Του Μιχάλη Γκλεζάκου *
Συμπληρώθηκαν 40 χρόνια από τότε που η Κίνα εγκατέλειψε τα αποτυχημένα μοντέλα παραγωγής-διανομής των αγαθών και ξανοίχτηκε στην ελεύθερη αγορά. Μέσα σε αυτές τις 4 δεκαετίες, μεταμορφώθηκε από σταχτοπούτα σε πριγκίπισσα: Έγινε η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο.
Προσπαθώντας να καταγράψεις τα πρωτοφανή ρεκόρ που πέτυχε αυτή η χώρα μέσα σε 40 χρόνια, δεν ξέρεις από πού να αρχίσεις και που να τελειώσεις:
Κατ αρχήν, το εθνικό της εισόδημα αυξήθηκε από 150 δις $ (1978) σε 12.240 δις $ (2017), δηλαδή μεγάλωσε 82 φορές! Για να πάρουμε μια ιδέα από αυτή την εξωπραγματική επίδοση, αρκεί να σκεφτούμε ότι αν την είχαμε εμείς, το εθνικό μας εισόδημα θα είχε φτάσει 3.590 δις $, όσο δηλαδή το άθροισμα των ΑΕΠ της Γαλλίας, της Ολλανδίας και της Πορτογαλίας και ότι στον κάθε Έλληνα θα αντιστοιχούσαν 342.000 $ ετησίως (έναντι 19.000 που είναι σήμερα)!
Ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας ήταν 16πλάσιος από εκείνον της Ιαπωνίας και της Γερμανίας και 10πλάσιος από εκείνον των ΗΠΑ, της Ελβετίας, του Καναδά και της ΕΕ.
Το 1978, το ΑΕΠ της Κίνας ήταν ίσο με το ΑΕΠ της Ολλανδίας, ενώ σήμερα είναι ίσο με το άθροισμα των ΑΕΠ Ολλανδίας, Γαλλίας, Γερμανίας, Ιταλίας, Ελβετίας και Ινδίας (η τελευταία έχει σχεδόν τον ίδιο πληθυσμό με την Κίνα).
Το κατά κεφαλή εθνικό εισόδημα είναι σήμερα, στην Κίνα, 8.800 δολάρια έναντι 150 δολάρια του 1978, δηλαδή αυξήθηκε 58 φορές! Η αντίστοιχη αύξηση για τους κατοίκους των ΗΠΑ, της Γερμανίας, της Ιαπωνίας, της Ολλανδίας, της Ελβετίας, της Γαλλίας, του Καναδά και της Ιταλίας ήταν 5 φορές. Με άλλα λόγια, το εθνικό εισόδημα που αντιστοιχεί σε κάθε Κινέζο αυξήθηκε με 12πλάσια (!!!) ταχύτητα απ ότι το εισόδημα των πολιτών των περισσότερο ανεπτυγμένων χωρών του κόσμου. Βέβαια, το κατά κεφαλή ΑΕΠ της Κίνας εξακολουθεί να βρίσκεται χαμηλά, όμως με την ταχύτητα που αυξάνεται είναι θέμα χρόνου να κλείσει σημαντικά αυτή η ψαλίδα.
Εύλογα γεννιέται η απορία, «τι παραπάνω έχουν οι Κινέζοι και καταφέρνουν να κάνουν τέτοια θαύματα». Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι πρόκειται για έναν έξυπνο και πειθαρχημένο λαό, με μεγάλη ιστορία. Όμως αυτό δεν αρκεί. Γιατί, αυτά τα χαρακτηριστικά τα είχαν και στις προηγούμενες χιλιετίες, αλλά δεν κατάφεραν ποτέ τόσο εκπληκτικές επιδόσεις στον οικονομικό τομέα. Μήπως λοιπόν ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός «έδεσε» με κάποιες συγκυρίες και κάποια δεδομένα αυτής της απέραντης χώρας και έγινε ο «αέρας στα πανιά της»; Η απάντηση είναι αναμφίβολα θετική.
Ας δούμε όμως πιο προσεκτικά τι έγινε.
Όπως είναι γνωστό, στην καπιταλιστική οικονομία, για την παραγωγή κάθε προϊόντος και κάθε υπηρεσίας χρειάζονται εργασία, υλικά και κεφάλαιο. Ότι άλλο χρησιμοποιηθεί είναι, σε τελική ανάλυση, μια σύνθεση αυτών των τριών στοιχείων, τα οποία είναι γνωστά ως «συντελεστές παραγωγής». Άρα, για να είσαι ανταγωνιστικός, δηλαδή για να έχεις χαμηλό κόστος και επομένως να μπορείς να πουλάς τα προϊόντα σου, θα πρέπει να περιορίσεις το άθροισμα «αμοιβή της εργασίας + κόστος υλικών + κόστος κεφαλαίου» ανά παραγόμενη μονάδα προϊόντος.
Όμως, το κόστος εργασίας συνδέεται με την αμοιβή των εργαζομένων, η οποία με τη σειρά της καθορίζει το επίπεδο ζωής τους. Επίσης, η απόληψη υλικών από τη φύση, οι καλλιέργειες κλπ συνδέονται στενά με την κατάσταση του περιβάλλοντος. Όσο περισσότερο προστατεύεις το περιβάλλον, τόσο περισσότερο περιορίζεις την παραγόμενη ποσότητα υλικών (ή αυξάνεις το κόστος αποκατάστασης του περιβάλλοντος).
Στις δυτικές δημοκρατικές χώρες, πάντοτε υπήρχε πίεση από την κοινωνία, τα εργατικά συνδικάτα κλπ για τον καθορισμό ενός κάτω ορίου αμοιβής, ώστε να αποτρέπεται η εξαθλίωση των εργαζομένων. Επίσης, με τον καιρό αναπτύχθηκε ένα κίνημα προστασίας του περιβάλλοντος που τις ανάγκασε να θέσουν κάποιους περιοριστικούς κανόνες για τις επιχειρήσεις. Για τους πιο πάνω λόγους, το άθροισμα του κόστους εργασίας και του κόστους των υλικών ακολουθούσε αυξητική τάση κατά τα τελευταία 40 χρόνια, παρά την ενίσχυση της παραγωγικότητας της εργασίας από την πρόοδο της τεχνολογίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, έρχεται η κινεζική ηγεσία να προσχωρήσει στον καπιταλισμό, κατεβάζοντας δραματικά τον πήχη κοινωνικής και περιβαλλοντικής προστασίας: Ασήμαντη αμοιβή, απαράδεκτοι όροι εργασίας, ανύπαρκτη προστασία περιβάλλοντος. Με τέτοια δεδομένα, όσο φτηνά και να πουλάς, μένει ένα μεγάλο περιθώριο για την αμοιβή του τρίτου συντελεστή παραγωγής, δηλαδή του κεφαλαίου. Όπως ήταν φυσικό λοιπόν, ένα πλήθος δυτικών επιχειρήσεων έσπευσαν να τοποθετήσουν κεφάλαια σε παραγωγικές δραστηριότητες στην Κίνα, μεταφέροντας και την αντίστοιχη τεχνογνωσία.
Έτσι, η Κίνα άρχισε πολύ γρήγορα να προμηθεύει όλο τον κόσμο, αρχικά με φτηνά προϊόντα πάσης φύσεως και στη συνέχεια με ένα μείγμα προϊόντων που εμπεριέχει και προϊόντα υψηλής τεχνολογίας.
Με άλλα λόγια, η κινεζική ηγεσία μεταχειρίστηκε τους πολίτες και το περιβάλλον της χώρας της ως αναλώσιμα είδη και τα διέθεσε στους επενδυτές της Δύσης «για κάθε χρήση», με στόχο την προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων. Προφανώς, το μεγάλο έλλειμμα δημοκρατίας της χώρας αυτής δεν άφηνε στην κινεζική κοινωνία περιθώρια αντίδρασης.
Τι άλλο χρειαζόταν για να γίνει η Κίνα το νέο καπιταλιστικό Eldorado και να αρχίσουν να καταφθάνουν καραβάνια επενδυτών σε διαρκή ροή; Η Δύση απολάμβανε επί δεκαετίες τα φθηνά κινέζικα προϊόντα και τις μεγάλες αποδόσεις των επενδυμένων κεφαλαίων της. Αυτή η ευφορία δεν της επέτρεψε να αντιληφθεί έγκαιρα τη συρρίκνωση του παραγωγικού της δυναμικού και το κλείσιμο της ψαλίδας της τεχνολογικής υπεροχής της.
Όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, σήμερα η Κίνα των 1.400 εκατομμυρίων, έχει δουλειά για όλους (για την ακρίβεια, απασχολεί και 170 εκατομμύρια ξένους). Μάλιστα στην ανησυχία πολλών επιχειρήσεων που βλέπουν να εξαντλείται το ανθρώπινο δυναμικό και να ανεβαίνουν οι μισθοί, η κινεζική ηγεσία απαντά ότι κάθε χρόνο η προσφορά εργασίας θα ενισχύεται από 25 εκατομμύρια κατοίκους αστικών περιοχών και πολλούς ακόμη από τις αγροτικές περιοχές.
Δυστυχώς το παραμύθι της Σταχτοπούτας, στην κινέζικη εκδοχή της, δεν έχει happy end για τον δυτικό κόσμο και ιδιαίτερα για την Ευρώπη. Αντίθετα, έχει δράκο, με τον οποίο όμως θα ασχοληθούμε σε επόμενο άρθρο.
* Ο Μιχάλης Γκλεζάκος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς