Του Γιάννη Παντελάκη
Διαβάζω ότι το εγχείρημα της κεντροαριστεράς κινδυνεύει να τιναχτεί στον αέρα! Αιτία, ότι δεν υπάρχει ταύτιση απόψεων μεταξύ των ηγεσιών ΠΑΣΟΚ και Ποταμιού για τον τρόπο σύμπλευσης. Δεν γνωρίζω λεπτομέρειες για όλα αυτά, είναι η αλήθεια. Για τις προσπάθειες πολιτικής συγκόλλησης δηλαδή, των δυο αυτών και κάποιων άλλων μικρότερων σχημάτων. Αυτό που γνωρίζω είναι, πως η πολιτική επιβίωση ενός χώρου, δεν μπορεί να βασίζεται σε αριθμητικές πράξεις. Δεν θα έχει καμία τύχη.
Το άθροισμα των ποσοστών των δυο κομμάτων, δεν σημαίνει απαραίτητα μεγέθυνση του χώρου και καλύτερη εκπροσώπηση της κεντροαριστεράς. Παράλληλα, για να πείσουν ευρύτερες ομάδες ότι ο όρος κεντροαριστερά μπορεί να είναι ελκυστικός, θα πρέπει να τον προσδιορίσουν. Και ο προσδιορισμός αυτός να έχει ένα ουσιαστικό περιεχόμενο, μια πολιτική πρόταση διακυβέρνησης διακριτή από όσες υπάρχουν και πειστική για όσους έχουν απογοητευτεί από αυτές.
Δεν ισχυρίζομαι πως κάτι τέτοιο είναι εύκολο. Το αντίθετο. Ιδιαίτερα όταν ζούμε σε μια χώρα όπου ο βασικός κυβερνητικός εταίρος, ασκεί μια ακραία μονεταριστική πολιτική, διατηρεί ανέπαφα όλα τα συντηρητικά χαρακτηριστικά κοινωνίας και κράτους και παρ' όλα αυτά, αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερός και προοδευτικός! Και παράλληλα όταν, το παραδοσιακά συντηρητικό κόμμα της χώρας, αναζητεί την χαμένη του ταυτότητα με παλινωδίες και έντονες διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό του τις οποίες επιχειρεί να καλύψει απλά αντιπολιτευόμενο τον ΣΥΡΙΖΑ και με απουσία εναλλακτικής πρότασης.
Τα μνημόνια και ιδιαίτερα η διαχείρισή τους, ήρθαν να αμβλύνουν με εντυπωσιακό τρόπο τις όποιες διαφορές υπήρχαν μεταξύ ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., των δυο κομμάτων εξουσίας έως τις αρχές του 2015. Από την μια πλευρά απελευθέρωσαν διάφορες δυνάμεις που υπήρχαν στο εσωτερικό τους και οι οποίες μετανάστευσαν πολιτικά σε διάφορους χώρους (από το ΠΑΣΟΚ προς τον ΣΥΡΙΖΑ το μεγάλο κομμάτι, από την Ν.Δ. προς Χρυσή Αυγή και ΑΝΕΛ το αντίστοιχο), από την άλλη, διαχειρίστηκαν τα μνημόνια με παρόμοιο τρόπο. Ως μονόδρομο για έξοδο από την κρίση. Χωρίς δική τους ισχυρή παρέμβαση που θα άμβλυνε τις όποιες επιπτώσεις ή θα δημιουργούσε ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης για την χώρα, το οποίο θα αντικαθιστούσε το ήδη χρεοκοπημένο.
Την ίδια στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ στηριζόμενος σε έναν αντιμνημονιακό λόγο, έχτιζε μια υποτίθεται διαφορετική πρόταση η οποία ωστόσο δεν είχε καμία ρεαλιστική βάση. Υιοθετούσε άκριτα όλες τις αντιμνημονιακές κορώνες αρκεί αυτές να έφεραν πολύτιμες ψήφους για να κερδίσει την εξουσία. Και όταν το κατάφερε, όχι απλά προσχώρησε με απόλυτο τρόπο στον ίδιο δρόμο που είχαν ακολουθήσει οι προηγούμενοι, αλλά χρησιμοποιήθηκε από τους δανειστές και ως ο καταλληλότερος για να εφαρμόσει ακόμα και τις προβλέψεις των δυο πρώτων μνημονίων που δεν είχαν εφαρμόσει (για λόγους πολιτικού κόστους), οι προηγούμενοι. Όλα αυτά συνέβησαν και συμβαίνουν με ελάχιστες κοινωνικές αντιδράσεις, ο λαϊκισμός και η δημαγωγία του ΣΥΡΙΖΑ, ουσιαστικά ευνούχισαν την ίδια την κοινωνία.
Ωστόσο το πρόβλημα με την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, δεν περιορίζεται στις πολιτικές του στην οικονομία. Όχι απλά δεν προώθησε αλλαγές που θα εκσυγχρόνιζαν το κράτος και θα έφερναν πιο κοντά την Ελληνική πραγματικότητα με εκείνη των άλλων Ευρωπαϊκών χωρών, αλλά ενσωματώθηκε απόλυτα με εξωθεσμικές μορφές εξουσίας. Το παράδειγμα της απόλυτης συμπόρευσης με την ιεραρχία είναι ενδεικτικό, το παράδειγμα για προσπάθεια δημιουργίας της δικής του μιντιακής διαπλοκής, το ίδιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ πια, συμπεριφέρεται σαν ένα παραδοσιακό κόμμα εξουσίας που κάνει ό,τι απαιτείται για να διατηρηθεί σε αυτήν, ακόμα και αναπαράγοντας τις χειρότερες μεταπολιτευτικές εκφράσεις των δυο κομμάτων που κυριάρχησαν. Και με μερικές «πινελιές» υποτιθέμενων διαφοροποιήσεων, επιχειρεί να δημιουργήσει διαχωριστικές γραμμές από τους συντηρητικούς κάθε λογής.
Αυτή την πραγματικότητα καλείται να αντιμετωπίσει η αυτοαποκαλούμενη κεντροαριστερά. Και απέναντι σε αυτήν, να ανακαλύψει όσο αυτό είναι εφικτό, μια διαφορετική πρόταση για την χώρα. Πως μπορεί να επιτευχθεί αυτό, αποτελεί ένα ζητούμενο. Ιδιαίτερα σε μια Ευρώπη στην οποία οι συγγενείς χώροι βιώνουν σημαντικές ήττες κυρίως λόγω της απόλυτης επικράτησης της ελεύθερης αγοράς.
Ωστόσο, αυτό πρέπει να κάνει ως συνταγή επιβίωσης. Να δώσει νόημα σε έναν πολύπαθο πολιτικό προσδιορισμό που χρησιμοποιήθηκε στην νεότερη πολιτική μας ιστορία. Τι θα πει κεντροαριστερά; Όταν κάποιοι απαντήσουν σ' αυτό, τότε εύκολα θα ξεπεραστούν και προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες ηγεμόνευσης του χώρου και εκκρεμότητες του παρελθόντος...