διψασμένοι για απόδοση επενδυτές αναγκάστηκαν να στραφούν σε ομόλογα άλλων χωρών, με αποτέλεσμα η υψηλή ζήτηση να οδηγήσει χαμηλότερα το κόστος δανεισμού όχι μόνο για τα κρατικά ομόλογα των αναδυομένων και άλλων περιοχών, αλλά και για τα εταιρικά ομόλογα.
Έτσι φτάσαμε στο σήμερα, με μεγάλα τμήματα της αγοράς εταιρικών ομολόγων να τελεί υπό διαπραγμάτευση με εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια ή και αρνητικά, συμπεριλαμβανομένων των τμημάτων της αγοράς που ονομάζονται «σκουπίδια», τα λεγόμενα junk bonds.
(σ.σ : Όσο υψηλότερος είναι ο κίνδυνος αθέτησης για ένα ομόλογο, τόσο χαμηλότερη είναι η βαθμολογία του. Αυτό που καθιστά τα junk bonds ελκυστικά για τους επενδυτές, είναι, ότι παρόλο που έχουν υψηλότερο κίνδυνο αθέτησης, συνήθως πληρώνουν υψηλότερες αποδόσεις από τα ομόλογα ανώτερης ποιότητας).
Το να αναλαμβάνεις όμως ολοένα και μεγαλύτερο κίνδυνο για ολοένα και μικρότερη απόδοση είναι ένα εξαιρετικά επικίνδυνο παιχνίδι.
Από την άλλη, το να υποβάλλεις τα κεφάλαια σου στο κόστος των τιμωρητικών αρνητικών επιτοκίων, έναντι να έχεις τοποθετήσει τα χρήματα σου κάπου που εμπιστεύεσαι, έχει και αυτό ένα όριο.
Ήδη οικονομίες όπως η Ελβετία κινούνται με αρνητικά επιτόκια πέριξ του -0,75%, με τους μεγαλοκαταθέτες πολλών ελβετικών τραπεζών να υφίστανται υψηλές χρεώσεις έναντι απλώς να φυλάξουν τα χρήματα τους.
Από κάποιο σημείο και μετά, το λογικό είναι ότι οι περισσότεροι θα προτιμήσουν να κλειδώσουν τα μετρητά τους σε ένα θησαυροφυλάκιο.
Μέχρι τότε, οι περισσότεροι επενδυτές αρκούνται στο γεγονός ότι μπορεί οι αποδόσεις των ομολόγων να είναι σε ιστορικά χαμηλά, αλλά τουλάχιστον έχουν αποζημιωθεί στην αποτίμηση της θέσης τους, καθώς οι τίτλοι αυτοί κάνουν ράλι.
Τα κέρδη όμως δεν είναι κατοχυρωμένα μέσα από μια αποτίμηση θέσης, αλλά μόνο αν προλάβεις να πουλήσεις στη δευτερογενή αγορά σε υψηλότερη τιμή από αυτή που αγόρασες.
Το πρόβλημα λοιπόν που αναδύεται είναι το εξής: Τι θα γίνει αν μια διεθνής αναταραχή σβήσει αυτά τα κέρδη πριν προλάβεις να πουλήσεις και αναγκαστείς να περιμένεις τη λήξη τίτλων με μηδενικά κουπόνια ή ακόμα χειρότερα, τίτλων με υψηλές πιθανότητες αθέτησης;
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή, ή προτροπή για αγορά ή πώληση των αναφερομένων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται, βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δεν δίνεται ότι είναι ακριβείς ή πλήρεις και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.