Σαν σήμερα δολοφονήθηκε ο Θάνος Αξαρλιάν από την 17 Νοέμβρη, από το χέρι του Κουφοντίνα. Όπως αποκάλυψε ο συνεργός του Βασίλης Τζωρτζάτος, είχαν συμφωνήσει το κτύπημα να δοθεί αν ο Παλαιοκρασσάς ήταν μόνος του και αν δεν υπήρχε περίπτωση να τραυματιστεί ή να σκοτωθεί κάποιος περαστικός, με δεδομένο ότι όλη η επιχείρηση θα γινόταν σε πολυσύχναστο δρόμο (Καραγιώργη Σερβίας). Το κτύπημα έγινε παρ' όλο που ο τότε υπουργός Οικονομικών συνοδευόταν από τη σύζυγο του και την 14χρονη ανιψιά τους. Νεκρός έπεσε στις 14 Ιουλίου 1992 ο φοιτητής Θάνος Αξαρλιάν, περαστικός από το σημείο.
Όταν ο Β. Τζωρτζάτος ρώτησε τον Κουφοντίνα γιατί δεν ανέβαλε το κτύπημα, αυτός του είπε: «Δε γινόταν να αναβληθεί πάλι η ενέργεια. Με πίεζε η γυναίκα μου να φύγουμε διακοπές».
Σε μια κανονική χώρα, με φυσιολογικούς ανθρώπους, αυτή η δολοφονία θα σήμαινε την ηθική καταδίκη της τρομοκρατίας. Και η αποκάλυψη του Τζωρτζάτου θα έπρεπε να οδηγήσει τον Κουφοντίνα σε μια πλήρη καραντίνα. Ιδεολογική, πολιτική, κοινωνική.
Επειδή ως γνωστόν δεν είμαστε μια κανονική χώρα και ένα κομμάτι των πολιτών δεν έχει φυσιολογικές εγκεφαλικές λειτουργίες, ο δολοφόνος βρίσκει βήμα για να αρθρογραφεί, βρίσκει οπαδούς που διαδηλώνουν για τα αιτήματα του, συλλογικότητες που υιοθετούν τις απόψεις του και πολιτικούς κόμματος του ελληνικού κοινοβουλίου που του αναγνωρίζουν αγνές προθέσεις.
Φαίνεται πως όλοι αυτοί έχουν αποδεχτεί την άποψη των δολοφόνων της 17 Νοέμβρη πως ο Θάνος Αξαρλιάν ήταν μια «παράπλευρη απώλεια». Και νομίζουν πως το θέμα έκλεισε με τις δύο αυτές λέξεις. Είναι γνωστό πως η ελληνική κοινή γνώμη δεν ευαισθητοποιήθηκε καθόλου για τη δράση της εγκληματικής οργάνωσης. Ουδεμία μαζική διαμαρτυρία έγινε για έναν απλό λόγο. Οι δράστες ανήκαν στην Αριστερά και επικράτησε η αντίληψη πως τα θύματα «κάτι θα έκαναν». Δεν μπορεί οι αριστεροί να δολοφονούν στη μέση του δρόμου χωρίς να υπάρχει αιτία!
Έτσι οι προκηρύξεις με τις οποίες αναλάμβανε την ευθύνη των δολοφονιών η οργάνωση, γίνονταν αποδεκτές από ένα κομμάτι της Αριστεράς που κρατούσε ανοικτή γραμμή επικοινωνίας με τους «εν όπλοις συντρόφους». Το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς στην προκειμένη περίπτωση έπαιρνε τη μορφή των «αγνών ιδανικών» που εκφραζόταν με λάθος τρόπο. Οι δολοφόνοι αντιμετωπιζόταν ως παραστρατημένοι αγωνιστές και όχι ως κατά συρροή φονιάδες του κοινού ποινικού δικαίου. Ένα κομμάτι της Αριστεράς ποτέ δεν απέβαλε την τακτική του ένοπλου αγώνα και υπό αυτή την οπτική αντιμετώπισε τη δράση της 17 Νοέμβρη.
Καμιά ευαίσθητη ψυχούλα που οδύρεται για τον Ζακ και τον Φύσσα δεν ασχολήθηκε με τους οικείους των θυμάτων της 17 Νοέμβρη. Πώς είναι η μάνα του Αξαρλιάν; Γιατί και αυτός έχει μάνα. Οι γονείς του Περατικού, η οικογένεια του Μομφεράτου και του οδηγού του Ρουσέτη, οι οικογένειες του Μάτη και του Παύλου Μπακογιάννη. Ο κατάλογος είναι μακρύς, ο πόνος μεγάλος και η αναλγησία κάποιων, όχι λίγων, και αυτή μεγάλη.
Για τον Θάνο δεν γράφτηκαν τραγούδια, δεν έγιναν πορείες, δε στήθηκαν προτομές, η μητέρα του βιώνει με αξιοπρέπεια, επί τριάντα χρόνια, την απώλεια της. Και ο δολοφόνος του σχεδιάζει την αποφυλάκισή του.