Από το 1942 που ο κόσμος πέθαινε στους δρόμους της κατοχικής Αθήνας εξ αιτίας της έλλειψης τροφίμων, έχουν περάσει εβδομήντα επτά χρόνια. Τρεις γενιές, αν υιοθετήσουμε το συμβατικό εισιπεντάχρονο ως το χρονικό ορόσημο μιας γενιάς. Το σύνδρομο της κατοχής όμως δεν καταλαβαίνει από εικοσιπενταετίες. Αναγεννιέται από γενιά σε γενιά όπως ο μυθικός Φοίνικας.
Πάνω που τον βλέπουμε γέρο και ετοιμοθάνατο, το χούφταλο αυτοαναφλέγεται με αφορμή κάποια κρίση και μέσα στις στάχτες του ξαναεμφανίζεται το αβγό. Που μόλις ξεπετάξει το φρέσκο πουλάκι, αυτό απλώνει τις φτερούγες του και ορμά κρώζοντας με μανία στο κοντινότερο σούπερ μάρκετ. Αρπάζει το καρότσι και το γεμίζει ως απάνω με φακές, φασόλια, ρεβίθια, αλεύρια, ζάχαρες και παξιμάδια. Να χει να φάει όταν πέσει πείνα.
Κι εγώ που νόμιζα ότι ο Έλληνας τρώει μόνο κρέας και μάλιστα χείριστης ποιότητας, διαπιστώνω έκπληκτος ότι ο γείτονας μου ξεφορτώνει από τα αμάξι επτά κιλά φακές, πέντε κιλά γίγαντες, πέντε κιλά ρεβίθια, δέκα σακούλες ρύζι, τριάντα χαρτιά μακαρόνια, είκοσι τοματοπελτέδες, επτά κιλά αλεύρι, δυο πεντόκιλα λάδι, δέκα σακούλες παξιμάδια, έξι σακούλες κουλουράκια και εννιά κιλά ζάχαρη. «Μα καλά, αυτός σκέτο τον πίνει τον καφέ του» σκέφτομαι έκπληκτος, βλέποντας τον να κρατά την ζάχαρη με περίσσεια προσοχή λες και μεταφέρει νιτρογλυκερίνη.
Αν είχε πάρει σβάρνα τα φαρμακεία ψάχνοντας μάσκες, κατά κάποιο τρόπο θα τον καταλάβαινα. Αν είχε γεμίσει το αμάξι με αντισηπτικά, οινοπνεύματα και μαντηλάκια απολύμανσης, άντε να τον δικαιολογούσα (αν και ξέρω τι βρωμιάρης είναι στην καθημερινότητα του). Αλλά το όσπριο γιατί το καταχωνιάζει; Σ’ έναν μήνα τα ζουζούνια θα κάνουν πάρτι στο ντουλάπι της κουζίνας του. Και τόση ζάχαρη τι την θέλει, διαβητικός άνθρωπος; Το αλεύρι πάλι, τι το κουβάλησε; Θα βάλει την γυναίκα του να ζυμώνει ψωμί ή να του φτιάχνει τηγανίτες;
Αμ το ρύζι; Κινέζος είναι; Αν φάει τόσο ρύζι θα στουμπώσει. Άσε τα παξιμάδια. Ούτε φούρνος δεν έχει τόσα στα ράφια του. Μα καλά, όλοι εκεί μέσα δεν διατυμπανίζουν ότι κάνουν δίαιτες και διατροφές; Τώρα γιατί το αποθήκευσαν τόσο αποξηραμένο ψωμί; Μήπως θα το βουτάνε στο λάδι; Δυο πεντόκιλα λάδι πήραν, τι διάολο, την πολιορκία του Χάνδακα από τους Τούρκους που κράτησε 29 χρόνια περιμένουν ότι θα επαναλάβει ο κορονοϊός; Διότι μια φορά που μας κάλεσαν σπίτι τους, με το βαποριζατέρ έριχναν λάδι στην σαλάτα, «κάθε φφφστ μια θερμίδα μετρημένη», έτσι μας είπαν. Τώρα θα το ρίξουν στο λαδόψωμο οικογενειακώς;
Είμαστε γελοίοι. Ακόμα και οι πανικοί μας είναι για τα πανηγύρια, οργανική συνέχεια της κοιλάρας μας και των γεμάτων σπλαχνικό λίπος εντοσθίων μας. Όλα τα έζησα, να δω τώρα και μουστοκούλουρα να πουλιούνται στην μαύρη αγορά λόγω κορονοϊού κι ας πεθάνω…